Από ένα κρεμαστό δόντι ελαφιού ηλικίας περίπου 20.000 ετών ανακτήθηκε αρχαίο DNA γυναίκας με καταγωγή από τη Βόρεια Ευρασία. Το δόντι του ελαφιού βρέθηκε στο σπήλαιο Ντενίσοβα της Ρωσίας. Η έρευνα δημοσιεύεται στο περιοδικό «Nature».
Τα αντικείμενα από πέτρες, οστά και δόντια ζώων, προσφέρουν πληροφορίες για τις ανθρώπινες συμπεριφορές και τον πολιτισμό κατά την παλαιολιθική εποχή. Ιδιαίτερα όσα κατασκευάζονται από οστά ή δόντια ζώων, είναι ιδιαίτερα υποσχόμενα, επειδή είναι πορώδη και επομένως επιτρέπουν τη διείσδυση σωματικών υγρών που περιέχουν DNA, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να εξαχθούν συμπεράσματα για τους κατασκευαστές ή τους χρήστες αυτών των αντικειμένων.
Προκειμένου να συνδέσει άμεσα πολιτιστικά αντικείμενα με συγκεκριμένα άτομα και να αποκτήσει έτσι βαθύτερες γνώσεις για τις παλαιολιθικές κοινωνίες, μια διεθνής, πολυεπιστημονική ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής το Ινστιτούτο Εξελικτικής Ανθρωπολογίας Μαξ Πλανκ στη Λειψία, ανέπτυξε μια νέα, μη καταστροφική μέθοδο για την απομόνωση DNA από οστά και δόντια. Στη συνέχεια, η ομάδα εφάρμοσε για πρώτη φορά τη μέθοδο σε ένα σύνολο αντικειμένων από γαλλικό σπήλαιο, που ανασκάφηκε από τη δεκαετία του 1970 ως τη δεκαετία του 1990. Στην περίπτωση αυτή ωστόσο, η συντριπτική πλειοψηφία του DNA που ελήφθη προερχόταν από τους ανθρώπους που είχαν χειριστεί τα αντικείμενα κατά τη διάρκεια ή μετά την ανασκαφή. Για να ξεπεραστεί το πρόβλημα της σύγχρονης ανθρώπινης μόλυνσης, οι ερευνητές επικεντρώθηκαν σε υλικό που είχε ανασκαφεί πρόσφατα χρησιμοποιώντας γάντια και μάσκες προσώπου και είχε τοποθετηθεί σε καθαρές πλαστικές σακούλες συνδεδεμένο ακόμα με ίζημα.
Τελικά, οι επιστήμονες μελέτησαν ένα κρεμαστό δόντι ελαφιού από το σπήλαιο Ντενίσοβα στη νότια Σιβηρία και κατάφεραν να ανακτήσουν το DNA μιας άλκης και ενός αρχαίου ανθρώπου. Οι αναλύσεις του DNA τους επέτρεψαν να εκτιμήσουν την ηλικία του κρεμαστού σε περίπου 19.000-25.000 ετών και να αναγνωρίσουν τον κατασκευαστή ή κάτοχο του μενταγιόν ως γυναίκα που είχε στενή γενετική σχέση με μια ομάδα αρχαίων ατόμων της Βόρειας Ευρασίας, που ζούσαν περίπου την ίδια εποχή, αλλά προηγουμένως είχαν βρεθεί μόνο ανατολικότερα στη Σιβηρία.