Οι Αρχές της αμερικανικής πολιτεία Μέιν ανακοίνωσαν χθες Πέμπτη (28/12) πως το όνομα του Ντόναλντ Τραμπ δεν θα συμπεριληφθεί στα ψηφοδέλτια της εσωκομματικής διαδικασίας των Ρεπουμπλικάνων για την ανάδειξη του υποψηφίου της παράταξης στις προεδρικές εκλογές του 2024. Μόλις μία εβδομάδα νωρίτερα παρόμοια απόφαση πάρθηκε στην πολιτεία Κολοράντο.
Οι εν λόγω αποφάσεις που θέτουν «μπλόκο» στην υποψηφιότητα του Ντόναλτ Τραμπ συνδέεται με την επίθεση οπαδών του στο ομοσπονδιακό Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου του 2021.
«Δεν είναι κατάλληλος για να ασκήσει το αξίωμα του προέδρου» με δεδομένη την 14η τροπολογία του Συντάγματος, η οποία αποκλείει την ανάδειξη σε οποιοδήποτε αξίωμα προσώπων που επιδόθηκαν σε «ανταρσία», εξήγησε η Σένα Μπέλοους, η υπουργός Εσωτερικών της πολιτείας Μέιν, αρμόδια για την οργάνωση των εκλογών, με επίσημο έγγραφό της όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων επικαλούμενο το AFP και το Reuters.
Η απόφαση του Μέιν θα αμφισβητηθεί στη δικαιοσύνη από τον Ντόναλντ Τραμπ, ανακοίνωσε αμέσως η εκστρατεία του, και ενδέχεται να είναι το αντικείμενο τελικής προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ.
Ο μεγιστάνας -αδιαφιλονίκητο φαβορί στην εσωκομματική διαδικασία των Ρεπουμπλικάνων, κατά δημοσκοπήσεις- καταδίκασε εξάλλου και προσωπικά την απόφαση που πήρε η αξιωματούχος της κατ’ αυτόν «ριζοσπαστικής αριστεράς», καθότι «θερμή υποστηρίκτρια» του Δημοκρατικού προέδρου Τζο Μπάιντεν.
Η κυρία Μπέλοους ανήκει στους Δημοκρατικούς.
«Παρακολουθούμε απευθείας απόπειρα κλοπής των εκλογών και στέρησης του δικαιώματος ψήφου κάθε αμερικανού ψηφοφόρου», επιχειρηματολόγησε η εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ.
Την 6η Ιανουαρίου 2021, εκατοντάδες οπαδοί του Ντόναλντ Τραμπ εισέβαλαν στο ομοσπονδιακό Καπιτώλιο για να προσπαθήσουν να εμποδίσουν την τυπική επικύρωση του εκλογικού αποτελέσματος του Νοεμβρίου του 2020, δηλαδή της νίκης του Δημοκρατικού αντιπάλου του Τζο Μπάιντεν.
Ο Ρεπουμπλικάνος πρώην πρόεδρος και οι πιο παθιασμένοι υποστηρικτές του συνεχίζουν να διατείνονται, χωρίς να παρουσιάζουν καμιά απόδειξη, πως εκείνος ήταν ο νικητής των προεδρικών εκλογών του 2020.
Η ιστορική απαγγελία κατηγοριών σε βάρος του πρώην προέδρου την 1η Αυγούστου σε ομοσπονδιακό επίπεδο και κατόπιν την 14η Αυγούστου στην πολιτεία Τζόρτζια για τις φερόμενες παράνομες ενέργειές του με σκοπό να επιτύχει την ανατροπή του εκλογικού αποτελέσματος του 2020 άνοιξαν νομικές συζητήσεις για το εάν έχει δικαίωμα να είναι εκ νέου υποψήφιος για το ανώτατο κρατικό αξίωμα κι οδήγησαν σε προσφυγές στη δικαιοσύνη αρκετών πολιτειών.
Από τις περίπου δεκαπέντε τέτοιες διαδικασίες που κινήθηκαν σε διάφορες πολιτείες, οι δύο απορρίφθηκαν σε Μινεσότα και Μίσιγκαν· η δικαιοσύνη του Κολοράντο έγινε η πρώτη που αποφάνθηκε πως ο Ντόναλντ Τραμπ δεν μπορεί να είναι υποψήφιος εξαιτίας των πράξεών του.