Τους αντιπαθούμε (οι περισσότεροι) ή τους συμπαθούμε (οι πολύ λιγότεροι), αυτούς θα βρούμε απέναντί μας το βράδυ της Παρασκευής.
Κι επειδή βασικός οδηγός για κάθε μάχη είναι η γνώση του αντιπάλου σου, μάθετε τα πάντα για τον «Γιόγκι» Λεβ και τα παιδιά του, που φιλοδοξούν να βγάλουν από το Euro (γιατί για το Ευρώ έχει αναλάβει η Μέρκελ) την Ελλάδα.
Η σχεδόν γενική ελληνική απέχθεια για την εθνική Γερμανίας δεν είναι απότοκο του μνημονίου και της Μέρκελ. Η αλήθεια είναι πως μεγαλώσαμε μαθαίνοντας να αντιπαθούμε τους Γερμανούς. Από τα ποιηματάκια και τις σχολικές γιορτές της εθνικής επετείου και τις ιστορίες της κατοχής από παππούδες και γιαγιάδες, μέχρι τις ταινίες με τον Γερμανοκτόνο Κώστα Πρέκα και την υπολοχαγό Νατάσα-Αλίκη Βουγιουκλάκη ή τη μεγάλη απόδραση των «11» με το τρομερό ανάποδο ψαλίδι του Πελέ ή τις αποκρούσεις του Σταλόνε (!) στα πέναλτι απέναντι στην ομάδα των Ναζί. Και πάνω που ο Ότο Ρεχάγκελ άρχισε να μας πείθει πως «οι Γερμανοί είναι φίλοι μας», ήρθε η Μέρκελ, ο Σόιμπλε και οι λοιποί για να ξυπνήσουν μνήμες της «γερμανικής μπότας».
Όσο-πάντως-κι αν δεν μας γεμίζουν το μάτι, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε κάποια πράγματα. Άλλωστε κάθε ευρώ έχει δύο όψεις. Είναι (συχνά βέβαια υπέρ το δέον) οργανωτικοί, εργατικοί, μεθοδικοί, επίμονοι, υπεύθυνοι, σοβαροί, συνεπείς… κι όλες αυτές οι αρετές αποτυπώνονται στην εθνική τους ομάδα. Όχι τώρα, αλλά εδώ και χρόνια.
Μάνουελ Νόιερ (τερματοφύλακας, Μπάγερν Μονάχου): Κάθεται ανάμεσα στα δοκάρια, ανοίγει τα χέρια και ίσα που διακρίνονται πίσω του τα δίχτυα. «Ψηλός και άμυαλος», θα πουν οι βιαστικοί. Αμ δε! Το Νοέμβριο του 2011 κέρδισε 500.000 ευρώ στη γερμανική εκδοχή του «Ποιος θέλει να γίνει εκατομμυριούχος» και τα διέθεσε για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Σιγά το ποσό, μπροστά στα 22 εκατ. ευρώ που δαπάνησε το περασμένο καλοκαίρι η Μπάγερν για να τον αποκτήσει από τη Σάλκε, κάνοντας τον ξανθομάλλη φύλακα-άγγελο της γερμανικής εστίας τη δεύτερη πιο ακριβή μεταγραφή τερματοφύλακα μετά από αυτή του Τζίτζι Μπουφόν από την Πάρμα στη Γιουβέντους το 2001.
Φίλιπ Λαμ (αριστερό μπακ, Μπάγερν Μονάχου): Ακούς «αρχηγός της εθνικής Γερμανίας» και φαντάζεσαι ένα θηρίο με μούσκουλα και τρομακτική φυσιογνωμία που παραπέμπει σε Ες Ες. Ο Φίλιπ Λαμ με baby-face και μπόι μόλις στο 1,70μ. διαψεύδει μεν τις προσδοκίες, όμως αποτελεί τη συνέχεια της πρότασης «μικρός στο μάτι…». Φύσει δεξιοπόδαρος, αλλά γίνεται θυσία για την πατρίδα του και παίζει στα αριστερά, με την ίδια επιτυχία.
Χόλγκερ Μπαντστούμπερ (στόπερ, Μπάγερν Μονάχου): Η φωτογραφία του κάλλιστα θα συνόδευε το λήμμα «Γερμανός αμυντικός» σε οποιοδήποτε λεξικό. Καθαρόαιμος απόγονος της άριας φυλής, προϊόν των ακαδημιών της Μπάγερν, μπορεί μεν να μη «μιλά» στην μπάλα, αλλά η μορφή του αρκεί για να στείλει το μήνυμα «Achtung» (μτφ. «Προσοχή») στους αντιπάλους επιθετικούς.
