Οι εικόνες των προσφύγων που μετακινούνται μαζικά προς την Ευρώπη σε αναζήτηση μιας ζωής απαλλαγμένης από τα δεινά και τις κακουχίες του πολέμου «μίλησαν» απευθείας στην ψυχή της και στα πρόσωπα αυτών των ανθρώπων που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές τους εστίες «είδε» το πρότζεκτ εκείνο που θα μπορούσε να κάνει τη διαφορά στη ζωή τους. Η νεαρή Ελληνογαλλίδα αρχιτεκτόνισσα Λώρα Ίντια Γκαρινουά (Laura – India Garinois) σχεδίασε ένα «live jacket» (σωσίβιο …ζωής θα έλεγε κανείς) για όλους όσοι χρειάζονται να διανύσουν χιλιάδες χιλιόμετρα, υπό αντίξοες συχνά συνθήκες, προκειμένου να διεκδικήσουν μια «δεύτερη ευκαιρία» στη ζωή.
Το «live jacket» (σ.σ. σε παράφραση του «life jacket», του σωσιβίου που φορούν όσοι μπαίνουν στις βάρκες που τους μεταφέρουν) «απαντά» σε πολλές από τις ανάγκες των προσφύγων, προσφέροντάς τους μια κατ’ ουσίαν πολυλειτουργική ψηφιακή πλατφόρμα. Μπορεί να διπλωθεί με πολλούς τρόπους και να χρησιμοποιηθεί -μεταξύ άλλων- είτε ως ένα απλό μπουφάν, είτε ως σωσίβιο ή υπνόσακος. Μπορεί, επίσης, να παράξει ηλεκτρισμό, που αποθηκεύεται σε μια συσκευή συλλογής ενέργειας. Η δε τεχνολογία που μπορεί να ενσωματωθεί σε αυτό, τού επιτρέπει να μετατρέπεται είτε σε ένα είδος σταθμού wifi και ηλεκτρισμού, είτε ως μία άλλου τύπου σκηνή, προκειμένου να παράσχει προσωρινή στέγη. Αυτό, δε, που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο πλαίσιο υλοποίησης της ιδέας της νεαρής αρχιτεκτόνισσας είναι η πρόταση ανακύκλωσης των υλικών από τα παρατημένα στις ακτές σωσίβια των προσφύγων που διασχίζουν τη θάλασσα προκειμένου να φτάσουν στον προορισμό τους.
Δεν είναι, μάλιστα, μόνον οι πρακτικές ανάγκες της καθημερινότητας των προσφύγων που καλύπτονται από το «live jacket» της νεαρής αρχιτεκτόνισσας, αλλά διευκολύνεται και η επαφή τους με τον ντόπιο πληθυσμό, αφού, όπως επισημαίνει η ίδια, μιλώντας στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ένας Έλληνας θα μπορούσε να προσεγγίσει κάποιον πρόσφυγα για να συνδεθεί στον φορητό αυτό σταθμό wifi που μπορεί να δημιουργηθεί κι έτσι -επί της ουσίας- να έρθουν σε επικοινωνία.
Η κοινωνικοποίηση μέσω του «live jacket» επιτυγχάνεται και με πολλούς άλλους τρόπους, καθώς μπορεί η ένωσή του με άλλα να σχηματίσει έναν κοινωνικό χώρο (social space), απαραίτητο για να σπάσει η «μοναξιά» όσων κυρίως ταξιδεύουν μόνοι ή σε μικρές ομάδες και να αναπτυχθούν σχέσεις μεταξύ όσων βρίσκονται στην ίδια κατάσταση- και όχι μόνο.
Η προσφυγική κρίση, άλλωστε, που χτύπησε την «πόρτα» της Ευρώπης είναι η πρώτη στην ψηφιακή εποχή, με την τεχνολογία να λειτουργεί συχνά ως «σανίδα σωτηρίας» για πολλούς πρόσφυγες, οι οποίοι θεωρούν ενίοτε την πρόσβαση σε wifi πιο …σημαντική απ’ ό,τι σε τροφή και νερό! Οι πρόσφυγες χρησιμοποιούν τα κινητά τους τηλέφωνα για να επικοινωνούν, να «σερφάρουν» στο άπειρο του διαδικτύου, αλλά κι ως ένα μέσο κοινωνικοποίησης ή ένα είδος ψηφιακού λευκώματος.
Η Λώρα Ίντια Γκαρινουά γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Γαλλία, αλλά ποτέ δεν έχασε τον μητρικό δεσμό με την Ελλάδα, αφού η Δραμινή μητέρα της φρόντιζε να περνούν τις καλοκαιρινές διακοπές στην Ελλάδα. Στα 16 της χρόνια μετακόμισε στις ΗΠΑ και τη Νέα Υόρκη, μαζί με τη μητέρα της, όπου και σπούδασε αρχιτεκτονική στο πανεπιστήμιο Cornell, όπου και ανέπτυξε μια σειρά από έργα -μεταξύ αυτών και το «live jacket»- με έντονο κοινωνικό αποτύπωμα.
Αναζητώντας οδούς που θα τις επέτρεπαν να «παντρέψει» την αγάπη της για την αρχιτεκτονική με τις κοινωνικές ευαισθησίες που κουβαλάει από μικρό παιδί, βρήκε διέξοδο στην «κοινωνική αρχιτεκτονική» (social architecture) και άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα με μεγαλύτερο πολιτικό προσανατολισμό, «μικρής κλίμακας αλλά με μεγαλύτερο κοινωνικό αποτύπωμα», όπως χαρακτηριστικά λέει.
Θέλοντας να συνδέσει τα σχέδιά της με την Ελλάδα βρέθηκε να μελετά την ελληνική οικονομική κρίση αλλά και την προσφυγική, με την οποία αποφάσισε εντέλει να ασχοληθεί. Ταξίδεψε ως τη Λέσβο προκειμένου να διαπιστώσει ιδίοις όμμασι την κατάσταση με το προσφυγικό στην Ελλάδα καθώς, όπως λέει, «είναι τελείως διαφορετική η αίσθηση, όταν διαβάζεις για κάτι απ’ ό,τι όταν το ζεις», και ήρθε σε επαφή τόσο με την τοπική κοινωνία και διάφορες μη κυβερνητικές οργανώσεις, που δραστηριοποιούνται στο πεδίο, όσο και με τους ίδιους τους πρόσφυγες, οι οποίοι και της έδωσαν να καταλάβει πόσο σημαντική είναι γι’ αυτούς η πρόσβαση στην τεχνολογία στον μακρύ δρόμο που χρειάζεται να διανύσουν από την πατρίδα τους έως τη βόρεια Ευρώπη, αναζητώντας μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή, μακριά από τον πόλεμο και τις κακουχίες.
«Μού εξήγησαν πόσο σημαντική είναι γι’ αυτούς η πρόσβαση σε τεχνολογικά μέσα, που τους επιτρέπουν να έρχονται σε επαφή με την οικογένεια και αγαπημένα τους πρόσωπα, που έμειναν πίσω, ή να “σερφάρουν” στο διαδίκτυο αναζητώντας πληροφορίες για τη διαδρομή που ακολουθούν. Ορισμένοι, δε, χρησιμοποιούν το ίντερνετ είτε για να περάσουν ευχάριστα τον χρόνο τους στον μικρόκοσμο των κέντρων φιλοξενίας, όπου ζουν, είτε για να μάθουν τη γλώσσα της χώρας, όπου βρίσκονται, είτε απλώς για να “σπάσουν” τον κλοιό της ανίας τους, που είναι και ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα μιας ζωής …σε αναμονή όπως η δική τους», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η νεαρή Ελληνογαλλίδα.
Το πρωτότυπο του «live jacket» που κατασκεύασε η Λώρα Ίντια Γκαρινουάρ βρίσκεται στη Νέα Υόρκη και η ίδια ελπίζει πως θα μπορέσει σύντομα να βγει στην παραγωγή. Το κόστος των υλικών, σύμφωνα με τη νεαρή αρχιτεκτόνισσα, είναι χαμηλό αλλά θα πρέπει να διερευνηθεί στην επόμενη φάση και το κόστος της ενσωματωμένης τεχνολογίας. «Εφόσον υπάρξει μαζική παραγωγή και το τεχνολογικό κόστος θα είναι προσιτό», εκτιμά, επισημαίνοντας πως στόχος είναι να διευκολύνει τη ζωή των ανθρώπων που χρειάζεται να διανύσουν τον μακρύ δρόμο της προσφυγιάς.
Η νεαρή αρχιτεκτόνισσα, η οποία συμμετείχε με το «live jacket» της, τον περασμένο Μάιο, στο Thessaloniki Design Week έχει ήδη βραβευτεί για την ιδέα της με το Charles Goodwin Sands Memorial Award, ενώ απέσπασε και εύφημο μνεία στον διαγωνισμό Architecture Masterprize.
(Φωτογραφία Αρχείου)