Ο Λέο Ζαμπά βίωσε μια πολύ δύσκολη περίοδο, όταν ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας τον πήγε πίσω στην καριέρα του. Ο Βραζιλιάνος επιθετικός που ανήκει στον ΠΑΟΚ, έχει επιστρέψει στην πατρίδα του για λογαριασμό της Βάσκο ντα Γκάμα και προσπαθεί να κάνει… restart. θέλοντας να αφήσει πίσω του όσα τον έκαναν να μην σκέφτεται το ποδόσφαιρο, παρά μόνο εάν θα περπατήσει ξανά.
Ο 22χρονος ποδοσφαιριστής μίλησε για πρώτη φορά για το σοβαρό πρόβλημα υγείας που είχε και συγκλονίζει. Μέσω της Globoesporte, αναφέρθηκε στις δύσκολες ημέρες που πέρασε λόγω ενός μικροβίου, τη διαφωνία του με το ιατρικό τιμ του «δικεφάλου» του Βορρά, αλλά και το μέλλον του στον σύλλογο του Ρίο ντε Τζανέιρο.
Συγκεκριμένα ο Ζαμπά μίλησε για:
Το ντεμπούτο του με τη Βάσκο ντα Γκάμα: «Είμαι πολύ χαρούμενος, ο πατέρας μου, μου έστειλε ένα μήνυμα και μου είπε ότι έκλαιγε όταν με είδε να παίζω. Αυτό που πέρασα τον Φεβρουάριο του 2020 ήταν πολύ δύσκολο. Πέρασα δέκα νύκτες ξαπλωμένος στο κρεβάτι, δεν μπορούσα καν να δω το φως, δεν άγγιξα το κινητό μου.
Δεν μπορούσα να κουνηθώ για πέντε ημέρες, επειδή δεν άντεχα ούτε το φως κι όλο αυτό ήταν εξαιτίας ενός μικροβίου. Δε ζήτησα να παίξω ξανά μπάλα, αλλά να περπατήσω. Θέλω να ευχαριστήσω το θεό, επειδή πέρασα πολύ δύσκολες στιγμές, η τελευταία φορά που έπαιξα ήταν το Σεπτέμβρη. Ακόμη και το στομάχι μου με ενοχλούσε, δεδομένου ότι για καιρό δεν είχα μία ρουτίνα που έχει κάθε παίκτης. Από την πρώτη μέρα που ήρθα στη Βάσκο, όλοι με υποδέχθηκαν πολύ καλά. Είναι σαν να μεγάλωσα εδώ. Έπαιξα για λίγα λεπτά, αλλά ήταν σημαντικό για μένα. Ήταν σαν να έπαιξα 90 λεπτά.
Πέρασε καιρός από τότε που έκανα αυτό που μου δίνει χαρά. Φανταστείτε έναν πατέρα και μία μητέρα που βλέπουν το γιο τους να μην μπορεί να κάνει τίποτα. Ούτε τα χρήματα, ούτε τίποτα δεν έχουν μεγαλύτερη σημασία. Έκλαψα και οι γονείς μου δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα. Όταν τελείωσε το παιχνίδι, γονάτισα και ευχαρίστησα το Θεό επειδή ήταν μία δύσκολη περίοδος. Μίλησα με τη σύντροφό μου, που με στηρίζει.
Θέλω να κάνω σταθερά βήματα. Έπαιξα 8 λεπτά στο ντεμπούτο μου και το ιδανικό είναι να παίζω σιγά-σιγά περισσότερο. Τα πηγαίνω καλά και στις προπονήσεις. Αισθάνομαι καλά κι αυτό είναι το πιο σημαντικό. Αυτή στιγμή, στόχος μου είναι η άνοδος με τη Βάσκο. Το συμβόλαιό μου θα ολοκληρωθεί τον Δεκέμβρη και μετά θα πρέπει να παλέψω με τους Έλληνες για να με αφήσουν να παίξω στην πρώτη κατηγορία με τη Βάσκο. Αυτό είναι το όνειρό μου».
Τη δύσκολη περίοδο με τον σοβαρό τραυματισμό του: «Ήταν ένα νοσοκομειακό μικρόβιο που κόλλησα, αλλά τα συμπτώματα βγήκαν δύο μήνες μετά. Έκανα την επέμβαση στις 21 του Νοέμβρη το 2019, όλα ήταν ήρεμα κι επρόκειτο να επιστρέψω σε τρεις μήνες. Στους δύο μήνες, έτρεχα στην πισίνα χωρίς να έχω κανένα πόνο τίποτα. Η αποθεραπεία ήταν καλή και μου είπαν την Τετάρτη, ότι τη Δευτέρα θα ξεκινήσω και πρόγραμμα στο γήπεδο. Την Πέμπτη ξύπνησα και ευτυχώς είχα μία κυρία που έκανε δουλειές στο σπίτι μου.