Ματς Χούμελς (στόπερ, Ντόρτμουντ): Όταν σε έχουν βαφτίσει Ματς, δεν έχεις και πολλές επιλογές καριέρας. Έκανε το πεπρωμένο πραγματικότητα και αποδεδειγμένα αποτελεί την αμυντική εγγύηση σε μία σούπερ επιθετική ομάδα όπως η Ντόρτμουντ. Στην Μπάγερν που τον ανέθρεψαν και τον «σκότωσαν» για ψίχουλα (4 εκατ. ευρώ) το 2009, ακόμη χτυπούν το κεφάλι τους στον τοίχο.
Ζερόμ Μπόατενγκ (δεξί μπακ, Μπάγερν Μονάχου): Γεννήθηκε στο Βερολίνο από έρωτα που θυμίζει σίριαλ του Μανούσου Μανουσάκη, ανάμεσα σε Γκανέζο πατέρα και Γερμανίδα μητέρα. Κι ενώ ο αδερφός του επέλεξε να τιμήσει την πατρική καταγωγή και να ενισχύσει το αφρικανικό συγκρότημα, αυτός προτίμησε την πατρίδα της μαμάς. Για τους λάτρεις του κουτσομπολιού, είναι πατέρας δίδυμων κοριτσιών αλλά χωρισμένος (δίχως να έχει παντρευτεί με τη μητέρα τους). Παραμονές του Euro 2012 προκάλεσε σούσουρο το ραντεβού του με μοντέλο του Playboy σε φτηνό ξενοδοχείο. Παιδί για τη «βρώμικη» δουλειά, δηλαδή, μπορεί να παίξει στο κέντρο, αλλά και στα δύο άκρα της άμυνας.
Σάμι Κεντίρα (μέσος, Ρεάλ Μαδρίτης): Ένας ακόμη «καρπός» του έρωτα μετανάστη (από την Τυνησία) με Γερμανίδα. Όχι ο πλέον προικισμένος τεχνικά ποδοσφαιριστής του κόσμου, αλλά «στρατιώτης» του προπονητή και πιστός στην εφαρμογή του πλάνου του. Θέλετε κι άλλη απόδειξη από την καθιέρωσή του στην ξεχειλίζουσα από ταλέντο Ρεάλ Μαδρίτης του στρατηγού Ζοσέ Μουρίνιο; Αν δεν σας γεμίζει το μάτι, ψάξτε στην κερκίδα τη δίμετρη σύντροφό του, νικήτρια του γερμανικού « Next Top Model», Λένα Γκέρτσκε.
Μπάστιαν Σβαϊνστάιγκερ (μέσος, Μπάγερν Μονάχου): Αν δεν ήταν ποδοσφαιριστής, θα έβρισκε σίγουρα ρόλο στο «Inglourious Basterds» του Ταραντίνο ως πρωτοπαλίκαρο του Χίτλερ. Μπορεί σε διαγωνισμό ομορφιάς να έβγαινε… έξω, αλλά από την ενδεκάδα δεν τον κουνά κανείς. Υπήρξε μεγάλο ταλέντο στο σκι, αλλά προτίμησε να κάνει σλάλομ στο χορτάρι αντί στις χιονισμένες πλαγιές. Και μάλλον έπραξε σωστά. Μοιραίος στον τελικό του Champions League, αλλά ως γνήσιος Γερμανός σκυλιασμένος για απαντήσεις στο Euro 2012.
Μεσούτ Οζίλ (μεσοεπιθετικός, Ρεάλ Μαδρίτης): Η τεχνική του μας βγάζει τα μάτια, σαν τα δικά του που θαρρείς πως είναι έτοιμα να ξεκολλήσουν από το πρόσωπό του. Τούρκος τρίτης γενιάς, αλλά με την καταγωγή του τον συνδέει μόνο το μουσουλμανικό θρήσκευμα. Σίγουρα ο ποιοτικότερος παίκτης της «Νατσιονάλμανσαφτ», φροντίζει να φέρνει σε καλύτερη ισορροπία την αναλογία πλάνου και δύναμης με την έμπνευση και το ταλέντο.
Λούκας Ποντόλσκι (μεσοεπιθετικός, Άρσεναλ): Γνήσιο τέκνο Gastarbeiter, που μετακόμισαν από την Πολωνία με το δίχρονο παιδί τους στη Γερμανία το 1987. Διατηρεί άρρηκτους δεσμούς με την αυθεντική του πατρίδα, που όμως ουδέποτε τον κάλεσε να φορέσει το εθνόσημο και… κακό του κεφαλιού της. Ο «Πόλντι» κατέληξε στη Γερμανία και στα 27 του μετρά ήδη 100 συμμετοχές και 44 γκολ. Για το αριστερό του πόδι έχουν γραφτεί ύμνοι. Πλέον θα μπορεί να ρίχνει τις «κανονιές» του με τη φανέλα της Άρσεναλ, που του έδωσε δεύτερη ευκαιρία να δείξει την αξία του στην ελίτ, μετά το αποτυχημένο πέρασμά του από την Μπάγερν.
Τόμας Μίλερ (μεσοεπιθετικός, Μπάγερν Μονάχου): Κουβαλά όνομα βαρύ σαν ιστορία για την ποδοσφαιρική Γερμανία, αν και με τον θρυλικό Γκερντ δεν έχει καμία συγγένεια. Πολυθεσίτης της επίθεσης, ικανός να προσφέρει στα άκρα, πίσω από τον σέντερ φορ ή και αντ’ αυτού άμα λάχει. «Εκτοξεύτηκε» στο Μουντιάλ του 2010 και παρότι η συνέχεια δεν ήταν ανάλογα εντυπωσιακή, παραμένει στις πρώτες επιλογές.
Μάριο Γκόμεζ (σέντερ φορ, Μπάγερν Μονάχου): Γιος Ισπανού-όπως μαρτυρά το επίθετό του-και Γερμανοεβραίας, ο αποκαλούμενος «Σούπερ Μάριο» είναι σέντερ φορ παλιάς κοπής. Μοιάζει ατσούμπαλος, φαντάζει άτεχνος, αλλά την τέχνη του γκολ τη γνωρίζει άριστα και το έχει πιστοποιήσει πολλάκις, αρχικά με Στουτγκάρδη και πλέον με Μπάγερν και Γερμανία.
Γιόακιμ Λεβ (προπονητής): Τον πρωτακούσαμε ως υποψήφιο προπονητή της ΑΕΚ (!) στα τέλη της περασμένης δεκαετίας. Η πολλά υποσχόμενη στο ξεκίνημά της καριέρα του έδειχνε να έχει βαλτώσει, μέχρι ο Γιούργκεν Κλίνσμαν, με τον οποίο υπήρξαν… συμμαθητές σε σχολή προπονητικής, να τον καλέσει μόλις πήρε το χρίσμα για το Μουντιάλ του 2006. Με τη φυγή του, ο «Γιόγκι» πήρε προαγωγή κι άρπαξε την ευκαιρία από τα μαλλιά οδηγώντας τη Γερμανία σε πολύ καλή παρουσία, όχι όμως στον τίτλο, το και το 2010.
Και δεν είναι μόνο αυτοί. Όταν ο «Γιόγκι» κατά την προσφιλή του συνήθεια δεν σκαλίζει τη μύτη του και αντ’ αυτού γυρίσει να κοιτάξει τον πάγκο του δεν θα νιώσει απελπισία. Βίζε (Χόφενχαϊμ) και Τσίλερ (Ανόβερο) δεν είναι Νόιερ, αλλά ούτε για… πέταμα ως «ρεζέρβες» για το τέρμα, οι άλλοτε βασικοί Μερτεζάκερ (Άρσεναλ) και Χέβεντες (Σάλκε) παρέχουν εγγύηση στα στόπερ, ενώ ο Σμέλτσερ (Ντόρτμουντ) περιμένει στωικά να βγει από τη σκιά του Λαμ. Κρόος (Μπάγερν), Μπέντερ (Λεβερκούζεν)-ο Λαρς, γιατί υπάρχει και ο αξιόλογος δίδυμος αδερφός του, Σβεν, που «κόπηκε» πριν τα τελικά-και Γκουντογκάν (Ντόρτμουντ) κάθε άλλο παρά λύσεις ανάγκης αποτελούν για το κέντρο, ενώ οι «διάολοι» με την εξαιρετική τεχνική Ρόις και Γκέτσε (Ντόρτμουντ) περιμένουν ανά πάσα στιγμή την ευκαιρία για να αναστατώσουν τις αντίπαλες άμυνες. Κι αν δεν αρκούν αυτοί, από τον πάγκο έρχεται ο Κλόζε (Λάτσιο), δεύτερος σε συμμετοχές και γκολ στην ιστορία των «πάντσερ».
Τι κι αν δεν τους έχουμε κερδίσει ποτέ και μας έχουν πάρει τον αέρα; Εμείς φωνάζουμε «Αέρααααα»!!!
Πηγή: sport-fm.gr