Όταν τριακόσια χρόνια μετά τις τραγικές περιπέτειες του μεγάλου επιστήμονα και φιλοσόφου με την Ιερά Εξέταση γίνονταν τα αποκαλυπτήρια του εντυπωσιακού μπρούντζινου αγάλµατός του στη Ρώμη, η Καθολική Εκκλησία δεν είχε ακόμα καταλαγιάσει. Οι αντιδράσεις του ρωμαιοκαθολικισμού ήταν τέτοιες που ο ίδιος ο Πάπας Λέων ΙΓ’ σκεφτόταν σοβαρά να μεταθέσει εκτός Ρώµης την Αγία Έδρα! Κι αυτό γιατί απλώς η Ιταλία σκέφτηκε να τιμήσει μια από τις μεγάλες μορφές της Αναγέννησης που λογιζόταν πια για τη χώρα ό,τι και ο Γκαίτε για τη Γερµανία ή ο Βολταίρος για τη Γαλλία. Παρά το γεγονός ότι το ημερολόγιο έδειχνε τώρα 9 Ιουνίου 1889 και όχι 17 Φεβρουαρίου 1600, όταν ο Μπρούνο καιγόταν στην πυρά της θεοκρατίας δηλαδή, φαινόταν ότι η Εκκλησία διατηρούσε την ίδια άτεγκτη στάση απέναντι στο ελεύθερο αναγεννησιακό πνεύμα και δεν ήθελε με τίποτα να τιμηθεί ο επιστήμονας με τον χάλκινο ανδριάντα που του είχε φτιάξει ο γλύπτης Ετόρε Φεράρι και κοιτούσε ειρωνικά προς το Βατικανό. Γιατί είχε όμως τέτοιο μένος μαζί του η Εκκλησία, ακόμα και τρεις αιώνες μετά τον βίαιο και μαρτυρικό θάνατό του; Γιατί, όπως είπαν στην τελετή των αποκαλυπτηρίων, ο Μπρούνο είχε δίκιο και ο καθολικισμός άδικο! Και παρά το γεγονός ότι είχε καεί στην πυρά, το έργο του έμελλε να ζήσει και να επιδράσει στα μυαλά της εποχής φέρνοντας μια ώρα αρχύτερα τον Διαφωτισμό και την Επιστημονική Επανάσταση. Θύμα κι αυτός των σκοτεινών χρόνων της Ευρώπης και της εκκλησιαστικής εξουσίας, πλέον φαντάζει σύμβολο στην αιώνια μάχη της ελευθερίας της σκέψης ενάντια στον σκοταδισμό. Ο Μπρούνο ξεκίνησε το 1576 μια φιλοσοφική περιπλάνηση στα μήκη και τα πλάτη της Γηραιάς Ηπείρου, συγγράφοντας και διαδίδοντας τη σκέψη του. Παρά την απήχησή του στους καιρούς του, σήμερα ελάχιστα είναι γνωστά ή επιβεβαιωμένα για τον Μπρούνο, εκτός φυσικά από τη στιγμή που οδηγήθηκε από το χριστιανικό ιερατείο στην πυρά. Γιατί ο ιταλός λόγιος προέβη όχι μόνο στο αδίκημα του να σκέφτεται ελεύθερα, αλλά έγραφε και κήρυττε κιόλας τις ανατρεπτικές του ιδέες, θέλοντας να εκθρονίσει τη Γη από το κέντρο του Σύμπαντος και να θέσει κι αυτός με τη σειρά του τις βάσεις της Επιστημονικής Επανάστασης. Και ήταν φυσικά επίμονος. Αγύριστο κεφάλι! Εφτά χρόνια τον είχαν φυλακισμένο και τον βασάνιζαν και δεν κατάφερε κανείς, ούτε επίσκοπος ούτε καρδινάλιος, να τον κάνει να πάρει πίσω αυτά που έλεγε. Και έλεγε πολλά είναι η αλήθεια, πράγματα που καλύτερα για πολλούς να έμεναν στο σκοτάδι. Κήρυττε, ας πούμε, ότι ήταν ο νους, ο ελεύθερα σκεπτόμενος νους, αυτός που απελευθερώνει τον άνθρωπο από κάθε μορφή υποδούλωσης. Αυτός, έλεγε, ήταν ένας Κολόμβος, ένας Κολόμβος του πνεύματος που θα αποκάλυπτε έναν εντελώς καινούριο νοητό κόσμο. Και πράγματι ο Ιταλός καταβυθίστηκε