«Σωκράτη μου, Σωκράτη μου τι σου έκανα, δεν το ήθελα… Στα νεύρα μου επάνω σε χτύπησα, συγχώρησέ με…» φώναζε η νεαρή γυναίκα, κλαίγοντας πάνω από τον πεσμένο στο έδαφος άνδρα, στο κέντρο της Κυψέλης.
Γράφει η Μαρία Ζαχαροπούλου
Σοκαρισμένοι οι κάτοικοι της γειτονιάς είδαν δυο γνώριμα πρόσωπα, το νεαρό χασάπη, αιμόφυρτο λίγα μέτρα έξω από το μαγαζί του και τη φίλη του Ευγενία Γ. να τον κρατάει αγκαλιά και να προσπαθεί, με τα χέρια της στο λαιμό του, να σταματήσει την ακατάσχετη αιμορραγία.
Όταν η 28χρονη κατάλαβε πως δεν επρόκειτο να πάρει απάντηση από τον αγαπημένο της, καθώς ήταν ήδη νεκρός, σηκώθηκε και μπήκε τρέχοντας στο χασάπικο. Εκεί άρπαξε το μαχαίρι, που είχε τα αίματα του Σωκράτη, και το έστρεψε πάνω της καταφέρνοντας τρία χτυπήματα στο στήθος της. Η Ευγενία έπεσε αναίσθητη μέσα στο μαγαζί όπου την βρήκαν οι γείτονες, λίγα λεπτά αργότερα, και την μετέφεραν στο νοσοκομείο.
Τα τραύματα στο στήθος της Ευγενίας ήταν επιπόλαια. Δεν είχε βρει τη δύναμη να βάλει τέλος στη ζωή της αν και στο νοσοκομείο κλαίγοντας, απαρηγόρητη για το θάνατο του 29χρονου Σωκράτη Π., έλεγε πως με την πρώτη ευκαιρία θα πιει δηλητήριο.
«Στο μαγαζί του πήγα για να κουβεντιάσω μαζί του δεν είχε περάσει ποτέ από το μυαλό μου να του κάνω κακό. Αν ήθελα θα τον είχα στραβώσει όπως κάνουν τόσες άλλες. Μα εγώ τον ήθελα κοντά μου δεν ήθελα να τον πειράξω. Πώς το έκανα αυτό να πάρω το μαχαίρι και πώς βρήκα τη δύναμη να τον χτυπήσω ακόμη δεν μπορώ να το καταλάβω» εμφανίστηκε να είπε η γυναίκα στην αστυνομία αν και, λίγο αργότερα, ισχυρίστηκε πως ο 29χρονος στην προσπάθειά του να την πετάξει έξω από το μαγαζί του έπεσε πάνω στο μαχαίρι που εκείνη κρατούσε στα χέρια της, μόνο και μόνο για να τον απειλήσει…
Η ιατροδικαστική έκθεση, όμως, έκανε λόγο για τραύμα που είχε βάθος δώδεκα εκατοστά το οποίο προξενήθηκε από δυνατό χτύπημα, που του κατάφερε, με φορά από πάνω προς τα κάτω.
Η μοιραία σχέση
Ήταν κοινό μυστικό στη γειτονιά της Κυψέλης πως, λίγους μήνες νωρίτερα, το άλλοτε αγαπημένο ζευγάρι είχε χωρίσει με πρωτοβουλία του Σωκράτη. Η Ευγενία δεν μπορούσε σε καμία περίπτωση να δεχτεί το χωρισμό τους και οι καυγάδες τους ακούγονταν σε ολόκληρη τη γειτονιά.