Ήξερε τα πάντα. Εκείνο το βράδυ, έμεινε μέχρι αργά στο σπίτι. Είπαμε καληνύχτα, κοιμήθηκα και ξύπνησα την επόμενη ημέρα με έναν έντονο πόνο. Οπότε ήξερε τι έγινε. Όταν έφτασα στο γήπεδο, με ρώτησαν οι άνθρωποι της ομάδας τι έγινε, τι έκανα. Την Παρασκευή, το Σάββατο και την Κυριακή ήμουν στο κρεβάτι με ενέσεις. Δε θέλω καν να το θυμάμαι. Πήγα στο νοσοκομείο, με 40 πυρετό κι η κατάσταση ήταν περίπλοκη.
Είπα στη μητέρα μου ότι πονούσα πολύ κι ήταν απελπισμένη. Την ημέρα που την πήρα, έπρεπε να μπω στο χειρουργείο για το γόνατό μου και να αφαιρέσω το υγρό. Μου είπε ότι θα έρθει στην Ελλάδα με τον αδερφό μου αμέσως. Μετά, είχα το πόδι μου ακινητοποιημένο για ένα μήνα. Έχασα επτά κιλά. Η μητέρα μου έμεινε μαζί μου, ακριβώς στο ξεκίνημα της πανδημίας.
Το τελευταίο μου παιχνίδι ήταν το Σεπτέμβρη του 2020 και μετά κάτι έγινε και δεν έπαιξα ξανά. Από τότε, ήθελα να πάω σε μία ομάδα δανεικός για να πάρω φρέσκο αέρα και να παίξω ξανά, αλλά έκανα προπονήσεις κι έπαιξα σε μερικά φιλικά. Έμεινα εκτός για καιρό, αλλά τον Μάιο μπήκα στις προπονήσεις και έπαιξα ξανά.
Έκανα προετοιμασία, έπαιξα και 90 λεπτά σε ένα φιλικό. Αισθανόμουν καλά, όχι στο 100%, αλλά έκανα ό,τι μπορούσα. Μετά, έπαιξα στο παιχνίδι με την Μπεσίκτας. Κερδίσαμε και ήταν το πρώτο μου παιχνίδι μετά από οκτώ μήνες. Την επόμενη εβδομάδα, είχαμε αγώνα στο πρωτάθλημα. Υπήρξε μία αλλαγή στο ιατρικό τιμ κι ο γιατρός μου είπε ότι θα έπρεπε να γίνει νέα επέμβαση. Του είπα: “Για ποιο λόγο να χειρουργηθώ αφού δε νιώθω πόνο και δεν αισθάνομαι τίποτα στο γόνατό μου; Οπότε τότε αισθάνθηκα άσχημα.
Μετά, πήγα στην Πορτογαλία να δω τον δρ. Νορόνια, έναν ειδικό που δουλεύει με παίκτες όπως ο Κριστιάνο Ρονάλντο και την Εθνική ομάδα της Πορτογαλίας. Μου είπε ότι δε χρειαζόταν επέμβαση, αλλά απλά έπρεπε να δυναμώσω και να παίξω ποδόσφαιρο. “Θα δυναμώσεις, παίζοντας και μέσα από την προπόνηση”, μου είπε.
Τον Δεκέμβρη πήγα στη Βραζιλία σε έναν ακόμη γιατρό, τον δρ. Χοακίν Γκράβα και μου έδωσε την ίδια απάντηση. Πήγα και σε άλλους γιατρούς κι όλοι μου είπαν ότι δε χρειαζόταν επέμβαση. Οπότε, η κατάσταση στον ΠΑΟΚ ήταν αγχωτική για μένα».
Την επιλογή του να αγωνιστεί στη Βάσκο ντα Γκάμα: «Αν σκεφτόμουν απλά το οικονομικό κομμάτι, θα μπορούσα να μείνω στην Ελλάδα, που ήταν πολύ ωραία, η πόλη που ζούσα, ο κόσμος… Με πλήρωναν στην ώρα μου, αλλά ποτέ δεν ήθελα να καθίσω πάνω στο συμβόλαιό μου. Έχω συμβόλαιο μέχρι το 2023 και πάντα προσπαθούσα να παίξω ποδόσφαιρο, που είναι αυτό που μου δίνει χαρά. Γι’ αυτό και πάντα έλεγα ότι θέλω καθαρό αέρα, ένα νέο περιβάλλον και νέα πράγματα. Και δόξα το Θεό, ήρθα στη Βάσκο».