Πέθανε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ένας από τους πιο ισχυρούς άντρες της γερμανικής πολιτικής σκηνής. Ο γερμανός πολιτικός για πολλά χρόνια ήταν καθηλωμένος σε αναπηρικό αμαξίδιο εξαιτίας μιας δολοφονικής επίθεσης, που δέχθηκε το 1990.
Ήταν 12 Οκτωβρίου το 1990, όταν σημειώθηκε απόπειρα δολοφονίας κατά του Σόιμπλε, κατά τη διάρκεια προεκλογικής του ομιλίας στην περιοχή Όπεναου (κοντά στο Φράιμπουργκ) από τον Ντίτερ Κάουφμαν. Ο Κάουφμαν περίμενε 30 λεπτά μέχρι να ολοκληρώσει την ομιλία του το κορυφαίο στέλεχος της κεντροδεξιάς Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU), για να θέσει σε εφαρμογή το σχέδιό του.
Τη στιγμή που ο Σόιμπλε αποχωρούσε, ο Κάουφμαν έβγαλε μέσα από τη μαύρη δερμάτινη καπαρντίνα του ένα μικρό περίστροφο, το οποίο είχε κλέψει από το ντουλάπι του κυνηγού πατέρα του. Τότε, σημάδεψε τον πολιτικό και πυροβόλησε τρεις φορές. Η πρώτη σφαίρα βρήκε τον Σόιμπλε στο κεφάλι, συνθλίβοντας τη δεξιά πλευρά του σαγονιού του. Λίγα δευτερόλεπτα μετά, ο Κάουφμαν πάτησε ξανά τη σκανδάλη, με τη δεύτερη σφαίρα να καρφώνεται στη σπονδυλική στήλη του Σόιμπλε.
Ο σωματοφύλακάς του προσπάθησε να τον προστατέψει, όμως, τραυματίστηκε και ο ίδιος σοβαρά. «Δε νιώθω τα πόδια μου» φέρεται να είπε, όταν έπεσε στο έδαφος, γεμάτος με αίμα. Η κόρη του, Κριστίν, ούρλιαζε βλέποντας τον πατέρα της πεσμένο στο έδαφος.
Παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες των γιατρών, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε έμεινε παράλυτος και καθηλώθηκε σε αναπηρικό αμαξίδιο.
Ο Ντίτερ Κάουφμαν αποδείχθηκε ψυχοπαθής και διατάχθηκε ο εγκλεισμός του σε ψυχιατρική κλινική. Ο δράστης επιχείρησε να δικαιολογήσει την πράξη του ισχυριζόμενος πως ο Σόιμπλε ήταν σύμβολο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και ήθελε να προκαλέσει ψυχολογικό αλλά και σωματικό τρόμο με την πράξη του.
Ο Σόιμπλε πήρε εξιτήριο από την κλινική Λάνγκερσταϊνμπαχ στις 22 Νοεμβρίου, αφού χρειάστηκε να δώσει σκληρή μάχη, για να παραμείνει στη ζωή. Ωστόσο, δεν άργησε να επιστρέψει στην πολιτική σκηνή, καθώς του πήρε μόνο έξι εβδομάδες και επανήλθε έτοιμος.
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε γεννήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου του 1942 στο Φράιμπουργκ. Αποφάσισε να σπουδάσει οικονομικές και νομικές επιστήμες στο πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Το 1971 του απονεμήθηκε και ο τίτλος του Διδάκτορα της Νομικής από το ομώνυμο πανεπιστήμιο. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του, εργάστηκε ως δικηγόρος και αργότερα ως εφοριακός. Το 1969 παντρεύτηκε την Ίνγκεμποργκ Σόιμπλε, οικονομολόγο στο επάγγελμα, με την οποία απέκτησαν τέσσερα παιδιά, τρεις κόρες και ένα γιο.