Πληροφορίες για τη διεθνικού χαρακτήρα εγκληματική οργάνωση, η οποία μέσω της σύστασης πολύπλοκων εταιρικών σχημάτων, σε διάφορες χώρες του εξωτερικού, εξαπατούσε επενδυτές, έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα η ΕΛ.ΑΣ.
Η οργάνωση εξαρθρώθηκε από την Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και Εμπορίας Ανθρώπων της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής και χθες το πρωί, με εντάλματα σύλληψης και μετά από συντονισμένη αστυνομική επιχείρηση, συνελήφθησαν σε διάφορες περιοχές της Αττικής και στην Καλαμάτα, πέντε Έλληνες, δύο άνδρες ηλικίας 48 και 53 ετών, οι συνδιευθύνοντες την οργάνωση και τρεις γυναίκες ηλικίας 35, 39 και 48 ετών, μέλη, κατηγορούμενοι για συγκρότηση και ένταξη σε εγκληματική οργάνωση, κακουργηματική απάτη και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
Συγκατηγορούμενοί τους είναι 18 επιπλέον άτομα, εκ των οποίων 12 Έλληνες, δύο υπήκοοι Τουρκίας, δύο Κύπρου, ένας Ρωσίας και ένας Ινδίας, σε βάρος των οποίων ασκήθηκε επίσης ποινική δίωξη.
Η Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και Εμπορίας Ανθρώπων, στο πλαίσιο διενέργειας έρευνας για υπόθεση απάτης και υπεξαίρεσης χρημάτων που αφορούσαν επενδύσεις στην αγορά συναλλάγματος, αποκάλυψε πλήρως την εγκληματική δράση της οργάνωσης και ταυτοποίησε τα μέλη της καθώς και τους συνεργούς τους.
Ως προς τον τρόπο δράσης της οργάνωσης, εξακριβώθηκε ότι οι παραπάνω εμπλεκόμενοι προέβαιναν στη σύσταση πολύπλοκων εταιρικών σχημάτων, τα οποία υποτίθεται πως δραστηριοποιούνταν επενδυτικά στην αγορά συναλλάγματος. Τα εταιρικά αυτά σχήματα διοικούνταν και ελέγχονταν, είτε απευθείας από τους εμπλεκόμενους, είτε μέσω offshore εταιρικών συμπλεγμάτων, «πίσω» από τα οποία υποκρύπτονταν οι ίδιοι.
Στο πλαίσιο λειτουργίας των επενδυτικών δομών, οι εμπλεκόμενοι προσέγγιζαν διάφορα άτομα-επενδυτές και επικαλούμενοι τις «εξειδικευμένες» χρηματοοικονομικές γνώσεις και τους «ακαδημαϊκούς τίτλους» του 48χρονου Έλληνα, ο οποίος παρουσιαζόταν ως «ειδήμων» στις αγοραπωλησίες συναλλάγματος, τους έπειθαν να επενδύσουν μεγάλα χρηματικά ποσά υποσχόμενοι μεγάλα κέρδη και αποδόσεις που ξεπερνούν το 3% το μήνα.
Προκειμένου μάλιστα να γίνονται πειστικοί, έστελναν σε μηνιαία βάση ενημερωτικά σημειώματα προς τους επενδυτές, σύμφωνα με τα οποία η επένδυσή τους ήταν συνεχώς κερδοφόρα. Με τον τρόπο αυτό, έπειθαν τους ήδη υπάρχοντες επενδυτές, είτε να μην προβούν στην εξαργύρωση των συνεχώς αυξανόμενων κεφαλαίων τους, είτε να επενδύουν επιπλέον κεφάλαια. Επιπλέον δελέαζαν και καινούργια άτομα να επενδύσουν μεγάλα χρηματικά ποσά.
Η συνεχής είσοδος νέων κεφαλαίων στις επενδυτικές δομές, έδινε τη δυνατότητα στα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης να πληρώνουν στους επενδυτές τα υποτιθέμενα κέρδη και σε ορισμένες περιπτώσεις το σύνολο των κεφαλαίων τους, εδραιώνοντας με αυτόν τον τρόπο το αίσθημα εμπιστοσύνης. Ταυτόχρονα τα μέλη αποκόμιζαν μεγάλα χρηματικά ποσά, ως αμοιβή για τις υποτιθέμενες υπηρεσίες που παρείχαν.
Με τον τρόπο αυτό, η εγκληματική οργάνωση πέτυχε να συντηρήσει τις «επενδυτικές» δομές μέχρι το Μάιο του 2015 οπότε το σύνολο των κεφαλαίων τα οποία είχαν έως τότε «επενδυθεί», αναλώθηκαν.
Ως προς το ιστορικό των δομών εξακριβώθηκε ότι:
- Το 2005 ο 48χρονος συλληφθείς ίδρυσε στις Η.Π.Α. εταιρεία επενδύσεων σε συνάλλαγμα
- το 2010 ο 48χρονος, συνεπικουρούμενος από τον 53χρονο συλληφθέντα, ίδρυσε εταιρεία με το ίδιο αντικείμενο στην Ουαλία και πραγματικό δικαιούχο την 48χρονη ημεδαπή συλληφθείσα σύζυγό του.
- το 2012 μετέφεραν την έδρα της πρώτης εταιρείας στις Βρετανικές Παρθένους Νήσους και την μετέτρεψαν σε Αντισταθμιστικό Αμοιβαίο Κεφάλαιο
- το 2012 και το 2013 ίδρυσαν δύο νέα πανομοιότυπα funds με έδρα τις Βρετανικές Παρθένους Νήσους
Διαχρονικά οι δομές της εγκληματικής οργάνωσης χρησιμοποιούσαν τις ηλεκτρονικές πλατφόρμες ομίλου εταιρειών με παρουσία σε πολλές χώρες.
Όπως επίσης διαπιστώθηκε από την έρευνα, η οργάνωση διέθετε τρεις δικηγόρους, οι οποίοι με την ιδιότητα του νομικού συμβούλου στα τρία funds, συνέτασσαν παραπλανητικές επιστολές με τις οποίες εξαπατούσαν τους επενδυτές. Διέθετε επίσης πλήθος ατόμων που συνέδραμαν, με τη χρησιμοποίηση πολύπλοκων μεθόδων «ξεπλύματος» και μέσω διάφορων τραπεζικών λογαριασμών, δικαιούχοι των οποίων ήταν offshore εταιρείες, στη μεταφορά και απόκρυψη από τις Ελληνικές Αρχές μεγάλων ποσών.
Συγκεκριμένα τα μέλη της οργάνωσης και οι επενδυτές-θύματα χρησιμοποίησαν ως απόκρυψη, τουλάχιστον 60 offshore εταιρείες, με έδρες ενδεικτικά, το Μπελίζ, τις Βρετανικές Παρθένους Νήσους, τα νησιά Μάρσαλ, τις Σεϋχέλλες και την Ομοσπονδία Αγίου Χριστοφόρου και Νέβις.
Διατηρούσαν επίσης λογαριασμούς σε δεκάδες χώρες όπως το Σαν Μαρίνο, το Μπελίζ, τον Παναμά, την Εσθονία, τη Λετονία, την Ουκρανία, το Μαυροβούνιο, την Σιγκαπούρη, το Κουρακάο, την Αγία Λουκία, τον Άγιο Βικέντιο και Γρεναδίνες, τις Μπαχάμες κλπ.
Από το 2012,οπότε ιδρύθηκαν τα τρία funds, μέχρι το Μάιο του 2015, που ανεστάλησαν οι λειτουργίες των δομών, διακινήθηκαν διατραπεζικά, κεφάλαια, που εμπιστεύτηκαν οι επενδυτές στην εγκληματική οργάνωση, ύψους 190.000.000 δολαρίων ΗΠΑ και 1.500.000 ευρώ.
Τα κέρδη της οργάνωσης ανέρχονται στα 35.000.000 δολάρια ΗΠΑ και 3.000.000 ευρώ. Λαμβάνοντας όμως υπόψιν ότι αρκετοί επενδυτές κατέθεταν τα χρήματα τους μετρητά, απευθείας στα μέλη της οργάνωσης, χωρίς αυτά να πιστώνονται στις τράπεζες των δομών, υπολογίζεται ότι τα κέρδη είναι κατά πολύ μεγαλύτερα από τα προαναφερόμενα.
Σε έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε οικίες – γραφεία και αποθήκη που χρησιμοποιούσε η οργάνωση, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν πλήθος εγγράφων που σχετίζονται με τη σύσταση και τον τρόπο λειτουργίας των επενδυτικών δομών, συμβόλαια και συμφωνίες μεταξύ επενδυτικών δομών και επενδυτών, πλήθος παραστατικών τραπεζών, 25 ηλεκτρονικοί υπολογιστές και μεγάλος αριθμός συσκευών αποθήκευσης δεδομένων.
Οι συλληφθέντες θα οδηγηθούν στον αρμόδιο ανακριτή.