Κάθε κόμμα που κατέρχεται στις επικείμενες εθνικές εκλογές της 21ης Μαΐου έχει θέσει εξαρχής και έναν συγκεκριμένο στόχο όσον αφορά το ποσοστό που θέλει να πιάσει, προκειμένου να θεωρήσει τον αγώνα του επιτυχή ή όχι. Το ποσοστό αυτό ποικίλλει, ανάλογα με τον πολιτικό σχηματισμό. Για κάποια μικρότερα μπορεί π.χ. ο πήχης να έχει τεθεί στο 1,5% ώστε να ανοίξει ο δρόμος της κρατικής επιχορήγησης. Για κάποια μεγαλύτερα η στοχοθέτηση είναι στο 3% προκειμένου να μπορέσουν να εισέλθουν στο Κοινοβούλιο. Όσο πιο μεγάλο είναι ένα κόμμα τόσο πιο μεγάλος είναι και ο στόχος που έχει θέσει. Λογικό.

Ποιο είναι όμως το ψυχολογικό όριο για τα κόμματα εξουσίας ή αυτά που θέλουν να διαδραματίσουν την επόμενη των εκλογών ρόλο ρυθμιστή; Για τη Νέα Δημοκρατία αρχικά ο στόχος θα ήταν να λάβει ένα ποσοστό που θα της εξασφάλιζε αυτοδυναμία. Αυτό όμως είναι αδύνατον με τον παρόντα εκλογικό νόμο της απλής αναλογικής, καθώς ένα κόμμα θα εξασφάλιζε την αυτοδυναμία εάν έπαιρνε ποσοστό λίγο πάνω από το 46%. Εξωπραγματικό με τους σημερινούς συσχετισμούς, ωστόσο ποντάρει στις ενδεχόμενες δεύτερες εκλογές, όπου με τον νόμο της ενισχυμένης αναλογικής που θα ισχύσει τότε, θα θέλει γύρω στο 38%. Άρα στις παρούσες κάλπες επιθυμεί ένα ποσοστό όσο γίνεται πιο κοντά στο 38%. Οι μέχρι σήμερα εκτιμήσεις όμως, και βάσει των αναλύσεων που λαμβάνει το Μέγαρο Μαξίμου από τις μυστικές και φανερές δημοσκοπήσεις, θα ήταν ικανοποιημένοι στη Νέα Δημοκρατία εάν έπιαναν το 34%. Με ένα τέτοιο νούμερο, δεν θεωρείται απίθανη η αύξηση κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες σε ενδεχόμενες δεύτερες κάλπες, καθώς το κλίμα θα είναι περισσότερο πολωμένο, ευνοώντας τα μεγάλα κόμματα.

Στην Κουμουνδούρου, όσοι αναλύουν τα ποιοτικά στοιχεία των μετρήσεων αντιλαμβάνονται πως είναι πολύ δύσκολο να έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία πρώτο κόμμα στις εκλογές, ωστόσο με τον εκλογικό νόμο της απλής αναλογικής που θα εφαρμοστεί, ίσως αυτό να μην έχει και τόσο μεγάλη σημασία όσο με την ενισχυμένη αναλογική. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης βρίσκεται κοντά με τη Νέα Δημοκρατία, το χωρίζει μεγάλη απόσταση από τον τρίτο και αυτό που θα ήθελε είναι το ποσοστό που θα λάβει το βράδυ της 21ης Μαΐου να έχει μπροστά το τρία, δηλαδή να είναι πάνω από 30%. Με ένα τέτοιο ποσοστό θα διαθέτει έναν σημαντικό αριθμό εδρών προκειμένου να δοκιμάσει ένα ενδεχόμενο συγκυβέρνησης με κάποιο από τα υπόλοιπα κοινοβουλευτικά κόμματα και αφετέρου δίνει ελπίδες για μεγαλύτερο ποσοστό στις δεύτερες κάλπες εάν στηθούν τον Ιούλιο. Άλλωστε ποντάρουν και στο γεγονός ότι διαχρονικά οι δημοσκόποι δίνουν μικρότερο ποσοστό στον ΣΥΡΙΖΑ από αυτό που πραγματικά λαμβάνει.

Τέλος, όσον αφορά το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγή, τον πήχη τον έχει θέσει ο ίδιος ο πρόεδρός του, Νίκος Ανδρουλάκης. Όπως έχει πει, στοχεύει σε ένα «ισχυρό διψήφιο ποσοστό» που μεταφράζεται σε ένα τουλάχιστον 12%, προκειμένου να μπορεί να διαπραγματευτεί από μια καλύτερη θέση το ενδεχόμενη συγκυβέρνησης. Μάλιστα ο κ. Ανδρουλάκης έχει τονίζει πως εάν δεν το πάρει, «θα τεθεί υπό αξιολόγηση» και ο ίδιος ενώπιον του κόμματός του.