Βρισκόμαστε λίγες ώρες πριν από τις πιο κρίσιμες εκλογές της Μεταπολίτευσης και δεν πρόκειται για σχήμα λόγου, ούτε για κάποια κινδυνολογία, αλλά, δυστυχώς, για την σκληρή πραγματικότητα. Αντιμετωπίζουμε δυο τεράστιες προκλήσεις που αποτελούν ταυτόχρονα και τα δυο βασικά διλήμματα για την επιλογή των πολιτών.
Το πρώτο είναι το μείζον ζήτημα της Δημοκρατίας, της λειτουργίας των θεσμών και του Κράτους Δικαίου.
Ποτέ μέχρι τώρα μια κυβέρνηση: δεν προσπάθησε να εξαγοράσει και να ελέγξει ολοκληρωτικά τα ΜΜΕ, δεν έκανε τόσο ωμές και απροκάλυπτες παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη, δεν προσπάθησε να εξοντώσει όσους δημόσιους λειτουργούς των Ανεξάρτητων Αρχών έπραξαν σύμφωνα με τη συνείδηση τους, τους νόμους και το Σύνταγμα, δεν είχε καταντήσει την ΕΥΠ παρακρατικό μηχανισμό και τυφλό υποχείριο μιας αδίστακτης ομάδας ανθρώπων, δεν καταπάτησε κάθε έννοια του Συντάγματος και του Κράτους Δικαίου. Όλα αυτά τα έκανε μόνο ο κ. Μητσοτάκης και η κυβέρνηση του.
Για πρώτη φορά στην Μεταπολίτευση και για πρώτη φορά με τόσο κυνισμό.
Το δεύτερο δίλημμα είναι η αποκατάσταση της θέσης των μεσαίων και χαμηλών εισοδηματικών στρωμάτων και του Κοινωνικού Κράτους, μετά από την δριμεία επίθεση που δέχτηκαν από την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Μια ανελέητη επίθεση που έφερε την μεσαία τάξη να επιβιώνει με κουπόνια.
Με τη δραστική μείωση της αγοραστικής τους δύναμης, μέσω της καθήλωσης των εισοδημάτων τους, των υψηλών έμμεσων φόρων (ΦΠΑ και ΕΦΚ), της ακρίβειας στα βασικά είδη διαβίωσης, της ενεργειακής ακρίβειας, της αντεργατικής νομοθέτησης, της προστασίας της αισχροκέρδειας και των υπερκερδών, του πτωχευτικού νόμου που ψήφισαν και οδηγεί στην απώλεια της πρώτης κατοικίας και των ιδιωτικών περιουσιών.
Με δυο λόγια, με τη μεταφορά πλούτου από τα μεσαία και χαμηλά εισοδηματικά στρώματα προς τους πολύ πλούσιους, τη λεγόμενη αναδιανομή προς τα πάνω. Μια ακραία νεοφιλελεύθερη και εμμονική πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Και στη συνέχεια, με την απαξίωση και την υποβάθμιση της Παιδείας, της Υγείας, των Δημόσιων Συγκοινωνιών και γενικά όλων των θεσμών και των Υπηρεσιών που παρέχουν δημόσια, κοινωνικά αγαθά. Αγαθά που απευθύνονται κυρίως σε μη προνομιούχα κοινωνικά στρώματα που δεν είναι σε θέση να στραφούν στον ιδιωτικό τομέα για να καλύψουν τις ανάγκες τους.
Εμείς στον ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ είμαστε αποφασισμένοι να ανταποκριθούμε θετικά απέναντι και στις δυο προκλήσεις. Να δώσουμε μάχη για τη Δημοκρατία, για τη λειτουργία των θεσμών, για να αποκτήσουν το κύρος και την αξιοπιστία που είναι απαραίτητα. Να οικοδομήσουμε στη χώρα μας το Κράτος Δικαίου, με διάλογο με τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις και την κοινωνία των πολιτών.
Ένα Κράτος στην υπηρεσία του δημοσίου συμφέροντος και των πολιτών, μια ανεξάρτητη Δικαιοσύνη που δεν θα παίρνει εντολές από το Μαξίμου, Ανεξάρτητες Αρχές που θα είναι αφοσιωμένες στο καθήκον τους και στο δημόσιο συμφέρον.
Είμαστε αποφασισμένοι να χτίσουμε το νέο Κοινωνικό Κράτος, με ένα ισχυρό ΕΣΥ, με υψηλής ποιότητας εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες, για να έχουν όλα τα παιδιά μας ίσες ευκαιρίες, με ένα πλέγμα υπηρεσιών για τις πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες που χρειάζονται βοήθεια και υποστήριξη με αξιοπρέπεια και όχι ως δείγμα ελεημοσύνης.
Είμαστε αποφασισμένοι να αντιστρέψουμε την πορεία της αναδιανομής πλούτου από κάτω προς τα πάνω που επέβαλλε ο κύριος Μητσοτάκης και να αλλάξουμε την κατεύθυνση από πάνω προς τα κάτω. Να εργαστούμε για την ευημερία των πολλών και όχι για τον πλουτισμό των λίγων. Αυτό εννοούμε όταν λέμε Δικαιοσύνη Παντού.
Εμείς απαντούμε θετικά στις δύο προκλήσεις της οικοδόμησης του Κράτους Δικαίου και του Κοινωνικού Κράτους και είμαστε βέβαιοι ότι οι πολίτες θα απαντήσουν αποφασιστικά, αναδεικνύοντας τον ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ πρώτο κόμμα στην 21η του Μάη.
- Κατερίνα Νοτοπούλου, υποψήφια βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία