Κάθε παίκτης έχει ένα χαρακτηριστικό που τον καθιστά απαραίτητο σε μια ομάδα. Για τις μεσαίας δυναμικότητας ομάδες, δεν χρειάζεται να είσαι σπουδαίος για να σταθείς. Στο κορυφαίο επίπεδο, για παράδειγμα στη… Μπάγερν Μονάχου των ακριβών μεταγραφών, του πρωταθλητισμού και της «υποχρέωσης» της διάκρισης σε διεθνές επίπεδο και στον υψηλό ανταγωνισμό, που ξεκινάει από τις προπονήσεις και καταλήγει σε κάθε αγώνα από τους πολλούς της σεζόν, πρέπει να κάνεις τουλάχιστον ένα πράγμα άριστα. Για τον Τόμας Μίλερ, όσο υπάρχουν πολλοί στη Βαυαρία που τον λατρεύουν και δεν μπορούν να φανταστούν τη σύγχρονη εκδοχή της Μπάγερν δίχως αυτόν, αντίστοιχα πλήθος τον επικρίνει ως «λίγο». Δεν πλασάρει τέλεια, δεν είναι ο πιο γρήγορος, ούτε ο πιο δυνατός, ενώ η τεχνική του δεν είναι το δυνατό του σημείο. Οριακά μοιάζει σαν μονοκόμματος και όταν αυτός ο τύπος επιβιώνει για τόσα χρόνια ως βασικός και (σχεδόν) αναντικατάστατος στο Μόναχο, ουκ ολίγοι «τραβούν» τα μαλλιά τους. Είναι λίγα όμως άραγε 161 γκολ σε 400 συμμετοχές σε όλες τις διοργανώσεις τα τελευταία 9 σεζόν, ή οι 133 ασίστ; Μάλλον όχι. Λιγότερο αμελητέες μοιάζουν οι φωνές και η ηγετική παρουσία του στο χορτάρι, μιας και η εικόνα του με το στόμα ανοικτό να γκαρίζει σε όποιον συμπαίκτη του τον ακούει, υπενθυμίζει τα βασικά χαρακτηριστικά του γερμανικού ποδοσφαίρου και πώς ποδοσφαιριστές σαν τον Μίλερ αποτελούν το παρελθόν, αλλά και το μέλλον του, όσοι «καλλιτέχνες» κι αν εμφανιστούν. Γέννημα-θρέμμα των Βαυαρών, αλλά και της περιοχής γενικότερα, ορμώμενος από τη νότια Βαυαρία, βρέθηκε σε ηλικία 11 ετών στις ακαδημίες της Μπάγερν. Φόρεσε όλες τις φανέλες, μέχρι το 2008 να τον ξεχωρίζει ο Λουίς Φαν Χάαλ και να του δώσει την ευκαιρία να «γράψει» τις πρώτες του συμμετοχές με τους «μεγάλους». Αυτά την πρώτη μόλις σεζόν, γιατί από την επόμενη κιόλας, από τα 20 του χρόνια, η Αλιάντς Αρίνα αποτέλεσε τον τόπο εκτόξευσής του. Οι 4 συμμετοχές έγιναν 34, ήρθαν και 13 γκολ και 11 ασίστ και τα νούμερα έμειναν συγκλονιστικά σταθερά. Αθόρυβα ένας μαντράχαλος Γερμανός, σε όλα του, μπήκε στην 11αδα της Μπάγερν Μονάχου και δεν έβγαινε με τίποτα. Είτε σαν μεσοεπιθετικός, είτε στα πλάγια, ακόμη και ως φορ, ο Μίλερ κάθε χρόνο, από πολύ νωρίς, ήταν όλο και καλύτερος. Το περιβραχιόνιο έμοιαζε φυσική εξέλιξη για έναν τύπο που δεν φοβήθηκε να φωνάξει ποτέ σε κανέναν, να βγει μπροστά, να κάνει κάθε προπονητή με τους οποίους συνεργάστηκε (Φαν Χάαλ, Χάινκες, Γκουαρδιόλα, Αντσελότι) να τον υπολογίζουν χωρίς αστερίσκους. Ο ίδιος πάντα ανταποκρινόταν και το παλμαρέ του με τα χρώματα της Μπάγερν μιλάει από μόνο του: έξι πρωταθλήματα, τέσσερα κύπελλα, ισάριθμα Σούπερ Καπ, ένα Τσάμπιονς Λιγκ, ένα Σούπερ Καπ Ευρώπης και ένα Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων «σφράγισαν» τα χρόνια του στο Μόναχο ως επιτυχημένα και… βάλε. Κι όμως, πολλοί τον αμφισβήτησαν και δεν τσιγκουνεύτηκαν τα βέλη σε καμία στιγμή. Το γεγονός πως δεν έχει σκοράρει ποτέ σε τελική φάση Euro, αλλά και το καλούπι του παραμένει «αχώνευτο» σε πολλούς, που δεν κατανοούν πώς γίνεται ο Ρουμενίγκε να δηλώνει πως «θα ήμασταν τρελοί αν δίναμε τον Μίλερ στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ», η οποία προσέφερε 100 εκατ. ευρώ το 2015, κατ’ εντολήν του Φαν Χάαλ για να τον αποκτήσει. Άλλωστε, ο ίδιος είπε τότε πως «δεν χρειάστηκε να σκεφτώ την αλλαγή στην καριέρα μου, όταν η Μπάγερν με διαβεβαίωσε πως με υπολογίζει και πως είμαι σημαντικός γι’ αυτούς». Δεν υποτιμάει κανείς την εργατικότητα και το πάθος του, ούτε την τακτική προσήλωση με την οποία κερδίζει τους πάντες, έως και τον απαιτητικό Γκουαρδιόλα. Περισσότερο ίσως προκαλεί εντύπωση το γεγονός πως ένας ποδοσφαιριστής με το παλιομοδίτικο στυλ του Μίλερ επιβιώνει στη σύγχρονη αρένα των star, των highlights στο twitter και στο facebook, δίχως φαντεζί ενέργειες. Ίσως αυτό «κολλάει» με το συνολικό του χαρακτήρα, αυτόν ενός παιδιού «ταγμένου» να παίξει ποδόσφαιρο σε μια ομάδα (όπως παλιά), να κάνει πολλά πράγματα δίχως να τραβάει χιλιάδες βλέμματα και κάμερες πάνω του (όπως παλιά), να μη βγάζει τα δεκάδες εκατομμύρια (όπως παλιά), αν και με 15 εκατ. ευρώ ετησίως η Μπάγερν δεν τον… υποτιμάει κιόλας. Παντρεμένος από 20 χρονών και με ένα μόνιμα χαραγμένο χαμόγελο στη φάτσα του, ο Μίλερ μοιάζει σαν ερασιτέχνης, από κάθε άποψη, σε μια εποχή άκρως επαγγελματική, που πολλούς ίσως ξενίζει.
Αν η ψυχή των αποδυτηρίων της Μπάγερν άνηκε σε έναν παίκτη, αυτός θα ήταν ο 28χρονος πλέον «υπαρχηγός» της. Κάθε φορά που αποτυπώνεται η δημόσια εικόνα του βλέπει κανείς έναν τύπο χαβαλέ κι εξωστρεφή. Όχι τόσο μπροστά στις κάμερες, παραχωρώντας συνεντεύξεις κι ενημερώνοντας μέσω instagram για τις διακοπές του, μα στις φιέστες ή μετά από νίκες, όπου κάνει σαν πιτσιρικάς, σαν να παίζει για πρώτη φορά. Κι αν το κλίμα σε μια ομάδα που κερδίζει είναι δικαιολογημένα και κατά τεκμήριο καλό, ο Μίλερ το κάνει να είναι καλύτερο. Ποιος δεν θα ήθελε έναν τέτοιο τύπο στην ομάδα του, στα δύσκολα, όταν πρέπει να βγει έξω και να ανατρέψει ένα σκορ, να παλέψει για τη διάκριση, να δεθεί με τους οπαδούς που τραγουδούν στο κρύο με μια μπύρα στο χέρι για την αγαπημένη τους Μπάγερν;
Βλέποντας κανείς τους Βαυαρούς και τη φανέλα τους, πλέον τη συνδυάζει με τον Μίλερ. Όταν πέρυσι τον χειμώνα «ξέχασε» το γκολ για 999’, πολλοί από τους επικριτές του «ξύπνησαν» και θυμήθηκαν όλα όσα τον κάνουν να μοιάζει παράταιρος σε έναν κόσμο γεμάτο παιχταράδες, γυμνασμένους κι εντυπωσιακούς με τη μπάλα στα πόδια. Πόσα όμως από τα δεκάδες τρόπαια που κατέληξαν στην τροπαιοθήκη του συλλόγου τα τελευταία 9 χρόνια θα είχαν πάρει άλλο δρόμο, δίχως τον Μίλερ; «Αν αύριο το πρωί πεθάνω, την επόμενη μέρα θα γίνει η κηδεία μου. Την Παρασκευή όμως, σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να βγουν 11 άνθρωποι στο γήπεδο και να παίξουν. Έτσι είναι η ζωή». Μάλλον αυτή η φράση συμπυκνώνει τους λόγους που ο Γερμανός, παγκόσμιος πρωταθλητής με τη «νασιονάλμανσαφτ» στα γήπεδα της Βραζιλίας το 2014, παραμένει μέσα σε όλες τις ομάδες της Μπάγερν, όπως αυτές «χτίζονται» από Ολλανδούς, Γερμανούς, Ισπανούς και Ιταλούς στο Μόναχο: Τρέχει περισσότερο απ’ όλους, αφοσιώνεται στο παιχνίδι στο 100%, καταλαβαίνει το πλάνο πιο γρήγορα και αναλυτικά από όλους, είναι ο πιο ομαδικός και δεν σταματάει να βελτιώνεται. Όπως συνέβαινε παλιά, όπως θα συμβαίνει πάντα… Πηγή: gazzetta.gr