Η Ισπανία βιώνει τη χειρότερη πλημμύρα των τελευταίων δεκαετιών, με τουλάχιστον 95 νεκρούς και δεκάδες αγνοούμενους, μετά τις τεράστιες βροχοπτώσεις που σάρωσαν την ανατολική επαρχία της Βαλένθια και όχι μόνο.
Η καταρρακτώδης βροχή την Τρίτη προκάλεσε αστραπιαίες πλημμύρες που παρέσυραν γέφυρες και κτίρια και ανάγκασαν τους ανθρώπους να σκαρφαλώσουν σε στέγες ή να προσκολληθούν σε δέντρα για να επιβιώσουν.
Ο πρωθυπουργός, Πέδρο Σάντσεθ, κήρυξε τριήμερο εθνικό πένθος, καθώς οι ακραίες συνθήκες συνεχίζονται, περιορίζοντας τις προσπάθειες διάσωσης.
Υπάρχουν φόβοι ότι ο αριθμός των νεκρών θα αυξηθεί, καθώς «οι αγνοούμενοι είναι πολλοί», λέει η κυβέρνηση.
Τουλάχιστον 92 θάνατοι καταγράφηκαν στη Βαλένθια, ενώ άλλοι δύο στην Καστίλλη-Λα Μάντσα στα δυτικά της Βαλένθια και ένας στη Μάλαγα – ένας 71χρονος Βρετανός που πέθανε στο νοσοκομείο μετά τη διάσωσή του από το σπίτι του.
Ο αριθμός των νεκρών από τις πλημμύρες είναι ο χειρότερος που καταγράφεται στη χώρα από το 1973, όταν τουλάχιστον 150 άνθρωποι εκτιμάται ότι έχασαν τη ζωή τους από τις χειρότερες πλημμύρες της χώρας στα νοτιοανατολικά.
Στο διάγγελμά του την Τετάρτη, ο Σάντσεθ κάλεσε τους πολίτες να παραμείνουν σε επαγρύπνηση και υποσχέθηκε πλήρη αποκατάσταση, λέγοντας στα θύματα: «Όλη η Ισπανία κλαίει μαζί σας… δεν θα σας εγκαταλείψουμε».
Πάντως, κάτοικοι που αναζητούσαν βοήθεια ανακάλυψαν γρήγορα ότι ήταν μόνοι τους, σύμφωνα με το Politico. Τα τηλεφωνικά δίκτυα κατέρρευσαν νωρίς το βράδυ και οι περιφερειακές υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης κατακλύστηκαν από κλήσεις που οδήγησαν την τηλεφωνική γραμμή 112 στην ουσιαστική κατάρρευση.
Η περιφερειακή κυβέρνηση της Βαλένθια, η οποία είναι υπεύθυνη για τον συντονισμό των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης στις πληγείσες περιοχές, παραδέχτηκε ότι είχε στείλει μήνυμα κειμένου προειδοποιώντας τους κατοίκους για την επικείμενη καταστροφή μόλις στις 8:12 μ.μ., οκτώ ώρες μετά την αναφορά των πρώτων πλημμυρών και 10 ώρες αφού η Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία της Ισπανίας (AEMET) είχε εκδώσει συναγερμό για «ακραίο κίνδυνο» σε ολόκληρη την περιοχή της Βαλένθια.
«Μέχρι να δράσουν οι Αρχές της Βαλένθια η κατάσταση είχε ήδη κλιμακωθεί σημαντικά», δήλωσε αξιωματούχος του εθνικού υπουργείου Οικολογικής Μετάβασης.
Το σύντομο μήνυμα της περιφερειακής κυβέρνησης, το οποίο προειδοποιούσε για έντονες βροχοπτώσεις και συνιστούσε στους κατοίκους να παραμείνουν στα σπίτια τους, ήρθε πολύ αργά για πολλούς που βρέθηκαν παγιδευμένοι σε χαμηλά σπίτια, καταστήματα και δρόμους που γρήγορα γέμισαν με νερά.
Παράλληλα, η Σάντρα Γκόμεθ, ισπανίδα ευρωβουλευτής των Σοσιαλιστών από τη Βαλένθια, δήλωσε ότι ο σύζυγός της, δάσκαλος, κλήθηκε στη δουλειά του το βράδυ της Τρίτης, επειδή οι τοπικές αρχές δεν είχαν εκδώσει συναγερμό ούτε είχαν αναστείλει τα μαθήματα μέχρι τότε. Πριν φτάσει το μήνυμα έκτακτης ανάγκης στο τηλέφωνό της, ο σύζυγός της τηλεφώνησε για να πει ότι είχε παγιδευτεί σε έναν πλημμυρισμένο αυτοκινητόδρομο, με το νερό να φτάνει μέχρι τους γοφούς του.
«Ήταν πολύ τυχερός που γλίτωσε πριν τα νερά ανέβουν περισσότερο», είπε η ίδια.
Τα συνδικάτα ζήτησαν να γίνουν έρευνες για τις εταιρείες που κάλεσαν τους υπαλλήλους τους να προσέλθουν στη δουλειά τους παρά την πρόγνωση.
«Υπάρχουν πολιτικές ευθύνες πίσω από αυτή την τραγωδία», δήλωσε ο βουλευτής της Ρεπουμπλικανικής Αριστεράς της Καταλονίας, Γκαμπριέλ Ρουφιάν. «Η καταιγίδα μπορεί να ήταν αναπόφευκτη, αλλά υπάρχουν άνθρωποι που έχασαν τη ζωή τους επειδή αναγκάστηκαν να πάνε στη δουλειά τους και άλλοι που χάθηκαν, όπως φαίνεται, επειδή δεν υπήρχαν καλά εξοπλισμένες μονάδες για να τους σώσουν».
Οι ειδικοί ανέφεραν επίσης την ανεξέλεγκτη αστική ανάπτυξη της περιοχής της Βαλένθια -μια από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες περιοχές της Ισπανίας- ως βασικό παράγοντα της τραγωδίας. Οι ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι λειτούργησαν ως κανάλια για τα νερά της βροχής που γρήγορα κατέκλυσαν τις κοινότητες που ήταν χτισμένες δίπλα σε χαράδρες ή στις λεκάνες των εκτρεπόμενων ποταμών.
«Η κλιματική αλλαγή είναι καθοριστική για το μέγεθος αυτής της φυσικής καταστροφής», δήλωσε ο γεωλόγος Joan Escuer στο ισπανικό ραδιόφωνο.
«Αλλά οι συνέπειές της δεν θα ήταν τόσο μεγάλες, αν δεν είχαμε κατασκευάσει υποδομές και δεν είχαμε επιτρέψει στους ανθρώπους να εγκατασταθούν σε μέρη υψηλού κινδύνου».