«Η κυβέρνηση δεν έχει θέσει πλαφόν στη χονδρική και τη λιανική τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος και του φυσικού αερίου, όπως ζητάμε ήδη από τον Σεπτέμβριο του 2021. Μόνο μέσα από μίας τέτοιας ποιότητας παρέμβαση θα μπορούσαν να μειωθούν σοβαρά οι λογαριασμοί για τους καταναλωτές», δήλωσε η τομεάρχης Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ Έφη Αχτσιόγλου μιλώντας στο Open.
«Αποδείχτηκε, όπως είπε, ότι δεν μπορεί να υπάρξει ουσιώδης ελάφρυνση με την πολιτική των επιδοτήσεων που τελικά ταΐζει τα υπερκέρδη των επιχειρήσεων παραγωγής ενέργειας. Η κυβέρνηση δεν χτυπά την αισχροκέρδεια, δεν κόβει τα υπερκέρδη ούτε φορολογεί όσα άφησε να σωρευτούν επί μήνες, ώστε να επιστρέψουν στους πολίτες».
Η βουλευτής υπογράμμισε επίσης ότι «το πλαφόν στην τιμή δεν θα είχε αποτύπωμα στα δημόσια οικονομικά, αλλά θα είχε αποτύπωμα στα κέρδη των εταιρειών» και επισήμανε ότι «η κυβέρνηση Μητσοτάκη με τον τρόπο που εφαρμόζει τη ρήτρα αναπροσαρμογής έχει οδηγήσει σε σώρευση υπερκερδών. Μεταφέρει το 99% των διακυμάνσεων των τιμών στην τσέπη του καταναλωτή και η επιχείρηση δεν έχει κανένα κόστος και ρίσκο».
Στην Ελλάδα, πρόσθεσε, «οι πολίτες πληρώνουν πολλαπλάσιες αυξήσεις σε σχέση με τους υπόλοιπους πολίτες της Ευρώπης», γιατί «η κυβέρνηση επιμένει να ακολουθεί μία πολιτική που προστατεύει τον μηχανισμό σώρευσης υπερκερδών».
Σχολιάζοντας την αναφορά του κ. Ρουσόπουλου «μακάρι να είναι τόσο», σχετικά με το ύψος των υπερκερδών των εταιρειών ενέργειας που εκτιμάται στο 1,5 δισ. και τη φορολόγησή τους, η κ. Αχτσιόγλου τόνισε ότι «αυτό σημαίνει πως 1,5 δισ. αφαιρέθηκε από τα νοικοκυριά και δεν είναι καθόλου «μακάρι», διότι όποιον μηχανισμό φορολόγησης εφεύρει η κυβέρνηση, αν τον εφεύρει, δεν θα επιστρέψει στους πολίτες πλήρως αυτό που έχουν απωλέσει όλο αυτόν τον καιρό και έχουν στοχοποιηθεί». Έθεσε, παράλληλα, επανειλημμένα το ερώτημα «γιατί η κυβέρνηση δεν βάζει πλαφόν εδώ και 9 μήνες», χωρίς να λάβει απάντηση. Υπενθύμισε τέλος, ότι «επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ δεν υπήρξε καμία αύξηση στα τιμολόγια της ΔΕΗ, αντιθέτως υπήρξε μεσοσταθμική μείωση της τάξης του 12%.Αυτό δεν ήταν τυχαίο αλλά συγκεκριμένη κοινωνική πολιτική που εφάρμοζε η ΔΕΗ, η οποία ήταν υπό δημόσιο έλεγχο και την ιδιωτικοποίησε ο κ. Μητσοτάκης».