Η Μέση Ανατολή φλέγεται και πάλι. Το Ισραήλ και η διεθνής κοινότητα βρίσκεται σε κατάσταση σοκ μετά την πρωτοφανή – σε μέγεθος, ένταση και θύματα – επίθεση της Χαμάς. Οι νεκροί και από τις δύο πλευρές ξεπερνούν ήδη τους 1.000 και πολλοί Ισραηλινοί, αλλά και ξένοιο πολίτες, έχουν αιχμαλωτιστεί από τους ένοπλους παλαιστίνιους μαχητές, που κατάφεραν να διεισδύσουν στη χώρα. Τα αντίποινα για την «11η Σεπτεμβρίου» του Ισραήλ, αναμένονται να είναι αδυσώπητα στη Λωρίδα της Γάζας.
Το Ισραήλ ξεκάθαρα αιφνιδιάστηκε και τώρα θα προσπαθήσει να αποδείξει πως παραμένει πανίσχυρο. Εξάλλου για το εβραϊκό κράτος είναι βασικό να μη δημιουργούνται αμφιβολίες στο εσωτερικό και στο εξωτερικό σχετικά με την κυριαρχία του. Η αδυναμία του μπορεί να ενισχύσει το αραβικό μέτωπο εναντίον του. Ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου που είχε προβάλει τον εαυτό του ως ο πολιτικός που μπορεί να «ξεριζώσει» την «τρομοκρατία των Παλαιστινίων», παρουσιάζεται από μεγάλο μέρος ως ταπεινωμένος. Αναλυτές και κοινή γνώμη θέτουν κρίσιμα ερωτήματα για την αποτυχία των υπηρεσιών ασφαλείας να αποτρέψουν την πιο θανατηφόρα επιχείρηση στο έδαφος του Ισραήλ από τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ, τον Οκτώβριο του 1973.
Όντας ήδη υπό πίεση για τις κατηγορίες περί διαφθοράς και τις προσπάθειές του να αποδυναμώσει την εξουσία του Ανώτατου Δικαστηρίου, ο Νετανιάχου έστειλε μήνυμα πως η Χαμάς «θα πληρώσει βαρύ τίμημα», σημειώνοντας ωστόσο πως «ο πόλεμος θα είναι μακρύς και δύσκολος». Ο ισραηλινός στρατός ξεκίνησε με σφυροκόπημα από αέρος, ωστόσο είναι πολύ πιθανό να αποφασιστεί και μια μεγάλη χερσαία επιχείρηση. Αναμφίβολα η Χαμάς θα χτυπηθεί σκληρά, όμως πολύ αίμα, όπως συμβαίνει εδώ και χρόνια, θα χυθεί και από τους άμαχους στη Λωρίδα της Γάζας.
Το Ισραήλ, όπως υπογράμμισε ο πρώην πρέσβης των ΗΠΑ Martin Indyk, βρίσκεται αντιμέτωπο με την «ύβρη» του, την πίστη πως είναι μια «ασυναγώνιστη υπερδύναμη» στη Μέση Ανατολή. Και ενώ πολλοί προειδοποιούσαν για την μακροχρόνια κατοχή, τους ανεξέλεγκτους εποικισμούς, την εκμετάλλευση, την περιφρόνηση και το πογκρόμ σε βάρος των Παλαιστινίων, το Ισραήλ επέμενε πάντα πως είχε υπό έλεγχο την κατάσταση. Προβάλοντας τη στρατιωτική του υπεροπλία και τις τρομερές μυστικές του υπηρεσίες, υποστήριζε πως δεν κινδυνεύει. Όμως, όπως αποδείχθηκε, δεν ήταν προετοιμασμένο για την ικανότητα της Χαμάς να διεισδύσει στη χώρα και να διεξάγει μια μεγάλης κλίμακας επιχείρηση, κάτω από τη μύτη του ισραηλινού στρατού.
Όλες οι υποθέσεις κατέρρευσαν και μαζί τους φαίνεται πως καταρρέουν και οι προσπάθειες για μια εξομάλυνση των σχέσεων του Ισραήλ με αραβικά κράτη στην περιοχή. Στόχος ήταν να διαμορφωθεί ένα νέο γεωπολιτικό πλαίσιο, που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα του ίδιου του εβραϊκού κράτους, αλλά και των συμμάχων του.
