Το παιδικό άσθμα είναι μια από τις συχνότερες χρόνιες ασθένειες στα παιδιά. Επίσης, αποτελεί σημαντική αιτία περιορισμού των δραστηριοτήτων των παιδιών και είναι η κυριότερη αιτία απουσίας από το σχολείο, διπλάσια συγκριτικά με άλλες χρόνιες παιδικές ασθένειες. Το παιδικό άσθμα έχει αυξηθεί δραματικά κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο δεκαετιών. Οι εισαγωγές στα νοσοκομεία αυξάνονται μεν με πιο αργό ρυθμό, την ίδια στιγμή όμως, που οι εισαγωγές από άλλες χρόνιες παιδικές ασθένειες μειώνονται.
Όπως φαίνεται, λοιπόν, το παιδικό άσθμα έχει επιπτώσεις, τόσο στο παιδί και στην οικογένειά του, όσο και στη δημόσια υγεία και στις υπηρεσίες υγείας γενικότερα. Το θετικό όμως, είναι ότι τόσο η νοσηρότητα όσο και η θνησιμότητα του παιδικού άσθματος, μπορούν να προληφθούν σε μεγάλο βαθμό.
Επομένως, θεωρείται απαραίτητη η διερεύνηση των παραγόντων που οδηγούν στην ανάπτυξη του παιδικού άσθματος, αλλά ακόμη περισσότερο, των παραγόντων που συμβάλλουν στην πρόληψή του. Είναι προφανές ότι ο εντοπισμός των αιτίων που προκαλούν το άσθμα αποτελεί προϋπόθεση κάθε προσπάθειας επιτυχούς πρόληψής του.
Τα ακριβή αίτια του παιδικού άσθματος δεν είναι ακόμη γνωστά επομένως, η εστίαση είναι προς τους παράγοντες κινδύνου όπως το κάπνισμα, η ενδοοικιακή ρύπανση (ακάρεα), η ατμοσφαιρική ρύπανση, η διατροφή, η ωρίμανση του αναπνευστικού συστήματος και ψυχολογικοί παράγοντες.
Ένας από τους παράγοντες που εξετάζονται, είναι ο βαθμός στον οποίο ο μητρικός θηλασμός επιδρά στην ανάπτυξη του παιδικού άσθματος. Ο μητρικός θηλασμός πέραν από τα διατροφικά, ανοσολογικά, αναπτυξιακά, ψυχολογικά, κοινωνικά, οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη, έχει συσχετιστεί και με την ανάπτυξη παιδικού άσθματος.
Αρκετές μελέτες υποστηρίζουν ότι ο μητρικός θηλασμός μπορεί να προστατεύσει τα παιδιά από την ανάπτυξη άσθματος. Γενικά, ο μητρικός θηλασμός ενισχύει την ωρίμανση του γαστρεντερικού σωλήνα και παρέχει ανοσολογικούς παράγοντες που συμβάλλουν στη μείωση των γαστρεντερικών παθήσεων. Ο μητρικός θηλασμός βοηθά το νεογνό να αναπτύξει το ανοσοποιητικό του σύστημα και το κύριο αντίσωμα που περιέχει το μητρικό γάλα είναι το IgA. Τα βρέφη που θηλάζουν, αποκτούν ειδικά αντισώματα και κυτταρική ανοσία, που παρέχει προστασία έναντι των παθήσεων του αναπνευστικού συστήματος. Επίσης, παρέχει προστασία έναντι των λεμφωμάτων της παιδικής ηλικίας, ενισχύει την ανάπτυξη των γνωστικών λειτουργιών και η πιθανότητα του συνδρόμου αιφνίδιου βρεφικού θανάτου μειώνεται στα βρέφη που θηλάζουν.
Ο ρόλος, όμως του μητρικού θηλασμού προς την ανάπτυξη του παιδικού άσθματος, είναι αμφιλεγόμενος. Αριθμός μελετών βρήκαν κάποια συσχέτιση, ενώ άλλες όχι. Υπάρχουν δεδομένα που υποστηρίζουν ότι ο μητρικός θηλασμός προστατεύει από την ανάπτυξη άσθματος στην παιδική ηλικία. Υπάρχουν, όμως, και μελέτες που δεν βρήκαν συσχέτιση, αλλά και μελέτες που υποστηρίζουν ότι ο μητρικός θηλασμός μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη παιδικού άσθματος.
Μία απο τις μελέτες που πραγματοποιήθηκαν είναι η προοπτική έρευνα για την διαπίστωση της επίδρασης της βρεφικής διατροφής και συγκεκριμένα του θηλασμού στη συχνότητα εμφάνισης βρογχόσπασμου και άσθματος σε ηλικίες 2 – 6 ετών. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στο Τμήμα Παιδιατρικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Christchuch στη Νέα Ζηλανδία. Η έρευνα αυτή δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Pediatrics το 2012.
Οι ερευνητές παρακολούθησαν ένα δείγμα 1105 παιδιών από την γέννησή τους και οι μητέρες συμπλήρωσαν ενα αναλυτικό ερωτηματολόγιο σχετικά με τον τρόπο διατροφής των βρεφών από 3 εως 15 μηνών, ενώ σε ηλικίες 2 έως 6 ετών αξιολογήθηκαν τα ίδια παιδιά, ως προς την παρουσία βρογχόσπασμου και άσθματος.
Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο μητρικός θηλασμός και ιδιαίτερα ο αποκλειστικός, προστατεύει από την εμφάνιση άσθματος, τουλάχιστον έως τα 6 χρόνια της ζωής του. Ενώ η μείωση του κινδύνου είναι ακομα μεγαλύτερη για παιδιά με ιστορικό ατοπίας. Επομένως, καταλήγουν, είναι σημαντικό να προτρέπουμε τις μητέρες με οικογενειακό ιστορικό ή με άλλα παιδιά με ατοπία να θηλάσουν αποκλειστικά το βρέφος τους.
Ας έχουμε λοιπόν κατά νου, ότι ο μητρικός θηλασμός, εκτός από τα οφέλη που παρέχει στο παιδί, παρέχει και στην μητέρα, στην οικογένεια και την κοινωνία γενικότερα. Για να τα παρέχει, όμως αυτά, θα πρέπει ο μητρικός θηλασμός να διαρκεί όσο το δυνατό περισσότερο.
Όπως λένε και οι Kramer & Kakuma (2002) η προτεινόμενη διάρκεια του μητρικού θηλασμού, την οποία υιοθετεί και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO), είναι ο αποκλειστικός θηλασμός για τουλάχιστον 6 μήνες.
Σύμφωνα με τους στόχους του προγράμματος Υγιείς Άνθρωποι (Healthy People), το 2010, το 75% των γυναικών θα έπρεπε να ξεκινούσαν το θηλασμό από τη γέννηση, το 50% να θήλαζαν για 6 μήνες και το 25% να συνέχιζαν τον θηλασμό μέχρι το πρώτο έτος.
Πηγή: mednutrition.gr