Στις φυλακές Κορυδαλλού επιστρέφει η Ρούλα Πισπιρίγκου μετά την απολογία της για την συμπληρωματική δίωξη που ασκήθηκε σε βάρος της για απόπειρα ανθρωποκτονίας της κόρης της Τζωρτζίνας, λέγοντας πως δεν επιχείρησε να της κάνει κακό και ότι αρνείται την «αόριστη κατηγορία».
Η 33χρονη μητέρα των τριών παιδιών της Πάτρας πέρασε το κατώφλι του ανακριτικού γραφείου λίγο πριν τις 11 το πρωί προκειμένου να δώσει τη δική της εκδοχή για τα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν, τον Απρίλιο του 2021, στο Καραμανδάνειο όταν το παιδί υπέστη την ανακοπή που οδήγησε στην εγκεφαλοπάθεια.
Η νεαρή γυναίκα, φορώντας χειροπέδες και αλεξίσφαιρο γιλέκο, συνοδεία ισχυρής αστυνομικής δύναμης, μετά την απολογία της ενώπιον της 18ης τακτικής ανακρίτριας, πήρε και πάλι το δρόμο για τη φυλακή καθώς στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν υπάρχει θέμα νέας προφυλάκισης αφού αφορά συμπληρωματική κατηγορία για την ίδια υπόθεση.
Ρούλα Πισπιρίγκου: Αρνούμαι στο σύνολο της την αόριστη κατηγορία
Την «μαρτυρία» της ίδιας της Τζωρτζίνας επικαλέστηκε η Ρούλα Πισπιρίγκου για να ενισχύσει τον ισχυρισμό της ότι ουδέποτε επιχείρησε να κόψει το νήμα της ζωής του παιδιού της ενώ νοσηλευόταν στο Καραμανδάνειο, τον Απρίλιο του 2021.
«Το περιστατικό που εξετάζετε έχει λάβει χώρα σε μία περίοδο που το παιδί μου είχε πλήρη επικοινωνία με το περιβάλλον και, εάν είχε κάνει οποιοσδήποτε κάποια εχθρική ενέργεια εναντίον του, είναι σίγουρο ότι θα το είχε αναφέρει» σημειώνει η Ρούλα Πισπιρίγκου η οποία στο απολογητικό της υπόμνημα, που κατέθεσε στην 18η ανακρίτρια και αριθμεί 8 σελίδες, αρνείται την συμπληρωματική κατηγορία της απόπειρας ανθρωποκτονίας που της αποδίδεται.
«Το ίδιο το παιδί μου είχε αναφέρει και είχε περιγράψει αναλυτικά στους γιατρούς τις ενοχλήσεις τις οποίες είχε και παραπονείτο ότι είχε έντονο πόνο στην κοιλιά» αναφέρει χαρακτηριστικά απορρίπτοντας όσα τις αποδίδονται λέγοντας : «Αρνούμαι στο σύνολό της την αόριστη κατηγορία που μου αποδίδετε. Από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει η παραμικρή ένδειξη ή υποψία τέλεσης της αποδιδόμενης απόπειρας σε βάρος του ίδιου μου του παιδιού. Από το κατηγορητήριο η πράξη μου αποδίδεται κατα ́ ελεύθερη εκτίμηση, χωρίς καμία ειδικότερη περιγραφή, χωρίς την απαιτούμενη αναλυτική και εξειδικευμένη διατύπωση των πραγματικών περιστατικών που την συνιστούν, αποδίδεται δε απλά και μόνον ως μία σκέψη η’ ως μία πιθανότητα».
Επιπλέον, εστιάζει στο γεγονός ότι κατά «την εισαγωγή του παιδιού μου στο Καραμανδάνειο είχε ληφθεί δείγμα αίματος και έγινε πλήρης τοξικολογικός έλεγχος το αποτέλεσμα του οποίου έχει ήδη συμπεριληφθεί στην δικογραφία και είναι απολύτως αρνητικό για οποιαδήποτε φαρμακευτική τοξική ουσία».
Μάλιστα, η Ρούλα Πισπιρίγκου κάνει λόγο για «καταστροφική» προφυλάκιση και επανέρχεται στον ισχυρισμό της ότι ουδέποτε χορήγησε την θανατηφόρα ποσότητα κεταμίνης στην 9χρονη σημειώνοντας πως τα δεδομένα έχουν αλλάξει.