Η πιο κρίσιμη επαναπροσέγγιση, που βρισκόταν σε εξέλιξη με τη μεσολάβηση των ΗΠΑ, ήταν η ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ Ισραήλ και Σαουδικής Αραβίας. Η Ουάσιγκτον «πόνταρε» αρκετά σε αυτήν, καθώς εκτός των άλλων θα ενίσχυε τους δεσμούς με το Ριάντ, τη στιγμή που αυτό φαίνεται να στρέφεται προς το μπλοκ της Ρωσίας και της Κίνας. Οι εξελίξεις αναγκάζουν τις ΗΠΑ να παρέμβουν εκ νέου στην περιοχή και ενδεχομένως αυτό να οδηγήσει σε μια αναπροσαρμογή των πόρων, σε μια πολύ κρίσιμη συγκυρία, ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη ο πόλεμος στην Ουκρανία και ο ανταγωνισμός με την Κίνα. Δεν είναι λίγοι αυτοί που φοβούνται πως τα γεγονότα θα μπορούσαν να κλιμακωθούν πέρα από μια σύγκρουση Ισραήλ – Χαμάς.
Ενδεχομένως αυτός να ήταν και ο λόγος που η Χαμάς εξαπέλυσε μια τέτοια μεγέθους επιχείρηση σε αυτή τη φάση. Η παλαιστινιακή οργάνωση, που ελέγχει τη Λωρίδα της Γάζας, με την επίθεσή της, υπενθυμίζει στον αραβικό κόσμο – ή τουλάχιστον σε όποιον έμοιαζε να το «ξεχνάει» – πως το Ισραήλ παραμένει για πάντα εχθρός και τον καλεί να πάρει θέση για τη σύγκρουση.
Επιπλέον, σε αντίθεση με την μετριοπαθή στάση της Παλαιστινιακής Αρχής, η οποία με την κατάρρευση των ειρηνευτικών συνομιλιών υποφέρει από μια κρίση αξιοπιστίας και νομιμοποίησης στον αγώνα δημιουργίας ενός ανεξάρτητου κράτους, η Χαμάς προβάλλεται ως η μοναδική παλαιστινιακή οργάνωση που μπορεί να αντιμετωπίσει το Ισραήλ. Δικαιολογώντας την επίθεση ως αντίδραση στην καταπίεση και τα εγκλήματα Ισραηλινών, η Χαμάς, παρότι γνωρίζει πως πολλοί κάτοικοι της Γάζας θα πληρώσουν τρομερό τίμημα από τα ισραηλινά αντίποινα, ελπίζει, όπως αναφέρει το Foreign Policy, πως εν τέλει θα επωφεληθεί και πολιτικά, καθώς η τελική διευθέτηση θα μπορούσε να είναι υπέρ τους.
Ακόμη κι αν πρόκειται απλώς για κάποια παραλλαγή του παρόντος status quo, η ηγεσία της Χαμάς στοχεύει σε κάποιους «πολιτικούς πόντους». Ταυτόχρονα θέλει να δώσει και μια απάντηση σε όσους την κατηγορούσαν για αδράνεια, κυρίως άλλες ένοπλες οργανώσεις, όπως η Παλαιστινιακή Ισλαμική Τζιχάντ, οι οποίες έχουν ενισχύσει τα τελευταία χρόνια την επιρροή τους.
Η δήλωση του στρατιωτικού διοικητή της Χαμάς, Μοχάμεντ Ντέιφ, είναι ενδεικτική για τις προσδοκίες της ηγεσίας της παλαιστινιακής οργάνωσης: «Σήμερα ο λαός ανακτά την επανάστασή του», είπε και κάλεσε τους Παλαιστίνιους από την Ανατολική Ιερουσαλήμ μέχρι το βόρειο Ισραήλ να συμμετάσχουν στον αγώνα. Όμως το κάλεσμα του Μοχάμεντ Ντέιφ δεν περιορίστηκε στους Παλαιστίνιους, προτρέποντας για τη δημιουργία ενός μετώπου από το «Λίβανο, το Ιράκ, τη Συρία και την Υεμένη». Πρόκειται για χώρες που έχουν ένοπλα κινήματα, τα οποία υποστηρίζονται από το Ιράν.
Όπως σχολιάζει ο Guardian: «Αυτό που είναι σαφές είναι ότι η σύγκρουση έχει “δικαιούχος” εκτός της Χαμάς. Επιπλέον, ενώ μικρής κλίμακας διεισδύσεις από τη Λωρίδα της Γάζα στο Ισραήλ έχουν συμβεί στο παρελθόν, η κλίμακα αυτής της επίθεσης προκαλέσει ένα ρήγμα στην αίσθηση πως οι Ισραηλινοί, με δισεκατομμύρια στρατιωτικών δαπανών, ήταν ασφαλείς εντός των συνόρων τους. Αυτή είναι μια κατάσταση που δεν περνάει αδιάφορη από τη Χεζμπολάχ στον Λίβανο και τις ένοπλες ομάδες στη Συρία».
- Παναγιώτης Κωνσταντίνου, Δημοσιογράφος