Η τελευταία ιρανική πυραυλική επίθεση το βράδυ της Τρίτης κατά του Ισραήλ ανέδειξε, για άλλη μια φορά, τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η εν λόγω χώρα της Μέσης Ανατολής. Σε αντίθεση με τις προηγούμενες επιθέσεις, η τελευταία αποδείχθηκε πως ήταν πιο συντονισμένη και με ξεκάθαρη επιδίωξη να πλήξει στρατηγικούς στόχους. Η Τεχεράνη χρησιμοποίησε βαλλιστικούς πυραύλους υπερσύγχρονης τεχνολογίας, αποσκοπώντας στην πρόκληση σοβαρών καταστροφών στο Ισραήλ, ενώ η αεράμυνα του Τελ Αβίβ κλήθηκε να αντιδράσει σε αυτήν την επικίνδυνη επίθεση, με υψηλό χρηματικό κόστος.
Θυμίζουμε ότι τον περασμένο Απρίλιο, το Ιράν είχε εξαπολύσει μια συνδυασμένη επίθεση με drones και πυραύλους, ωστόσο είχε η επιχείρηση αυτή είχε προαναγγελθεί ουσιαστικά από την Τεχεράνη, δίνοντας έτσι στο Ισραήλ περισσότερο χρόνο για να προετοιμαστεί. Τώρα, τα προχθεσινά χτυπήματα ήταν πιο αιφνιδιαστικά ως προς τον χρόνο που θα εξαπολύονταν, και οι Ισραηλινοί αναγκάστηκαν να ενεργοποιήσουν την πολυεπίπεδη αεράμυνά τους για να αναχαιτίσουν έναν μεγάλο αριθμό επικίνδυνων πυραύλων σε ταχύτατο χρόνο.
Οι πύραυλοι «Εμάντ» και «Γκαντρ» που χρησιμοποιήθηκαν από το Ιράν στην προηγούμενη επίθεση πετούσαν με ταχύτητα έξι φορές αυτής του ήχου και μπορούσαν να φτάσουν στο Ισραήλ σε 12 λεπτά από την εκτόξευσή τους. Αυτή τη φορά, το Ιράν χρησιμοποίησε έναν ακόμα ταχύτερο και πιο προηγμένο βαλλιστικό πύραυλο, τον «Φατέχ-2», που μπορεί να ταξιδέψει με ταχύτητα 16.000 χλμ./ώρα, δηλαδή δέκα φορές την ταχύτητα του ήχου, αυξάνοντας τις πιθανότητες επιτυχούς πλήγματος.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις το Ιράν διαθέτει περίπου 3.000 βαλλιστικούς πυραύλους, γεγονός που δείχνει την ικανότητά του να εξαπολύει συνεχείς επιθέσεις μεγάλης κλίμακας, προκαλώντας σημαντική πίεση στο ισραηλινό σύστημα αεράμυνας. Το γεγονός ότι μπορεί να εκτοξεύσει τόσο μεγάλο αριθμό πυραύλων μέσα σε λίγα μόλις λεπτά υποδηλώνει τη σαφή στρατηγική του να εξαντλήσει τους ισραηλινούς πόρους και να επιφέρει κόπωση στα αμυντικά συστήματα της εν λόγω χώρας.
Το Ισραήλ απάντησε χρησιμοποιώντας τα προηγμένα συστήματα αναχαίτισης πυραύλων Arrow-3 και Arrow-2, τα οποία αναπτύχθηκαν σε συνεργασία με τις ΗΠΑ. Αυτά τα συστήματα είναι σχεδιασμένα για να αναχαιτίζουν βαλλιστικούς πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς και αποτελούν τη «ραχοκοκαλιά» της αεράμυνας. Ωστόσο, το κόστος της χρήσης τους είναι υπέρογκο.
