Την ικανοποίησή του για την «ομόφωνη» συμφωνία που επετεύχθη μεταξύ των υπουργών Οικονομικών της ΕΕ στην αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ, εξέφρασε ο Επίτροπος Οικονομίας, Πάολο Τζεντιλόνι, επισημαίνοντας ότι τα κείμενα της συμφωνίας, αν και πιο σύνθετα, διατηρούν τα βασικά στοιχεία της αρχικής πρότασης της Επιτροπής.
«Όπως συμβαίνει σε κάθε διαπραγμάτευση, τα κείμενα που συμφωνήθηκαν σήμερα αντικατοπτρίζουν έναν συμβιβασμό μεταξύ διαφορετικών θέσεων. Αυτό είναι φυσιολογικό. Ενώ οι διαπραγματεύσεις έχουν προσθέσει κάποια πολυπλοκότητα στα κείμενα σε σύγκριση με την πρότασή μας, διατηρούν τα βασικά της στοιχεία», τονίζει ο Π. Τζεντιλόνι, με δήλωσή του. Τα στοιχεία αυτά που διατηρούνται είναι η ο μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός σχεδιασμός για κάθε χώρα ξεχωριστά, η μεγαλύτερη ιδιοκτησία των δημοσιονομικών σχεδίων από τα κράτη-μέλη και η δυνατότητα μιας σταδιακής δημοσιονομικής προσαρμογής που θα λαμβάνει υπόψη τις δεσμεύσεις για επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις.
Ο Π. Τζεντιλόνι υπενθυμίζει ότι οι εργασίες για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί. Τον Ιανουάριο οι διαπραγματεύσεις θα περάσουν στην επόμενη φάση, αυτή των «τριμερών» διαπραγματεύσεων μεταξύ του Συμβουλίου της ΕΕ, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής. «Είμαι βέβαιος ότι το ίδιο πνεύμα εποικοδομητικού συμβιβασμού που μας οδήγησε στη σημερινή επιτυχή έκβαση θα μας οδηγήσει σε θετική ολοκλήρωση των τελικών βημάτων αυτής της διαδικασίας – και στην έναρξη ισχύος αυτής της κρίσιμης μεταρρύθμισης την άνοιξη του 2024», τονίζει ο Επίτροπος Οικονομίας.
Η συμφωνία μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, πριν τη λήξη της νομοθετικής περιόδου τον Απρίλη του 2024, προκειμένου οι νέοι κανόνες να τεθούν σε ισχύ το 2024.