Επτάμιση χρόνια μετά τη δολοφονία της Έφης Τσιχλάκη μέσα στο σπίτι της στην Κρήτη η υπόθεση μπαίνει στο «μικροσκόπιο» του Αρείου Πάγου. Το Στ Ποινικό Τμήμα του Ανώτατου Δικαστηρίου έχει τον τελευταίο λόγο για το αν θα κάνει δεκτή ή όχι την αναίρεση που άσκησε η αρμόδια Εισαγγελία κατά της ποινής των οκτώ ετών, που από πολλούς χαρακτηρίστηκε «χάδι», η οποία επιβλήθηκε στον σύζυγο του θύματος από το Εφετείο.
Ο 56χρονος, ο οποίος πρωτόδικα είχε αθωωθεί λόγω αμφιβολιών, κρίθηκε ένοχος από το Εφετείο για την δολοφονία της συζύγου του με μια σφαίρα στο κεφάλι καθώς το δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό του ότι αυτοκτόνησε.
Ωστόσο, το ελαφρυντικό της μετέπειτα καλής συμπεριφοράς που του αναγνωρίστηκε ήταν αυτό που οδήγησε στην ποινή των οκτώ ετών και έφερε την υπόθεση στον Άρειο Πάγο.
Η αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Ελένη Κοντακτσή, κατά τη σημερινή διαδικασία, εισηγήθηκε στο ΣΤ´ Ποινικό Τμήμα την αναίρεση της καταδικαστικής απόφασης ως προς το σκέλος της αναγνώρισης ελαφρυντικού στον σύζυγο του θύματος.
Παράλληλα, η ανώτατη εισαγγελική λειτουργός ζήτησε την απόρριψη της αίτησης αναιρέσως που κατέθεσε από την πλευρά του ο καταδικασθέντας επισημαίνοντας πως όλοι οι λόγοι που επικαλείται η υπεράσπιση του για ακυρότητα της διαδικασίας είναι αβάσιμοι.
«Είναι προφανές ότι προσπαθεί να σας μετατρέψει σε δικαστήριο ουσίας η απόφαση είναι απολύτως αιτιολογημένη» τόνισε η δικηγόρος της οικογένειας του θύματος με τον συνήγορο του 56χρονου να προβάλει τον ισχυρισμό ότι «η υπόθεση αυτή σε οποιοδήποτε κράτος δικαίου δεν θα είχε φτάσει στην ακροαματική διαδικασία».
Ο πρώην υποψήφιος με τη Χρυσή Αυγή ήταν εκείνος που τη μοιραία ημέρα είχε ειδοποιήσει την αστυνομία λέγοντας πως η σύζυγος του είχε αυτοκτονήσει μέσα στο σπίτι τους.
Το πρωτόδικο δικαστήριο πείστηκε από τους ισχυρισμούς του κατηγορούμενου ότι η 47χρονη έβαλε τέλος στη ζωή της και τον αθώωσε. Ο εισαγγελέας, όμως, άσκησε έφεση και η υπόθεση οδηγήθηκε και πάλι στο ακροατήριο με το Εφετείο το Μάιο του 2022 να τον κρίνει ένοχο.