Με 24 νίκες, έντεκα ισοπαλίες και μόλις τρεις ήττες η Λιλ έκανε την έκπληξη, κατέκτησε το πρωτάθλημα στη Γαλλία και έβαλε τέλος στην ηγεμονία της Παρί, η οποία είχε πάρει τον τίτλο στο Σαμπιονά το 2013, το 2014, το 2015, το 2016, το 2018, το 2019 και το 2020. Αυτή η καταπληκτική ομάδα του Κριστόφ Γκατιέ ακύρωσε τα πλούτη των Παριζιάνων και οδήγησε στην κορυφή μια ομάδα που εδρεύει σε πόλη 230.000 κατοίκων.
Ανάμεσα σε αυτήν την υπέροχη και ικανότατη ομάδα ανήκε ο Ορέστης Καρνέζης. Έχοντας παίξει στην Premier League (Γουότφορντ), τη Serie A (Ουντινέζε, Νάπολι) και τη La Liga (Γρανάδα), ο Κερκυραίος τερματοφύλακας άφηνε τον ιταλικό Νότο και τη Νάπολι για τη βόρεια Γαλλία και τη Λιλ. Στα 35 του θα ζούσε από κοντά αυτή τη σπουδαία επιτυχία ενός κλαμπ που είχε κατακτήσει ξανά την κορυφή το 2011 και παλαιότερα το 1946 και το 1954.
Ήταν το δεύτερο πρωτάθλημα της καριέρας του. Το πρώτο σε ηλικία 25 ετών, τότε που ανήκε στον Παναθηναϊκό. Ο γκολκίπερ που υπερασπίστηκε την εστία της Εθνικής Ελλάδας στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2014 μίλησε στο gazzetta.gr για τον θρίαμβο της Λιλ και εξήγησε πώς κατάφερε η ομάδα του να ρίξει στο καναβάτσο τον Νεϊμάρ, τον Εμπαπέ, τον Ντι Μαρία και τους υπόλοιπους σούπερ σταρς της Παρί.
«Βασικός λόγος της επιτυχίας είναι ότι η Λιλ είναι πολύ οργανωμένο κλαμπ με πολύ καλές υποδομές, εξαιρετικό προπονητικό κέντρο, φανταστικό γήπεδο που είναι κλειστό για τους αγώνες. Είναι μια ομάδα που λειτουργεί με πλάνο και οργάνωση. Έχει τον ίδιο προπονητή τα τελευταία τέσσερα χρόνια, έχει νεαρούς παίκτες με πολύ μεγάλο ταλέντο, που πλαισιώθηκαν από κάποιους έμπειρους ποδοσφαιριστές. Αυτό ήταν το βασικό πλάνο, γι’ αυτό ήρθα κι εγώ εδώ, γι’ αυτό υπήρχε αυτή η πρόταση για εμένα. Χτίστηκε έτσι η ομάδα τα τελευταία χρόνια και η εφετινή ήταν η σωστή για να μπορέσει να διεκδικήσει το πρωτάθλημα. Ευτυχώς τα καταφέραμε και ήταν κάτι πολύ σπουδαίο» ανέφερε ο 35χρονος.
Η Λιλ των Τούρκων Τσελίκ, Γιλμάζ και Γιαζίτσι, του Καναδού Ντέιβιντ, των Πορτογάλων Σάντσες και Φόντε και των Γάλλων Μενιάν, Ικονέ, Αντρέ, Σουμαρέ, Μπαμπά και των υπολοίπων έπαιξε φοβερό ποδόσφαιρο και έκοψε πρώτη το νήμα με 83 βαθμούς, έναν περισσότερο από την Παρί. «Ήταν μια ομάδα με πολύ ομοιογένεια, με πολύ ταλέντο και διάρκεια. Σε όλη τη διάρκεια της σεζόν έδειξε ότι μπορεί να βρεθεί και να σταθεί στην πρώτη θέση. Πήρε τα ντέρμπι και τα δύσκολα παιχνίδια. Για να πάρεις το πρωτάθλημα οφείλεις να έχεις διάρκειας όλη τη σεζόν. Είχαμε την ποιότητα, τη διάρκεια, πήραμε τα αποτελέσματα που θέλαμε και δικαίως είμαστε πρωταθλητές» σχολίασε ο Καρνέζης.
Οι περισσότεροι ποδοσφαιριστές της Λιλ έκαναν σεζόν… καριέρας. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η Μίλαν απέκτησε τον γκολκίπερ Μάικ Μενιάν, ότι η Λέστερ κινείται για τον μέσο Μπουμπακαρί Σουμαρέ, ότι αποχώρησε ο αρχιτέκτοντας της επιτυχίας Κριστόφ Γκατιέ, ότι το ίδιο έκανε νωρίτερα ο άνθρωπος που βρίσκεται πίσω από το θαύμα, ο τεχνικός διευθυντής Λουίς Κάμπος.
