Ανοιχτή εξακολουθεί να θεωρείται η υπόθεση της ανάθεσης της διοργάνωσης των Παγκοσμίων Κυπέλλων ποδοσφαίρου του 2018 και του 2022, η οποία μπαίνει στην τελευταία της εβδομάδα έχοντας επιβιώσει από ένα σκάνδαλο διαφθοράς, το οποίο απείλησε να εκτροχιάσει την όλη διαδικασία.
Η ψηφοφορία περιορίζεται στα μέλη της εκτελεστικής επιτροπής της FIFA και οι διεκδικητές πιστεύουν ότι υπάρχουν πολλοί αναποφάσιστοι. Ακόμη και ο ακριβής αριθμός των ψηφοφόρων της 2ας Δεκεμβρίου δεν είναι βέβαιος, καθώς δύο από την 24μελή επιτροπή ανακλήθηκαν από την FIFA, η οποία όμως δεν έχει αποφανθεί ακόμη σχετικά με το αίτημα της αντικατάστασης ενός από τους δύο.
Η FIFA έχει προετοιμάσει αναλυτικές εκθέσεις για τις τεχνικές και οικονομικές δυνατότητες κάθε πρότασης, αλλά ο πρόεδρος της, Σεπ Μπλάτερ, εκτιμά ότι οι προσωπικές συνεντεύξεις θα είναι πιο σημαντικές από την ποιότητα της πρότασης.
«Δεν θα άξιζε να κάναμε τις εκθέσεις αν τελικά αυτοί που ψηφίζουν δεν πρόκειται να τις πάρουν υπόψη, αλλά δεν ασχολούμαστε μόνο με το θεσμό του Παγκοσμίου Κυπέλλου αλλά και τους ανθρώπους, που έχουν ιδέες διαφορετικές από αυτές που καταγράφονται στα έγγραφα», είπε ο Μπλάτερ.
Σημειώνεται ότι για τη διοργάνωση του 2018 έχουν υποβάλλει προτάσεις, η Αγγλία, η Ρωσία και από κοινού το Βέλγιο και η Ολλανδία, και η Ισπανία με την Πορτογαλία και για το 2022 οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, το Κατάρ και η Αυστραλία.
Από αυτές τις χώρες, Ρωσία, Πορτογαλία, Ολλανδία, Βέλγιο, Κατάρ και Αυστραλία δεν έχουν φιλοξενήσει ποτέ διοργάνωση Παγκοσμίου Κυπέλου.
Ο διαγωνισμός άρχισε όταν η FIFA ζήτησε προτάσεις, στις 15 Ιανουαρίου 2009, αλλά σήμερα, μετά σχεδόν από δύο χρόνια παρασκηνιακών πιέσεων, πολλοί αισθάνονται ότι η τελευταία εβδομάδα θα είναι καθοριστική.
«Κανένας δεν ξέρει πού θα πάει η ψηφοφορία και κανένας δεν μπορεί να ξέρει, ό,τι κι αν λένε», σημειώνει ο επικεφαλής της αγγλικής διεκδίκησης, Άντι Ανσον.
Με τη Βραζιλία να έχει κερδίσει τη διοργάνωση του 2014, χωρίς αντίπαλο, πάνε δέκα χρόνια από τότε που η Γερμανία κέρδισε τη διοργάνωση του 2006 κάτω από αντιφατικές συνθήκες.
Όμως, η πρόσφατη εμπειρία των Ολυμπιακών Αγώνων, δείχνει ότι το παρασκήνιο της τελευταίας στιγμής, μπορεί να αποβεί σημαντικό.
Ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας, Τόνι Μπλερ, έχει πιστωθεί την ανάληψη της διοργάνωσης των Ολυμπιακών του 2012 από το Λονδίνο, ενώ η επιρροή του Βλαντιμίρ Πούτιν ήταν σημαντική για την ανάθεση των Χειμερινών Ολυμπιακών του 2014 στο Σότσι, ενώ είχε ελάχιστες ελπίδες.
Μετά από αυτά, η αγγλική αντιπροσωπεία στη Ζυρίχη θα έχει επικεφαλής τον πρωθυπουργό, Ντέηβιντ Κάμερον, και θα συμπεριλαμβάνεται και ο διάδοχος του θρόνου, πρίγκιπας Ουίλιαμ.
Μέχρι στιγμής δεν έχει επιβεβαιωθεί ότι θα είναι εκεί ο Πούτιν, ενώ επικεφαλής της αμερικανικής αντιπροσωπείας, θα είναι ως επίτιμος πρόεδρος της, ο πρώην πρόεδρος Μπιλ Κλίντον.
Από την διαδικασία έχουν αποκλειστεί δύο μέλη της εκτελεστικής επιτροπής της FIFA, ο Ρέιναλτ Τεμαρίι από την Ταϊτή και ο Αμος Αντάμου από τη Νιγηρία, μετά από καταγγελίες ότι προσφέρθηκαν να πουλήσουν τις ψήφους τους σε δημοσιογράφους που έλεγαν ότι λειτουργούσαν ως ενδιάμεσοι κάποιας υποψηφιότητας.
Ο Τεμαρίι, ο οποίος ήταν το μόνο μέλος από τη Συνομοσπονδία της Ωκεανίας και ήταν βέβαιο ότι θα στήριζε την Αυστραλία, βρέθηκε ένοχος για παραβίαση των κανόνων και της δεοντολογίας ενώ ο Αντάμου για δωροδοκία.
Η ομοσπονδία της Αυστραλίας, έχει ζητήσει να αντικατασταθεί ο Τεμαρίι.
Υπενθυμίζεται ότι το 2000, το Μουντιάλ του 2006 ανατέθηκε στη Γερμανία με ψήφους 12 έναντι 11 όταν, στην τελευταία ψηφοφορία, ο εκπρόσωπος της Νέας Ζηλανδίας, Τσαρλς Ντέμπσι, αψήφησε την εντολή της Συνομοσπονδίας της Ωκεανίας και ψήφισε υπέρ της Γερμανίας.
Ο Ντέμπσι, πάντως, που στο μεταξύ έχει πεθάνει, έλεγε ότι βρισκόταν σε μία κατάσταση που δεν θα κέρδιζε ό,τι και να ψήφιζε. Αν είχε ψηφίσει διαφορετικά, το αποτέλεσμα θα ήταν ισοπαλία, και η καθοριστική ψήφος θα ήταν του Μπλάτερ.
Πολλοί θεωρούν ότι παρόμοιες θα είναι οι διαφορές και αυτή τη φορά.