«Στο νοσοκομείο Παίδων η κεταμίνη δεν ήταν μία παντελώς άγνωστη και μη διαθέσιμη ουσία, όπως διατείνονταν αρχικά οι υπεύθυνοι, αλλά ήταν μία ουσία η οποία χορηγείτο από την ΜΕΘ και μάλιστα υπήρχε μέσα στο τσαντάκι των νοσηλευτών που έσπευσαν για να κάνουν ΚΑΡΠΑ στην Τζωρτζίνα μου στις 29 Ιανουαρίου 2022, ημέρα του θανάτου της» αναφέρει και διαμαρτύρεται για την απόρριψη των αιτημάτων της λέγοντας ότι της στέρησαν το δικαίωμα να εξετάσει και πάλι το μεταθανάτιο αίμα του παιδιού.
«Βέβαια, έχετε ήδη απορρίψει το αίτημα μου για προσδιορισμό της συνολικής πραγματικής ποσότητας κεταμίνης που βρέθηκε στο παιδί μου και έτσι δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα γνωστό εάν η ποσότητα κεταμίνης που στοίχισε τη ζωή στο παιδί μου ήταν ίση, μεγαλύτερη η μικρότερη από αυτή έφεραν μαζί τους κατά τον επίδικο τόπο και χρόνο οι νοσηλευτές της ΜΕΘ» τονίζει
Η 33χρονη επιμένει πως την ημέρα που η Τζωρτζίνα έπαθε την ανακοπή που οδήγησε στην εγκεφαλοπάθεια ειδοποίησε άμεσα τους γιατρούς ενώ αντικρούει τον ισχυρισμό ότι ήταν μόνη στο δωμάτιο υπογραμμίζοντας πως «η πόρτα του άλλου δωματίου μπορούσε να ανοίξει ανά πάσα στιγμή και να εισέλθει οποιοσδήποτε στον χώρο»
Ειδική αναφορά κάνει η κατηγορούμενη στο οξύμετρο του παιδιού, υποστηρίζοντας ότι σε όλη τη διάρκεια του επεισοδίου ήταν συνδεδεμένο, γεγονός, σύμφωνα με την ίδια, που αποδεικνύεται και από την κατάθεση γιατρού που αναφέρει πως μπαίνοντας στο δωμάτιο, το οξύμετρο σφύριζε.
«Δεν υπήρξε ποτέ απομάκρυνση ή αποσύνδεση με οποιονδήποτε τρόπο του οξυμέτρου του παιδιού μου» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Η 33χρονη επανέλαβε όσα είχε αναφέρει και στην πρώτη απολογία της σχετικά με τα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν στο νοσοκομείο όπου, όπως λέει, πήγε την Τζωρτζινα γιατί παραπονέθηκε για πόνο στην πλάτη και την κοιλιά.
Στη συνέχεια περιέγραψε αναλυτικά αντίστοιχα περιστατικά εντός του νοσοκομείου ενώ τόνισε πως το πρωί του επεισοδίου ήταν με το παιδί ο πατέρα του Μάνος Δασκαλάκης.
«Γύρω στις τρεις το μεσημέρι επέστρεψα εγώ στο νοσοκομείο και έφυγε ο Μάνος. Στις επτά το απόγευμα μιλούσα στο τηλέφωνο με κάποια φίλη μου άκουσα πάλι τον ήχο από το οξύμετρό, πράγμα που έδειχνε πτώση των σφίξεών και το οξυγόνο του παιδιού. Σηκώθηκα από την καρέκλα που καθόμουν για να πάω προς την πόρτα και άρχισα να χτυπάω το κουδούνι για να ειδοποιηθούν οι νοσηλεύτριες, κουδούνι το οποίο βρισκόταν ακριβώς δίπλα από την πόρτα του δωματίου. Τότε είδα την Τζωρτζίνα μου να σηκώνεται απ’το κρεβάτι και να πέφτει προς τα πίσω βγάζοντας έναν ήχο» είπε και πρόσθεσε πως κάλεσε τους γιατρούς λέγοντας πως «το παιδί μου κάτι έπαθε» και βγήκε από το δωμάτιο.
«Στα εφιαλτικά λεπτά που ακολούθησαν βλέπαμε κόσμο να μπαίνει και να βγαίνει στο δωμάτιο χωρίς κανείς να μας λέει τίποτα. Μετά από αρκετή ώρα ακούσαμε φωνές και χειροκροτήματα. Τότε βγήκε μία γιατρός κλαίγοντας και μας είπε ότι η Τζωρτζίνα είχε υποστεί ανακοπή αλλά κατάφεραν να την επαναφέρουν και έπρεπε να μεταφερθεί στην ΜΕΘ του πανεπιστημιακού νοσοκομείου του Ρίου» περιέγραψε.