στη σοφία των παλαιότερων, μια καλά ξεχασμένη πια ιστορία, και επέστρεψε μέσα στη μισαλλόδοξη και σκοταδιστική θύελλα της εποχής για να μεταδώσει τη γνώση των αρχαίων σοφών. Το Σύμπαν, έλεγε τον 16ο αιώνα χωρίς περιστροφές, είναι ανοιχτό, απέραντο και χωρίς κανένα κεντρικό σημείο αναφοράς. Ο κόσμος είναι άπειρος, κέντρα και ορόσημα δεν υπάρχουν λοιπόν, υπάρχουν απλώς αστρονομικές σχέσεις ορισμένων σωμάτων με άλλα σώματα. Ακόμα και ο Κοπέρνικος έχει άδικο, μας λέει, ο ήλιος μας δεν είναι κατά κανέναν τρόπο το κέντρο του Σύμπαντος! Ο Μπρούνο είδε αμέτρητους ήλιους και άπειρους πλανήτες κοιτώντας τον ουρανό και μετά επέστρεψε στον Πλάτωνα για να μας πει πως ο κόσμος που βλέπουμε δεν είναι καν ο πραγματικός. Μπολιάζοντας τη μαγεία, την απόκρυφη γνώση και την επιστημονική μέθοδο που ήταν στα σπάργανα, ο πρωτεργάτης αυτός του ορθού λόγου αποτόλμησε να πει πράγματα αιρετικά και να κομίσει γνώσεις που συγκλόνιζαν συθέμελα το θεοκρατικό οικοδόμημα του ύστερου Μεσαίωνα. Μέσα σε όλα, δεν δίσταζε να καταδείξει τους τρόπους με τους οποίους η θρησκεία είναι μέσο καθοδήγησης των αμαθών μαζών. Τώρα αμφισβητούσε το θεολογικό δόγμα και αναπτύσσει προοδευτικά ένα πανθεϊστικό σύστημα το οποίο ναι μεν αποδέχεται την ύπαρξη του Θεού, τον αντιλαμβάνεται όμως ως κάτι τελείως διαφορετικό από τη χριστιανική παράδοση. Μέσα σε όλα, βλέπει τον κίνδυνο να κοντοζυγώνει, γι’ αυτό και όπως κι άλλοι πιονέροι του πνεύματος τα μαζεύει και μετακινείται συνεχώς προς τα βόρεια της Ευρώπης. Αυτό που φοβάται όμως θα έρθει να τον βρει…
Πρώτα χρόνια
Ο Φίλιπο Μπρούνο γεννιέται πιθανότατα την Πρωτοχρονιά του 1548 σε μια μικρή ιταλική πόλη, τη Νόλα της Καμπανίας, κοντά στη Νάπολη. Η οικογένειά του κατείχε μεν τίτλο ευγενείας, αλλά ήταν ουσιαστικά μέτριας οικονομικής επιφάνειας. Ο πατέρας του υπηρετούσε τους Ισπανούς της Νάπολης ως φρουρός και στρατιώτης και διατηρούσε σχέσεις με τα μεγάλα σαλόνια του βασιλείου. Ο μικρός Μπρούνο έμαθε τα πρώτα του γράμματα σε φιλελεύθερο σχολείο που δεν τελούσε υπό τον έλεγχο της Εκκλησίας. Γερός στο πνεύμα, στάλθηκε σε ηλικία 11 ετών στη Νάπολη για να παρακολουθήσει μαθήματα φιλολογίας, λογικής και διαλεκτικής. Αργότερα θα πάρει έναν κύκλο μαθημάτων στο Πανεπιστήμιο της Νάπολης και θα γίνει ξεφτέρι στη λογική. Σε ηλικία 17 ετών γίνεται μέλος του τάγματος των Δομινικανών Μοναχών και τώρα σπουδάζει -διαδοχικά- ρητορική, φυσική φιλοσοφία, μεταφυσική και την απαραίτητη θεολογία. Ήταν στο δομινικανό μοναστήρι που θα αλλάξει το όνομά του σε Τζιορντάνο, για να τιμήσει τον αγαπημένο του δάσκαλο. Το 1573 χειροτονείται ιερέας και εκπονεί δύο διατριβές πάνω στον Θωμά τον Ακινάτη, δεν αργεί όμως να συγκρουστεί με την ιεραρχία του τάγματος, καθώς ψαχνόταν και