Οι αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2024 ξεχωρίζουν λόγω της μεγάλης αβεβαιότητας για το αποτέλεσμά τους, αλλά και της ανησυχίας για το τι θα ακολουθήσει μετά την 5η Νοεμβρίου: θα υπάρξει μια μακρά δικαστική διαμάχη, μια βίαιη αμφισβήτηση του αποτελέσματος με διαδηλώσεις ή αντιθέτως οι Αμερικανοί θα αρνηθούν να διχαστούν ακόμη περισσότερο;

Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητα των δύο υποψηφίων να αποδεχθούν ή όχι την ήττα τους έπειτα από μια κούρσα ο νικητής της οποίας φαίνεται ότι θα κριθεί στο νήμα. Από αυτή την άποψη η αντίδραση του Ντόναλντ Τραμπ είναι αυτή που προκαλεί τη μεγαλύτερη ανησυχία.

Ο 78χρονος Ρεπουμπλικάνος δεν σταματά να δηλώνει ότι η μοναδική πιθανότητα να χάσει από την Κάμαλα Χάρις είναι αν υπάρξει νοθεία στις προεδρικές εκλογές. Επανειλημμένα έχει αρνηθεί να δηλώσει ξεκάθαρα αν θα υποστηρίξει την ειρηνική μεταβίβαση της εξουσίας και εξακολουθεί να ισχυρίζεται ότι του έκλεψαν τις εκλογές του 2020.

«Αν χάσει, είμαι βέβαιος ότι θα επικαλεστεί νοθεία, θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να ανατρέψει το αποτέλεσμα και θα αρνηθεί να παραστεί στην ορκωμοσία της Χάρις. Όχι μόνο δεν ξέρει να χάνει, αλλά δεν έχει ποτέ παραδεχθεί μια ήττα», προβλέπει ο Ντόναλντ Νίμαν καθηγητής πολιτικών επιστημών στο πανεπιστήμιο Binghamton στην πολιτεία της Νέας Υόρκης.

Από την πλευρά της η Κάμαλα Χάρις θα αναγνωρίσει την αποτυχία της, αν χάσει; Το 95% των υποστηρικτών της πιστεύει πως ναι, όμως το ποσοστό πέφτει στο 48% μεταξύ των υποστηρικτών του Τραμπ, σύμφωνα με δημοσκόπηση που διενήργησε στις 10 Οκτωβρίου το Pew Research Center.

Δύο Αμερικανοί στους τρεις φοβούνται ότι θα ξεσπάσει βία μετά τις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου, σύμφωνα με δημοσκόπηση του Ipsos που δημοσιεύθηκε στις 24 Οκτωβρίου.

Οι δύο υποψήφιοι αλληλοκατηγορούνται ότι υποδαυλίζουν την ένταση.

Η Χάρις κατηγορεί τον Τραμπ ότι είναι «φασίστας». Ο δισεκατομμυριούχος απέδωσε τις απόπειρες κατά της ζωής του στη ρητορική της Δημοκρατικής υποψήφιας, εκτιμώντας ότι είναι υπεύθυνη για ένα «αιματοκύλισμα» στις ΗΠΑ.

Στην Ουάσινγκτον οι αρχές προετοιμάζονται εδώ και τουλάχιστον έναν χρόνο για μια περίοδο εξαιρετικά ευαίσθητη μετά τις εκλογές και ως τις 20 Ιανουαρίου 2025, ημέρα ορκωμοσίας του νέου προέδρου.

Ήδη τα πρώτα μεταλλικά κάγκελα έχουν υψωθεί κοντά στον Λευκό Οίκο, ενώ σύντομα θα τοποθετηθούν και γύρω από το Κογκρέσο.

Εξάλλου ο αριθμός των μελών της αστυνομίας του Καπιτωλίου έχει αυξηθεί σημαντικά, φτάνοντας τα 2.100, περίπου 300 περισσότερα σε σχέση με την 6η Ιανουαρίου 2021, όταν υποστηρικτές του Τραμπ εισέβαλαν στο Κογκρέσο.

Στις 6 Ιανουαρίου 2025, την κρίσιμη ημέρα που θα επικυρωθεί το αποτέλεσμα των εκλογών, τα μέτρα ασφαλείας θα είναι τόσο ενισχυμένα όσο και την ημέρα της ορκωμοσίας του νέου προέδρου.

Πριν τέσσερα χρόνια οι εκλογές διεξήχθησαν στις 3 Νοεμβρίου, αλλά το αποτέλεσμα δεν έγινε γνωστό ως τις 7 του μήνα.

Ο Τραμπ δήλωσε ότι είναι νικητής ήδη από το βράδυ των εκλογών και αμέσως άρχισε να καταγγέλλει παρατυπίες, ενώ προσπάθησε μάταια να πείσει τον αντιπρόεδρό του Μάικ Πενς και τον υπουργό Δικαιοσύνης Μπιλ Μπαρ ότι έχει δίκιο.

Αν ο Ρεπουμπλικάνος υποψήφιος βιαστεί και πάλι να κηρύξει τη νίκη του, «έχουμε τους πόρους και τις γνώσεις» να αντιδράσουμε, δήλωσε η Χάρις στις 22 Οκτωβρίου.

Και αυτή τη φορά ο Τραμπ δεν είναι πλέον στην εξουσία και δεν θα μπορεί να ζητήσει από τις δικαστικές αρχές ή τον στρατό να ασκήσουν πιέσεις.

Εξάλλου το 2020 στράφηκε αμέσως στα δικαστήρια, χωρίς ωστόσο να κερδίσει ούτε μία προσφυγή με τους δικαστές να του εξηγούν ότι θα έπρεπε να έχει αντιδράσει νωρίτερα.

Όμως οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν πάρει τα μαθήματά τους από τις εκλογές του 2020. Έχουν επιστρατεύσει 100.000 εθελοντές και χιλιάδες νομικούς αρμόδιους για να εποπτεύσουν «την ακεραιότητα» της εκλογικής διαδικασίας, ενώ έχουν καταθέσει περισσότερες από 130 προσφυγές σε τουλάχιστον 26 πολιτείες.

Οι Δημοκρατικοί έχουν απαντήσει με περίπου 35 προσφυγές και τα μέσα ενημέρωσης έχουν ήδη χαρακτηρίσει τις προεδρικές εκλογές του 2024 τις «εκλογές της αντιδικίας» (litigation election).

Πηγή: ΑΠΕ