Ποια μπορεί να είναι η προοπτική της Λιλ στο μέλλον; Ο Καρνέζης που έχει συμβόλαιο με το γαλλικό κλαμπ μέχρι το καλοκαίρι του 2023, απάντησε: «Η προοπτική της ομάδας είναι να βρίσκεται πάντα στο υψηλότερο επίπεδο. Να συμμετέχει κάθε χρόνο στο Champions League και να στοχεύει στο καλύτερο πάντα. Αυτό δεν κατέστη εφικτό τα προηγούμενα χρόνια, έπαιρνε το πρωτάθλημα η Παρί. Με πλάνο, οργάνωση και επιμονή τα κατάφερε. Σκοπός είναι και τα επόμενα χρόνια να διεκδικεί την είσοδό της στο Champions League, αλλά και να διεκδικεί τίτλους».
Ο Έλληνας τερματοφύλακας είχε μπροστά του τον κατά δέκα χρόνια μικρότερό του Μενιάν, ο οποίος πουλήθηκε 13.000.000 συν μπόνους (υπολογίζονται σε 2.000.000). Στο τέλος της σεζόν έφτασε να έχει αγωνιστεί μόνο στο Κύπελλο, αλλά ακόμη κι όταν υπέγραφε, γνώριζε τις ιδιαιτερότητες που υπήρχαν.
«Είχα την τύχη και τη χαρά να βρεθώ κι εγώ εφέτος εδώ και να πανηγυρίσω αυτόν τον τίτλο κάνοντας πέρασμα από τη Νάπολι, ένα τεράστιο σωματείο. Ήμουν τυχερός στην καριέρα μου γιατί πέρασα από μεγάλες ομάδες, γνώρισα φανταστικούς συμπαίκτες, πολύ σπουδαίους ποδοσφαιριστές, αγωνίστηκα στα κορυφαία πρωταθλήματα. Ήταν κάτι σαν όνειρο μέχρι στιγμής όλη η καριέρα μου και είμαι ευγνώμων για όσα έχω πετύχει. Εφέτος ο χρόνος συμμετοχής μου ήταν ελάχιστος. Γνωρίζω όμως τη θέση μου, γνωρίζω ότι η μία είναι η θέση και δεν αλλάζει εύκολα. Όπως κι εγώ όταν ήμουν στην Ουντινέζε, για τρία χρόνια ο δεύτερος τερματοφύλακας είχε παίξει απειροελάχιστα όσο αγωνιζόμουν εγώ. Έτσι είναι η θέση.
Αυτό όμως είναι και το πιο δύσκολο κομμάτι, να μπορέσεις να διαχειριστείς τη δική σου απραξία και θυμό, να τον μετατρέψεις σε θετική ενέργεια και αυτήν, σε συνδυασμό με τον επαγγελματισμό σου, να τα μεταδώσεις κάθε μέρα στις προπονήσεις, ώστε αυτός που παίζει να νιώθει την καλή σου ενέργεια και τη συνεργασία. Αυτό είναι το πιο σημαντικό κομμάτι για κάποιον που δεν παίζει, αυτό προσπαθώ να κάνω κι εγώ για να κρατηθεί ισορροπία μέσα στην ομάδα. Επομένως όσοι δεν έχουν τον ίδιο χρόνο συμμετοχής είναι εξίσου σημαντικοί με αυτούς που παίζουν, για την ισορροπία και την καλή λειτουργία της ομάδας».
Ανεξάρτητα από την άποψη που μπορεί να έχει ο καθένας για τον Ορέστη Καρνέζη, θα έχει να λέει ότι πέρασε στα τέσσερα από τα πέντε κορυφαία πρωταθλήματα της Ευρώπης, ότι συνεργάστηκε με κορυφαίους ποδοσφαιριστές και προπονητές, ότι εκπροσώπησε 49 φορές την εθνική ομάδα της χώρας του, ότι αντιμετώπισε ορισμένους από τους καλύτερους παίκτες του πλανήτη. Προτού κλείσουμε την κουβέντα, του ζητήσαμε να αναλύσει τις διαφορές του γαλλικού από το ιταλικό, το αγγλικό και το ισπανικό πρωτάθλημα:
«Είναι τέσσερα διαφορετικά και ξεχωριστά πρωταθλήματα, το καθένα για τους δικούς του λόγους. Ανάλογα με το μπάτζετ, την προσέγγιση της χώρας, την τακτική, τη δυναμικότητα, παίζουν πολλά πράγματα ρόλο. Το γαλλικό πρωτάθλημα θα έλεγα ότι έχει μεγάλη οργάνωση όσον αφορά τις υποδομές. Τα γήπεδα στα οποία αγωνιζόμαστε είναι όλο καινούργια στην πλειοψηφία τους. Οι υποδομές των ομάδων είναι εξαιρετικές. Είναι πρωτάθλημα στο οποίο οι ομάδες προσπαθούν να παίξουν ποδόσφαιρο οι ομάδες. Δεν συγκρίνεται με το μπάτζετ των αγγλικών ομάδων, οι οποίες έχουν ξεφύγει στα νούμερα. Αυτό φαίνεται στο γεγονός ότι μπορούν να πάρουν όποιους παίκτες θέλουν και γι΄αυτό είναι τόσο ανταγωνιστικό πρωτάθλημα. Το γαλλικό είναι πολύ οργανωμένο».
Πηγή: Gazzetta.gr