Η Ντόλλυ Ερς είναι ερωτευμένη με την γάτα της, τον Μοντμόρενσυ. Επομένως, έχει πλήρη συναίσθηση ότι αυτός κάποια στιγμή θα αφήσει τον μάταιο τούτο κόσμο πολύ πριν από την ίδια. Οπότε μηχανεύτηκε ένα σχέδιο για να διασφαλίσει ένα μακρύτερο κοινό μέλλον: θα κλωνοποιήσει μέρη από το σώμα της γάτας και θα τα αντικαταστήσει καθώς φθείρονται.
Ανησυχεί ότι μπορεί να αλλάξει λίγο, οπότε αποφασίζει ότι η πειραματική προσέγγιση είναι ο καλύτερος τρόπος για να το εφαρμόσει.
Αρχίζει αντικαθιστώντας την ουρά του. Η νέα του ουρά είναι ίσως πιο στιλπνή από την παλιά, αλλά ακόμα μοιάζει να είναι ο Μοντμόρενσυ. Μετά αντικαθιστά τα πόδια του. Κανένα πρόβλημα, μετά βίας καταλαβαίνει τη διαφορά.
Όταν αντικαθιστά το κεφάλι του και βλέπει ότι δεν έχει αλλάξει ο χαρακτήρας του, προχωρά στο σχέδιό της μέχρι που αντικαθιστά κάθε μικρό τμήμα από το σώμα του Μοντμόρενσυ με νέα όργανα.
Η Ντόλλυ είναι πολύ χαριτωμένη που θα μπορέσει να παρατείνει σημαντικά τη ζωή του Μοντμόρενσυ. Όμως, η ευτυχία της μετατρέπεται σε φρίκη λίγες εβδομάδες αργότερα, όταν πηγαίνει σε μια δημόσια διάλεξη σχετικά με την αρχαιοελληνική φιλοσοφία.
Φαίνεται πιθανόν ότι ο Μοντμόρενσυ δεν είναι διόλου ο Μοντμόρενσυ, αλλά ένας μαλλιαρός απατεώνας με παρόμοια προτίμηση στις σαρδέλες.
Τι ανακάλυψε η Ντόλλυ που την αναστάτωσε τόσο πολύ; Έχει, άραγε, δίκιο που ανησυχεί;
Λύση:
Οι φόβοι της Ντόλλυ για την ταυτότητα του Μοντμόρενσυ συνδέονται με το παράδοξο που παραδοσιακά αποκαλείται το Παράδοξο του Πλοίου του Θησέα. Τέθηκε αρχικά από τον Πλούταρχο με τον εξής τρόπο:
Το πλοίο με το οποίο ο Θησέας και οι νέοι της Αθήνας επέστρεψαν, είχε τριάντα κουπιά και το συντηρούσαν οι Αθηναίοι… αφαιρούσαν τις παλιές σανίδες καθώς σάπιζαν, αντικαθιστώντας τις με νέα και πιο γερή ξυλεία, μέχρι του σημείου που το πλοίο αυτό έγινε ένα κλασικό παράδειγμα ανάμεσα στους φιλοσόφους, για το λογικό ερώτημα για τα πράγματα που μεγαλώνουν. Η μία πλευρά υποστηρίζει ότι το πλοίο παραμένει το ίδιο και η άλλη ισχυρίζεται ότι δεν είναι το ίδιο.
Για να το θέσουμε απλά, το παράδοξο είναι ότι ένα αντικείμενο μπορεί να αντικατασταθεί κομμάτι προς κομμάτι, σε σημείο που τίποτα δεν απομένει από το αρχικό και όμως φαινομενικά είναι το αρχικό αντικείμενο.
Έτσι, στην περίπτωση του Μοντμόρενσυ, η διαίσθηση του περισσότερου κόσμου είναι ότι ο νέος Μοντμόρενσυ είναι η ίδια γάτα με τον παλιό Μοντμόρενσυ, παρόλο που έχει φτιαχτεί από εντελώς νέο υλικό.
Αυτό μοιάζει σαν μια λογική υπόθεση, και σε αυτήν την περίπτωση η Ντόλλυ δεν έχει τίποτα να φοβάται. Πιθανόν να την καθησυχάζει η σκέψη ότι η ταυτότητα του Μοντμόρενσυ δεν ορίζεται από τα επιμέρους μέλη που καθιστούν το σώμα του, το οποίο σημαίνει ότι δεν απαιτείται να διαρκέσουν στην διάρκεια του χρόνου.
(Παρομοίως, ίσως δεν πιστεύετε ότι η προσωπική σας ταυτότητα απαιτεί τα διάφορα κύτταρα που συνιστούν το σώμα σας να παραμείνουν αθάνατα).
Όμως, δεν είναι έτσι εύκολο να διαφύγουμε από το παράδοξο αυτό. Μάλιστα, δεν είναι προφανές ότι έχει κάποια λύση.
Για παράδειγμα, ας υποθέσουμε ότι αντί να πετάει τα παλαιά μέλη του σώματος του Μοντμόρενσυ, η Ντόλλυ τα καταψύχει.
Κάποια στιγμή αργότερα, αποφασίζει ότι θα της άρεσε να έχει δύο μαλλιαρούς συντρόφους, οπότε επανασυναρμολογεί τον παλιό Μοντμόρενσυ. Στην περίπτωση αυτή, ποια γάτα είναι ο Μοντμόρενσυ; Ο πειρασμός είναι να υποθέσουμε ότι και οι δύο γάτες είναι ο Μοντμόρενσυ, αλλά αυτό απαιτεί να πιστέψουμε σε κάποια εκδοχή που υποστηρίζει ότι και οι δύο γάτες είναι η ίδια γάτα, κάτι που είναι εντελώς απίθανο.