«Άψογος ποδοσφαιριστής. Αυτοκρατορικός αμυντικός. Αθάνατος ήρωας του 1966. Ο πρώτος Άγγλος που σήκωσε ψηλά το Παγκόσμιο Κύπελλο. Εθνικός θησαυρός. Κύριος του Γούμπλεϊ. Μοναδικός αρχηγός. Τζέντλεμαν όλων των εποχών».
Οποιοσδήποτε έχει επισκεφτεί το Στάδιο Γουέμπλεϊ και έχει δει το ορειχάλκινο άγαλμα του θρύλου Μπόμπι Μουρ ξέρει καλά τι λέμε. Ο μύθος της αμυντικής γραμμής, ο καλύτερος που αντιμετώπισαν ποτέ κατά δήλωσή τους Πελέ και Μπεκενμπάουερ, και ο ενωτικός αρχηγός των «Λιονταριών» έχτισε έναν θρύλο βήμα το βήμα, που ξεπεράστηκε ίσως μόνο από τον άψογο χαρακτήρα του.
Κάτι που συνοψίζει καλύτερα ο ομοσπονδιακός τεχνικός που οδήγησε την Αγγλία στον θρίαμβο του Μουντιάλ του 1966, σερ Αλφ Ράμσεϊ: «Ο αρχηγός μου, ο ηγέτης μου, το δεξί μου χέρι. Ήταν το πνεύμα και ο παλμός της ομάδας»…
Δυνατός στον αέρα, «χειρούργος» στα τάκλιν και δαιμόνιος στο να μοιράζει παιχνίδι, ο Μουρ ήταν αναμφίβολα ένας από τους καλύτερους αμυντικούς που γνώρισαν τα γήπεδα των Μουντιάλ, με την ικανότητά του να διαβάζει τη φάση να μένει μνημειώδης. Όπως έλεγε εξάλλου ο προπονητής της Σέλτικ, Τζοκ Στάιν: «Θα έπρεπε να υπάρχει νόμος εναντίον του. Ξέρει τι θα γίνει 20 λεπτά πριν από κάθε άλλο παίκτη»!
Ο πραγματικός τζέντλεμαν των γηπέδων φόρεσε το περιβραχιόνιο του αρχηγού της Εθνικής Αγγλίας για να μην το ξαναβγάλει ποτέ, κρατώντας το στο μπράτσο του στις 90 από τις 108 συμμετοχές του με τα εθνικά χρώματα της χώρας του.
Ο πιτσιρικάς Μουρ έκανε το ντεμπούτο του στην Εθνική Αγγλίας τον Μάιο του 1962 σε ματς με το Περού, λίγες εβδομάδες πριν από το Παγκόσμιο Κύπελλο της χρονιάς, εντυπωσιάζοντας άπαντες και κερδίζοντας έτσι μια θέση στην ομάδα, πριν αυτή ταξιδέψει μέχρι τη Χιλή για το Μουντιάλ του 1962. Ο Μουρ θα παίξει και στους 4 αγώνες των «Λιονταριών» μέχρι τα προημιτελικά, στοιχειώνοντας τη φανέλα με το Νο 6 για την επόμενη και πλέον δεκαετία.
Ο 22χρονος Μουρ θα φορέσει το περιβραχιόνιο του αρχηγού της Αγγλίας για πρώτη φορά στη νίκη των «Λιονταριών» με 4-2 κατά της Τσεχοσλοβακίας το 1963, μια θέση που θα νοικιάσει μόνιμα από το καλοκαίρι του 1964 μέχρι και την απόσυρσή του από τη διεθνή σκηνή!
Αν και η κορυφαία του στιγμή δεν είχε έρθει ακόμα: αφού γνώρισε δόξες με τη Γουέστ Χαμ το 1965, έπρεπε να περάσουν άλλοι 12 μήνες για να εγκαθιδρυθεί ο Μουρ στην καρδιά ενός έθνους. Και λίγο έλειψε να μην παίξει καν στο Παγκόσμιο του 1966, καθώς από τις διαμάχες του με τον προπονητή της Γουέστ Χαμ είχε μείνει εκτός ομάδας και δεν είχε έτσι δικαίωμα συμμετοχής στην τελική φάση του παγκόσμιου θεσμού!
Το θέμα όμως λύθηκε έγκαιρα -ευτυχώς!- κι έτσι ο μεγάλος αρχηγός σήκωσε στα ουράνια το τρόπαιο Jules Rimet, πριν ξεπλύνει τα χέρια του για τη χειραψία με τη βασίλισσα Ελισάβετ!
Η συνεισφορά του Μπόμπι στην αγγλική κατάκτηση της κούπας ήταν άμεση και καίρια: η Αγγλία δεν έφαγε ούτε γκολ μέχρι τα ημιτελικά, όταν ο σπουδαίος Εουσέμπιο παραβίασε την εστία, κι αυτό με πέναλτι!
Και βέβαια στον δύσκολο τελικό με τη Δυτική Γερμανία, το ανασταλτικό αστέρι του Μουρ θα έλαμπε για μια τελευταία φορά, χαρίζοντας τη νίκη στην ομάδα του με 4-2…
Οι διεθνείς συμμετοχές του Μουρ συνέχισαν να έρχονται και είχε ήδη αγγίξει τις 78 πριν καταφτάσει στα γήπεδα του Μεξικού για το Μουντιάλ του 1970. Το δεύτερο μάλιστα ματς των Άγγλων με τη Βραζιλία είναι ο πλέον αξιομνημόνευτος αγώνας του Μουρ: παρά την ήττα των «Λιονταριών» με 1-0, το υπέροχο τάκλιν του στον Βραζιλιάνο Jairzinho ήταν το στιγμιότυπο όλου του Παγκοσμίου!
Το οποίο ξεπεράστηκε μόνο από τη φωτογραφία του με τον Πελέ να αλλάζουν φανέλες μετά το τελευταίο σφύριγμα του διαιτητή, που έγινε διαχρονικό σύμβολο του ποδοσφαιρικού fair play, καθώς πρέπει να ξέρεις το αποτέλεσμα για να καταλάβεις ποιος έχασε και ποιος κέρδισε στο ματς!
Τα Πάντσερ της Δυτικής Γερμανίας θα έπαιρναν ωστόσο εκδίκηση για την ήττα στον τελικό του 1966 στο Γουέμπλεϊ και θα πετούσαν έξω τα «Λιοντάρια» στην παράταση των ημιτελικών…
Ο ανεπανάληπτος Μπόμπι Μουρ κατέκτησε τα πάντα στην καριέρα του, εκτός από το πρωτάθλημα Αγγλίας, τον μεγάλο του καημό…