Έχουν περάσει 79 χρόνια από τη ρίψη των ατομικών βομβών στην Ιαπωνία και 54 χρόνια από όταν υπογράφηκε η συνθήκη μη διάδοσης πυρηνικών όπλων. Αυτά τα δύο γεγονότα τείνουν να χαθούν στη λήθη, καθώς στις μέρες μας τα εξοπλιστικά αρχίζουν να κινούνται γύρω από τα πυρηνικά.

Από τον Ρώσο πρώην πρωθυπουργό, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, που απειλεί με χρήση τους στην Ουκρανία, μέχρι τον Τραμπ, που ζητά οι ΗΠΑ να αυξήσουν το οπλοστάσιό τους, φουντώνουν οι φωνές για ανάπτυξη πυρηνικού οπλοστασίου.

«Δεν νομίζω ότι τη δεκαετία του 1990 θα άκουγες μεγάλες δυνάμεις να λένε: “Λοιπόν, γιατί να μην έχουμε κι εμείς πυρηνικά όπλα;” Αυτές οι χώρες συζητούν δημόσια γι’ αυτό, κάτι που δε συνέβαινε στο παρελθόν. Το λένε δημόσια. Το λένε στον Τύπο. Αρχηγοί κρατών έχουν αναφερθεί στο ενδεχόμενο επανεξέτασης του όλου θέματος», δήλωσε στην εφημερίδα Financial Times ο Ραφαέλ Γκρόσι, γενικός διευθυντής της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας.

Σύμφωνα με τον Γκρόσι, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ο νέος «ψυχρός πόλεμος» ΗΠΑ-Κίνας και η ανάφλεξη στο Μεσανατολικό αποτελούν τους λόγους του παραπάνω αιτήματος, καθώς ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις περνάει σε άλλο επίπεδο. «Υπάρχουν όλες αυτές οι εντάσεις, η πιθανότητα να αποδυναμωθούν οι συμμαχίες και οι χώρες να πρέπει να τα βγάλουν πέρα μόνες τους. Εδώ είναι που ο παράγοντας των πυρηνικών όπλων επανέρχεται με έναν πολύ απροσδόκητο τρόπο», είπε ο Γκρόσι.

Ενδεικτικά, ο Μάνφρεντ Βέμπερ, ηγέτης του κεντροδεξιού Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, κάλεσε την Ευρώπη να λάβει μέτρα για τη ρωσική απειλή, υποστηρίζοντας: «Όλοι γνωρίζουμε ότι, όταν έρθει η ώρα, η πυρηνική επιλογή είναι πραγματικά αποφασιστική». Επίσης, ο πρόεδρος της Νότιας Κορέας, Yoon Suk Yeol, δήλωσε δημοσίως ότι ένα πρόγραμμα πυρηνικών όπλων μπορεί να είναι απαραίτητο για την αντιμετώπιση της Βόρειας Κορέας.

«Οι αυξανόμενοι κίνδυνοι διάδοσής τους προέρχονται από ένα περιβάλλον όπου υπάρχει πιο έντονος γεωπολιτικός ανταγωνισμός μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων», είπε ο Νίκολας Μίλερ, επίκουρος καθηγητής στο Dartmouth College, που μελετά τη διάδοση των πυρηνικών όπλων.

Αναλύοντας τη θέση του, υποστήριξε ότι σε περιόδους με εντάσεις, όπως η τωρινή εποχή, οι μεγάλες δυνάμεις τείνουν να χαλαρώνουν την εστίασή τους στη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων, «επειδή είναι απασχολημένες με τον ανταγωνισμό με τους αντιπάλους τους».

Ποσά-ρεκόρ στα πυρηνικά

Ο Νίκολας Μίλερ ξεκαθάρισε ότι παρά τις φωνές για ανάπτυξη των πυρηνικών οπλοστασίων, κανείς δεν είναι σε θέση να τα χρησιμοποιήσει.

«Υπάρχει μια τάση να πιστεύουμε πάντα ότι το καθεστώς της συνθήκης για τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων βρίσκεται στο χείλος της κατάρρευσης… Ιστορικά έχει αποδειχθεί πιο ισχυρό από ό,τι αναμενόταν», είπε χαρακτηριστικά.

Από την πλευρά του, ο Lukasz Kulesa, διευθυντής πυρηνικής πολιτικής στο Royal United Services Institute (Rusi), δήλωσε ότι ορισμένες συζητήσεις σχετικά με τα πυρηνικά όπλα ξεκίνησαν από την αγωνία για το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών. «Αν ο Τραμπ εκλεγεί πρόεδρος, μπορεί να χαλαρώσει ορισμένες από τις εγγυήσεις ασφαλείας που έχουν παράσχει οι ΗΠΑ στην Ευρώπη και την Ασία», είπε ο Kulesa.

Σύμφωνα με ειδικούς, τα πυρηνικά όπλα είναι το νέο trend των εξοπλιστικών στις μέρες μας, καθώς ξοδεύονται ποσά-ρεκόρ σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Ωστόσο, υπάρχει ακόμη περιθώριο για τον περιορισμό τους, με τον Ραφαέλ Γκρόσι να τονίζει πως «πρέπει να βεβαιωθούμε ότι ενισχύουμε το καθεστώς μη διάδοσης των πυρηνικών όπλων. Η προσθήκη περισσότερων κρατών στις πυρηνικές δυνάμεις δε θα βελτιώσει την τρέχουσα κατάσταση».