μάλιστα πολύ. Τώρα διαβάζει μανιωδώς τον «αιρετικό» Έρασμο, μελετά Αριστοτέλη και Αβερρόη και μετατρέπεται αίφνης σε αποδιοπομπαίο τράγο. Το 1576 θα κατηγορηθεί για πρώτη φορά ως αιρετικός και θα καθαιρεθεί από το τάγμα. Παρά το γεγονός ότι έχει ήδη αναπτύξει το ιδιαίτερα πολύπλοκο μνημονικό σύστημά του (βασίζεται στην οργάνωση της γνώσης) και το είχε παρουσιάσει στον ίδιο τον Πάπα, ο οποίος τον τίμησε για την εξέχουσα ικανότητά του! Τώρα όμως η ζωή του θα μπει σε μεγάλες περιπέτειες…
Η εποχή της μεγάλης περιπλάνησης
Αναζητώντας τη γνώση και φοβούμενος τις συνέπειες των λόγων του, μεταβαίνει στη Γένοβα, από εκεί περνά στη Βενετία και καταλήγει τελικά στη Γενεύη, όπου ασπάζεται τον πιο φιλελεύθερο καλβινισµό και βιοπορίζεται ασκώντας το επάγγελμα του διορθωτή σε τυπογραφεία. Η κοσμολογική του αντίληψη ξεπερνά τώρα όχι μόνο το δόγμα της Εκκλησίας, αλλά και το ριζοσπαστικό μοντέλο του Κοπέρνικου, καθώς αρνείται τον ηλιοκεντρισμό και αντιλαμβάνεται τον Ήλιο ως ένα μόνο από τα άπειρα ουράνια σώματα του Σύμπαντος. Σήμερα ξέρουμε ότι είναι ουσιαστικά ο πρώτος Ευρωπαίος που κοιτά τα αστέρια και τα βλέπει ως ήλιους. Επιρροές του είναι η αραβική αστρολογία, ο νεοπλατωνισμός και ο ερμητισμός της Αναγέννησης, την ίδια ώρα που διαβάζει με μεγάλο πάθος τη φιλοσοφία του Θωμά του Ακινάτη, του Ερμή του Τρισμέγιστου και των νεοπλατωνιστών. Θεωρεί πως υπάρχει ένα «παγκόσμιο μυαλό» που είναι Θεός μόνο όταν δεν επεμβαίνει στα εγκόσμια. Κάπως έτσι αρχίζει να αμφισβητεί το θεολογικό δόγμα και να απομακρύνεται από τον χριστιανισμό και τις τριαδικές πεποιθήσεις του. Όπως θα ομολογήσει αργότερα, ζει μια μάλλον «άτακτη μοναστική ζωή»: δύο φορές αφαιρεί τα αγαλματίδια των αγίων αφήνοντας μόνο τον σταυρό, ενώ διδάσκει αμφιλεγόμενες θεολογικές ερμηνείες στους μαθητές του. Κατηγορείται πως υπερασπίζεται την αίρεση του αρειανισμού και εκείνος κοιμάται με τα απαγορευμένα κείμενα του Έρασμου κάτω από το μαξιλάρι του. Δεν θα πάρει πολύ στους καλβινιστές να τον αφορίσουν και εκείνος, φοβούμενος τη «θεϊκή νέμεση», τραβά πιο βόρεια στην Ευρώπη. Απογοητευμένος από τον δογματισμό (και) των καλβινιστών, μετακομίζει στη Γαλλία, περνώντας από τη Λυών και την Τουλούζη για να καταλήξει στο Παρίσι. Στην Τουλούζη γίνεται μάλιστα λέκτορας φιλοσοφίας και μετά στο Παρίσι οι διαλέξεις του γίνονται δημοφιλέστατες. Ο Μπρούνο απολαμβάνει τώρα φήμη ζηλευτή, κυρίως λόγω του αξιοθαύμαστου ταλέντου του στην απομνημόνευση. Αποκτά την εύνοια του Ερρίκου Γ’ και προβεβλημένων Γάλλων και γράφει ασταμάτητα. Λαμπρός ρήτορας καθώς ήταν, μιλά για τον Θωμά τον Ακινάτη και την τέχνη της μνήμης. Το 1582 δημοσιεύει την κωμωδία «Ο Δαδηφόρος» (Candelaio), αλλά και δύο σημαντικές εργασίες πάνω στην τέχνη της μνήμης, τις «Σκιές των ιδεών» και «Το τραγούδι της Κίρκης». Έπειτα από εισήγηση και με την αμέριστη υποστήριξη του γάλλου μονάρχη, μεταβαίνει στην Αγγλία για να πάρει ακαδημαϊκή θέση στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Ο αιρετικός του λόγος του στερεί ωστόσο τα διδακτικά καθήκοντα και σύντομα θα προκαλέσει και τον απλό κόσμο τόσο με τις αμφιλεγόμενες ιδέες του όσο και με τον έντονα καυστικό του λόγο. Κάποια στιγμή δέχεται επίθεση από τον εξοργισμένο όχλο και καταλαβαίνει πως πρέπει να εγκαταλείψει και το Λονδίνο, βάζοντας το 1585 πλώρη για Γαλλία. Στο Λονδίνο πέρασε ωστόσο την πλέον παραγωγική συγγραφική του περίοδο. Έγραψε περαιτέρω για την τέχνη της μνήμης, το βασικό εργαλείο στη συλλογιστική του για την ανάπτυξη της διάνοιας («Ερμηνεία των τριάντα σφραγίδων» και «Η σφραγίδα των σφραγίδων»), αλλά και φιλοσοφικούς διαλόγους στα πρότυπα των αρχαίων. Εκεί θα ολοκληρώσει και το σημαντικότερο ίσως έργο του, το «Περί απείρου, Σύμπαντος και κόσμου», όπου ξεδιπλώνει την κοσμογονική και αστρονομική του θεωρία. Το Παρίσι δεν τον σηκώνει όμως, καθώς οι φοιτητές του εξεγείρονται εναντίον του και οι καθολικοί Ισπανοί αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερο λόγο στο εσωτερικό της Γαλλίας. Τα επόμενα δύο χρόνια (1586-1588) θα τα περάσει στη φιλελεύθερη Βυρτεµβέργη της Γερµανίας, δίνοντας διαλέξεις πάνω στον Αριστοτέλη και απολαμβάνοντας για ένα διάστημα κύρος και σεβασμό. Οι λουθηρανοί τον υποδέχονται θερμά, του απονέμουν τον τίτλο του καθηγητή πανεπιστημίου και γύρω του συσπειρώνεται ένας κύκλος πιστών μαθητών, όπως ο Ιερώνυμος Μπέσλερ, ο οποίος θα τον ακολουθήσει στις κατοπινές περιπλανήσεις του και θα γράψει αργότερα καθ’ υπαγόρευση του Μπρούνο το περίφημο «Περί μαγείας». Δημοσιεύει μια σειρά ακόμα από εργασίες στα λατινικά, για τον Αριστοτέλη και τη λογική κυρίως, είναι όμως και πάλι άτυχος, καθώς σύντομα τα ιδεολογικά ρεύματα της Γερμανίας θα μετατοπιστούν προς το σκοταδιστικότερο κι εκείνος θα τα μαζέψει για άλλη μια φορά και θα πάει τώρα στην Πράγα (1588). Έχοντας αποτύχει να επανενταχθεί στους κόλπους της Καθολικής Εκκλησίας, μια στρατηγική κίνηση για να καθησυχάσει τους ιερουργούς, διδάσκει στην Πράγα, στην αυλή του Ροδόλφου Β’, ο οποίος συγκέντρωνε γύρω του αστρολόγους και αλχημιστές με σκοπό να τον βοηθήσουν στην αναζήτηση της φιλοσοφικής λίθου. Ο Μπρούνο του αφιερώνει το έργο του «Άρθρα στα μαθηματικά», ένα κείμενο με γεωμετρικά διαγράμματα που χρησιμεύουν στην κατανόηση της δημιουργίας του Σύμπαντος. Στην αφιέρωση που κάνει στον Ροδόλφο, επισημαίνει πως προσβλέπει σε μια παγκόσμια θρησκεία αγάπης που να ενώνει τους ανθρώπους με τον νόμο της αγάπης και να μην οδηγεί τα έθνη σε πόλεμο και διάσπαση. Αυτό ήταν, θα αφοριστεί για άλλη μια φορά, τώρα από τους λουθηρανούς! Με τα χρήματα που πήρε από τον πρίγκιπα δημοσίευσε ωστόσο το «Περί μαγείας», μάζεψε τα μπογαλάκια του και το 1591 εγκαθίσταται στη Φρανκφούρτη, όπου θα τον βρει η μοίρα. Ο ιταλός ευπατρίδης Τζοβάνι Μοτσενίγκο δηλαδή, ο οποίος του ζητά να τον ακολουθήσει στη Βενετία και να του διδάξει την τέχνη της απομνημόνευσης, που τον είχε κάνει άλλωστε γνωστό στα πέρατα της Ευρώπης. Πριν φύγει από τη Φρανκφούρτη, δημοσιεύει τρία ποιήματά του. Στο πρώτο μας λέει πως ο κόσμος είναι άπειρος και δεν έχει έσχατα όρια, στο δεύτερο κάνει αναφορά στα άτομα, τα μικρότερα δυνατά σωματίδια της ύλης, και στο τρίτο αναλύει τους αριθμούς, τα σχήματα και τα νοήματά τους…
Η προδοσία και η Ιερά Εξέταση
Ο Μπρούνο επιστρέφει στα βασίλεια της Ιταλίας και για δύο μήνες παραδίδει πράγματι μαθήματα κατ’ οίκον στον Μοτσενίγκο. Τώρα ετοιμάζει ένα νέο πόνημα που θέλει να αφιερώσει στον Πάπα Κλήμη Η’ για να κατευνάσει τα εναντίον του πνεύματα. Η δίψα του για γνώση όμως τον καλεί ξανά κοντά της. Κι έτσι μια ωραία πρωία ανακοινώνει στον πλούσιο μαθητή του πως πρέπει να τον εγκαταλείψει. Ο θρύλος θέλει τον Μοτσενίγκο να στρέφεται κατά του δασκάλου του και, ως άλλος λες Ιούδας, να τον καταγγέλλει στην Ιερά Εξέταση της Βενετίας ως αιρετικό. Η ενετική Ιερά Εξέταση τον συλλαμβάνει στις 26 Μαΐου 1592 και τον Φεβρουάριο του 1593 τον στέλνει σιδηροδέσμιο στα μπουντρούμια της Ρώμης, όπου θα παραμείνει τα επόμενα εφτά χρόνια. Παρά τη σωματική και ψυχική καταπόνηση, εμφανίζεται στο θρησκευτικό δικαστήριο με το ηθικό του στα ύψη και λέει αγέρωχα στους ιεροεξεταστές όταν ακούει την καταδικαστική ετυμηγορία: «Πιθανόν εσείς, κριτές μου, να ανακοινώνετε την καταδίκη μου με μεγαλύτερο φόβο απ’ ό,τι την αποδέχομαι εγώ». Ο Μπρούνο κατηγορείται ως επικίνδυνος απατεώνας, βλάσφημος φιλόσοφος, στασιαστής αιρετικός, φιλήδονος μάγος και πολλά ακόμα. Έχοντας αποτύχει να μετανοήσει στα εφτά χρόνια της κράτησης και του βασανισμού του, καταδικάζεται στην πυρά. Η απόφαση εκτελείται στις 17 Φεβρουαρίου 1600 στην «Πλατεία των Λουλουδιών» της Ρώμης. Πριν τον κάψουν, δήλωσε πως δεν επιθυμούσε να μετανοήσει, πως δεν υπήρχε λόγος να μετανοήσει, πως δεν υπάρχει ζήτημα για το οποίο μπορούσε να μετανοήσει και πως αγνοούσε για ποιο πράγμα έπρεπε να μετανοήσει. Μαζί του κάηκαν και όσα βιβλία του κατάφεραν να βρουν οι Ιεροεξεταστές και ειδικά αυτά για τη μορφή του Σύμπαντος και τις πανθεϊστικές αντιλήψεις του. Ήταν ο πρώτος μάρτυρας της επιστήμης, έχοντας συνδυάσει αρμονικά τον νεοπλατωνισμό και την πυθαγόρεια φιλοσοφία και μιλώντας για το Σύμπαν και τους νόμους του με τρόπο που λίγο αργότερα θα αποκαλούσαν «επιστημονικό»… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr