«Το ποδόσφαιρο είναι το μόνο που μου δίνει χαρά και με κάνει να ξεχνάω την ασθένεια» έλεγε ο Γιόχαν Κρόιχ τον καιρό που έδινε την τεράστια μάχη του απέναντι στην επάρατη νόσο. Και αυτό, δείχνει πόσο μεγάλος ποδοσφαιράνθρωπος ήταν και γιατί βυθίζει στη θλίψη το παγκόσμιο ποδόσφαιρο η είδηση του θανάτου του. Ο Ολλανδός θρύλος, ο τρεις φορές καλύτερος ποδοσφαιριστής της χρονιάς, ο άνθρωπος που οδήγησε τους «οράνιε» του Ρίνους Μίχελς στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 1974, τίμησε τη φανέλα του Άγιαξ κατακτώντας τρία ευρωπαϊκά τρόπαια και πέρασε οχτώ χρόνια στη Μπαρτσελόνα κάνοντας… πράγματα και θάματα για να μείνει στη μνήμη των απανταχού φιλάθλων ως ο εκ των κορυφαίων ποδοσφαιριστών που έχει δει η ανθρωπότητα, δεν είναι πλέον παρών… Η δήλωση «γιατί να μην μπορείς να νικήσεις μια πλούσια ομάδα; Δεν έχω δει ποτέ τα λεφτά να βάζουν γκολ…» έχει αποδειχθεί… διαχρονική, ενώ, όντας μέλος του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου της εθνικής ομάδας της Ολλανδίας, έχει τονίσει πως: «Το να παίξεις ποδόσφαιρο είναι πολύ απλό πράγμα, αλλά το να παίξεις απλό ποδόσφαιρο είναι ένα από τα δυσκολότερα που μπορείς να κάνεις»! Στη … νιότη του, ο Κρόιφ θεωρείτο στο ίδιο επίπεδο με ποδοσφαιριστές όπως ήταν οι Πελέ, Μπεκενμπάουερ και Μπεστ και «μαχόταν» με αυτούς για τον τίτλο του κορυφαίου σε ολόκληρο τον κόσμο. Έχει χαρακτηριστεί από τους επιδραστικούς στο ποδόσφαιρο και τον τρόπο με τον οποίο παιζόταν αυτό αλλά και πως θα μπορούσε να το αντιληφθεί ο φίλαθλος. Κατέκτησε τη Χρυσή Μπάλα το 1971, το 1973 και το 1974, ήταν κομμάτι του εκπληκτικού Άγιαξ με τα τρία ευρωπαϊκά τρόπαια στις αρχές εκείνης της δεκαετίας και μαζί με αρκετούς ακόμα από τον «Αίαντα», απάρτισαν την φοβερή και τρομερή εθνική Ολλανδίας που έπαιζε το ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο, το οποίο, ακόμα κι αν έχει περάσει σχεδόν μισός αιώνας, προκαλεί θαυμασμό εν έτει 2016… Η μεταγραφή του στη Μπαρτσελόνα σημειώθηκε το 1973 και από την πρώτη του σεζόν στους «μπλαουγκράνα» πανηγύρισε την κατάκτηση του τίτλου. Το 1974, έφτασε και στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Δυτικής Γερμανίας, με τους διοργανωτές να φτάνουν στην πηγή και να πίνουν το… νερό, αφήνοντας τους «οράνιε» με τη γλυκιά εμπειρία που είχε όμως πικρό φινάλε. Πέρασε και από τις ΗΠΑ όπου γνώρισε το ποδόσφαιρο της Αμερικής σε εποχές που φυσικά δεν είχε ούτε τη δυναμική, ούτε τη λάμψη, ούτε τη φήμη που έχει πλέον το MLS. Αγωνίστηκε με τη φανέλα των Los Angeles Aztecs και των Washington Diplomats, ενώ, ολοκλήρωσε την ποδοσφαιρική του καριέρα παίζοντας δύο επιπλέον χρονιές στον Άγιαξ και μια στη Φέγενορντ, αποφασίζοντας να κρεμάσει τα παπούτσια του, το 1984. Επέλεξε να εισχωρήσει στην προπονητική αμέσως και το 1985 τον εμπιστεύθηκε… τυφλά ο Άγιαξ, προτού συνεχίσει στη Μπαρτσελόνα τρία χρόνια αργότερα. Οι «μπλαουγκράνα», μ’ εκείνον στον πάγκο, χαρακτηρίστηκαν η «Dream Team» στα τέλη της δεκαετίας του ’80 μέχρι και τα μέσα της επόμενης. Με τέσσερα πρωταθλήματα, ένα ευρωπαϊκό και ένα Κύπελλο Ισπανίας, οι Καταλανοί έφεραν τη… μεγαλοπρεπή σφραγίδα του και έπαιξαν το γνωστό σε όλους τίκι – τάκα για να κερδίσουν ακόμα περισσότερους οπαδούς ανά τον κόσμο. «Ο κόσμος με κατηγορούσε για το γεγονός πως έπαιζα με τρεις αμυντικούς, αλλά αυτές οι κατηγορίες ήταν το πιο ηλίθιο πράγμα! Προτιμούσα να κερδίζω με σκορ 5-4 παρά με 1-0» έλεγε ο Κρόιφ, που κάποτε στη Μπαρτσελόνα, σε ερώτηση από τον πορτιέρο, Άντονι Θουμπιθαρέτα για τον τρόπο που θα έπρεπε ν’ αμύνεται η ομάδα σε στημένες φάσεις, ο Ολλανδός είχε απαντήσει: «Πού θες να ξέρω; Βρες εσύ έναν τρόπο… Εσένα σε νοιάζει περισσότερο να μη δεχθεί γκολ η ομάδα από κόρνερ…». Αποχωρώντας από το … ενεργό κομμάτι του ποδοσφαίρου το 1996, ανέλαβε κάποιους διοικητικούς ρόλους όπως αυτόν του συμβούλου στον Άγιαξ, σημειώνοντας τη μεγάλη – όπως χαρακτηρίστηκε – επιτυχία του μπλοκαρίσματος της πρόσληψης του Λουίς Φαν Χάαλ, τονίζοντας πως εκείνος δεν ήταν κατάλληλος και δεν ταίριαζε με τη γενικότερη φιλοσοφία της αναδιάρθρωσης του συλλόγου. Στη Βαρκελώνη, θα του είναι αιώνια ευγνώμονες για την ανάπτυξη και τη λειτουργία της «Masia» από την οποία έχουν βγει… αστέρια κι αστέρια του σύγχρονου ποδοσφαίρου και ως προπονητής, κατέκτησε πέντε φορές τον τίτλο του κορυφαίου της χρονιάς. Η πασίγνωστη, κοφτή ντρίμπλα που πήρε τ’ όνομά του, «Cruyff turn», ήταν το σήμα κατατεθέν του και ένδειξη του πόσο όμορφο έκανε το ποδόσφαιρο… Το 1991 είχε υποβληθεί σε επέμβαση στην καρδιά, αποτέλεσμα του τρόπου με τον οποίο κάπνιζε και φυσικά, ο καρκίνος στον πνεύμονα ήρθε ως συνέπεια του προ αρκετών ετών εθισμού του στην κατάχρηση αυτή. Βέβαια, ο κόσμος, ποδοσφαιρικός και μη, θα τον θυμάται για τη θρυλική του παρουσία στα γήπεδα κι όχι για το μεγάλο λάθος που τον πήρε ψηλά, σε ηλικία 68 ετών…
Πηγή: gazzetta.gr