Η γνωριμία τους είχε γίνει περίπου τρία χρόνια νωρίτερα, όταν ο Σωκράτης άνοιξε χασάπικο στη γειτονιά της Ευγενίας. Εκείνη έμενε μαζί με τα αδέλφια της και εργαζόταν ως καθαρίστρια. Το ζευγάρι δεν άργησε να συγκατοικήσει και η Ευγενία περίμενε με ανυπομονησία πρόταση γάμου από τον Σωκράτη η οποία, όμως, δεν ήρθε ποτέ. Όπως αποδείχθηκε, ο άνδρας είχε άλλα σχέδια στο μυαλό του και δεν επεδίωκε μόνιμη σχέση με την 28χρονη. Μάλιστα, μήνες πριν το μοιραίο μεσημέρι της 16ης Σεπτεμβρίου 1959 είχε αρχίσει να προετοιμάζει το έδαφος για το χωρισμό τους. Της έλεγε πως ήταν κοντή και όχι αρκετά εμφανίσιμη κι ότι θα έπρεπε να βρει άλλο ταίρι. Τα λόγια αυτά τα έλεγε ακόμη και μπροστά στις παρέες τους και η Ευγενία γελούσε δείχνοντας πως δεν τον έπαιρνε στα σοβαρά… αν και καταλάβαινε πως κάτι δεν πήγαινε καλά. «Δεν θα τον αφήσω να φύγει ποτέ. Δεν θα μου τον πάρει καμία άλλη τόσο εύκολα. Θα παλέψω να τον κρατήσω…» έλεγε στους φίλους τους. «Μα πώς αφού δεν σε θέλει. Δεν πρέπει να επιμείνεις όταν σου ζητήσει να χωρίσετε. Να φύγεις, να χωρίσετε ήρεμα, χωρίς καυγάδες» της απαντούσαν εκείνοι οι οποίοι προετοίμαζαν το έδαφος γνωρίζοντας, προφανώς, πως ο νεαρός άνδρας είχε πρόθεση να βάλει τέλος στη σχέση τους.
Ο χωρισμός δεν άργησε να έρθει. Το ζευγάρι σταμάτησε να ζει μαζί και ο Σωκράτης αρνιόταν να έχει οποιαδήποτε σχέση με την Ευγενία. Εκείνη, όμως, ήταν αποφασισμένη να τον κερδίσει και πάλι. Τον πολιορκούσε από το πρωί έως το βράδυ σε τέτοιο σημείο που ο 29χρονος αναγκάστηκε να ειδοποιήσει την αστυνομία, όπου την κάλεσαν για συστάσεις.
«Με γέλασε, μου υποσχέθηκε πως θα με κάνει γυναίκα του και με αυτή την υπόσχεση με κράτησε τόσο καιρό κοντά του και τώρα με διώχνει. Όχι, δεν θα φύγω και σε εκατό αστυνομίες να πάει. Εγώ όσο ζω θα τον κυνηγώ. Δεν θα τον αφήσω σε χλωρό κλαρί να καθίσει. Θα τον μάθω να μην ξεγελάει τα κορίτσια του κόσμου» είπε η Ευγενία στον αστυνομικό.
Έτσι κι έκανε. Η Ευγενία πήγαινε στο χασάπικο του Σωκράτη τον έβριζε και τον απειλούσε απαιτώντας να επισημοποιήσουν τη σχέση τους και εκείνος της απαντούσε πως ήταν αποφασισμένος να μην γυρίσει πίσω, ύστερα μάλιστα απ’ όσα είχαν συμβεί μεταξύ τους. «Μα δεν φταίω εγώ γι’ αυτά. Ας μου φερόσουν εσύ καλά, όπως πρώτα, να μην γινόταν τίποτα. Όταν με κουβαλάς στην αστυνομία κάθε τόσο, τι θες να κάνω» του έλεγε εκείνη.
«Να φύγεις» της απαντούσε εκείνος. «Αυτό δεν θα γίνει. Ότι και να κάνεις εγώ θα βρίσκομαι κοντά σου, θα σε ακολουθώ όπου και αν πας» τον προειδοποιούσε. Η Ευγενία υποψιαζόταν πως ο Σωκράτης είχε, πλέον, νέα φίλη και για να τον παρακολουθεί καλύτερα κατάφερε να πιάσει δουλειά στο καθαριστήριο που βρισκόταν απέναντι από το κρεοπωλείο. Από εκείνη την ημέρα τα πράγματα έγιναν ακόμη πιο δύσκολα και οι καυγάδες καθημερινοί. Ολόκληρη η γειτονιά είχε μάθει την ιστορία τους καθώς η Ευγενία δεν έχανε την ευκαιρία να την εξιστορεί με πρόθεση να τον εκθέτει γιατί δεν τήρησε τις υποσχέσεις του.