Κάθε πύραυλος Arrow κοστίζει περίπου 3,5 εκατομμύρια δολάρια, ποσό που καθιστά την αναχαίτιση δεκάδων πυραύλων εξαιρετικά δαπανηρή, όπως αναφέρει το ειδησεογραφικό πρακτορείο Reuters. Επιπλέον, το σύστημα «Σφεντόνα του Δαυίδ», το οποίο χρησιμοποιείται για την αναχαίτιση πυραύλων μεσαίου βεληνεκούς, όπως αυτούς που εκτοξεύονται από οργανώσεις σαν τη Χαμάς, κοστίζει περίπου 1 εκατομμύριο δολάρια ανά πύραυλο. Στο πλαίσιο της πρόσφατης επίθεσης, η αναχαίτιση περισσότερων από 100 πυραύλων εκτιμάται ότι στοίχισε εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια, ενώ, συγκριτικά, το κόστος για κάθε ιρανικό πύραυλο δεν ξεπερνά τις 100.000 δολάρια.
Το αυξημένο κόστος για το Ισραήλ αναδεικνύει ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει στη διαχείριση της αεράμυνάς του. Παρά την αποτελεσματικότητα των ισραηλινών συστημάτων αναχαίτισης, το μεγάλο οικονομικό βάρος που συνοδεύει τη χρήση τους καθιστά την άμυνα οικονομικά ασύμφορη μακροπρόθεσμα. Η ανισορροπία αυτή είναι ένα βασικό πλεονέκτημα για το Ιράν, το οποίο μπορεί να διατηρήσει τις επιθέσεις του χρησιμοποιώντας σημαντικά πιο οικονομικά οπλικά συστήματα, ενώ εξαντλεί τις ισραηλινές δυνατότητες αναχαίτισης.
Οι πληροφορίες σχετικά με την τελευταία επίθεση φέρονται να προήλθαν από δορυφορικές παρατηρήσεις, υποκλοπές τηλεπικοινωνιών και πιθανή διπλωματική ενημέρωση, ενδεχομένως και από πηγές κοντά στη Μόσχα, που φέρεται να είχε μάθει τα όσα θα ακολουθούσαν, πριν την έναρξη της επιχείρησης. Στην προηγούμενη επίθεση του Απριλίου, το Ιράν είχε εκτοξεύσει περισσότερα από 300 drones, πυραύλους Κρουζ και βαλλιστικούς πυραύλους, προκαλώντας σοβαρές ζημιές. Στη νέα αυτή επίθεση, η Τεχεράνη φαίνεται να άφησε εκτός τους πυραύλους Κρουζ και τα drones, εστιάζοντας αποκλειστικά σε βαλλιστικούς πυραύλους για να αυξήσει την ταχύτητα και τη δυνατότητα διείσδυσης στην ισραηλινή άμυνα.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρον μάλιστα είναι το γεγονός ότι το Ιράν δεν χρησιμοποίησε τα αργοκίνητα drones τύπου «Σαχέντ». Πρόκειται για μη επανδρωμένα αεροσκάφη που χρησιμοποιούνται πρωτίστως από τη Ρωσία στο μέτωπο της Ουκρανίας και θεωρούνται αργά και κατά συνέπεια ευάλωτα. Η νέα πραγματικότητα για το Ισραήλ είναι ότι οι συνεχείς πυραυλικές επιθέσεις από το Ιράν αυξάνουν τη ζήτηση για τη διαρκή αναβάθμιση των συστημάτων άμυνας, ενώ το οικονομικό βάρος αυξάνεται.
Εν κατακλείδι, ενώ η αεράμυνα του Ισραήλ έχει αποδειχθεί αποτελεσματική μέχρι σήμερα, το οικονομικό κόστος μπορεί να επηρεάσει την ικανότητά του να αντιδράσει σε παρατεταμένες συγκρούσεις, ειδικά όταν οι επιθέσεις αυτές γίνονται ολοένα και πιο συχνές. Έτσι, αναζητεί τώρα νέους τρόπους ενίσχυσης της άμυνας εξίσου αποτελεσματικούς αλλά λιγότερο δαπανηρούς. Γι΄ αυτό και επενδύει σε τεχνολογίες που θα μειώσουν το κόστος αναχαίτισης.