Ο τελευταίος καυγάς
Την παραμονή του εγκλήματος η 28χρονη απολύθηκε από το καθαριστήριο. Όπως της είπε το αφεντικό της, δεν είχε πλέον αρκετή δουλειά οπότε και δεν την χρειαζόταν. Ένα εικοσιτετράωρο αργότερα πήγε στο ΙΚΑ για να δηλώσει πως ήταν άνεργη και στη συνέχεια κατευθύνθηκε στο κρεοπωλείο του Σωκράτη, όπου τον βρήκε μόνο του. Του ζήτησε για μία ακόμη φορά να παντρευτούν ή τουλάχιστον να την κρατήσει κοντά του γιατί τον αγαπούσε. Η άρνησή του ήταν κατηγορηματική και ο καυγάς αναπόφευκτος.
Ο Σωκράτης της ζήτησε να φύγει από το μαγαζί του και να μην τον ξαναενοχλήσει. Τότε εκείνη άρπαξε το μαχαίρι και το μοιραίο χτύπημα στην καρωτίδα ήταν πλέον θέμα χρόνου… Ο 29χρονος έβαλε το χέρι του λαιμό και με όσες δυνάμεις του είχαν απομείνει βγήκε από το μαγαζί με σκοπό να πάει στο απέναντι παντοπωλείο και να ζητήσει βοήθεια, αλλά δεν τα κατάφερε. Σωριάστηκε στο δρόμο παρασύροντας μαζί του και την Ευγενία η οποία, στο μεταξύ, τον είχε αγκαλιάσει ζητώντας του συγγνώμη. Εκεί ο 29χρονος άφησε την τελευταία του πνοή.
Τον Ιανουάριο του 1960 η Ευγενία Γ. κάθισε στο εδώλιο του κακουργιοδικείου Πειραιά. Κανείς από τους μάρτυρες δεν ήταν σε θέση να πει τι διαδραματίστηκε το μοιραίο μεσημέρι, μέσα στο κρεοπωλείο, ωστόσο όλοι μίλησαν για την θυελλώδη σχέση του ζευγαριού. Μάρτυρας είπε πως το θύμα φερόταν βάναυσα στην κατηγορούμενη γιατί εκείνη του ζητούσε να την παντρευτεί. Αίσθηση προκάλεσε η μαρτυρία ότι η 28χρονη είχε πουλήσει ένα μικρό ακίνητο και έδωσε τα χρήματα στον 29χρονο για να ανακαινίσει το μαγαζί του.
Η Ευγενία στην απολογία της ισχυρίστηκε πως δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει το φίλο της. «Όταν μπήκα στο μαγαζί του, για να του ζητήσω εξηγήσεις για τη συμπεριφορά του, εκείνος με χτύπησε» είπε η κατηγορούμενη και συνέχισε: «άρπαξα ένα μαχαίρι από τον πάγκο του κρεοπωλείου. Το κρατούσα από τη λαβή και ακούμπησα τον αγκώνα μου στο “κούτσουρο” πάνω στο οποίο κόβουν τα κρέατα. Τότε εκείνος όρμησε επάνω μου, με αγκάλιασε και με έσυρε έξω από το κρεοπωλείο με αποτέλεσμα να τραυματιστεί…».
Ο εισαγγελέας ζήτησε την ενοχή της κατηγορούμενης για ανθρωποκτονία από πρόθεση οι ένορκοι, όμως, με την ετυμηγορία τους την απάλλαξαν.
Το δικαστήριο, ωστόσο, μετά από σχετική εισαγγελική πρόταση κήρυξε την ετυμηγορία των ενόρκων πεπλανημένη και η δίκη επαναλήφθηκε, λίγους μήνες αργότερα, στο Κακουργιοδικείο της Αθήνας.
Τελικά, η 28χρονη κρίθηκε ένοχη για ανθρωποκτονία εξ αμελείας με τα ελαφρυντικά της μέτριας συγχύσεως και του πρότερου έντιμου βίου και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 4 ετών και 1 μηνός.