Η Ελλάδα πρέπει να τηρήσει τις δεσμεύσεις ήταν ουσιαστικά το μήνυμα της Γερμανίδας Καγκελαρίου, Άγκελα Μέρκελ, και του Γάλλου Προέδρου, Φρανσουά Ολάντ από το Βερολίνο όπου συναντήθηκαν.
Αμέσως μετά τη συνάντηση, οι δύο ηγέτες παραχώρησαν κοινή συνέντευξη Τύπου και παρότι δεν αναφέρθηκαν αρχικά στη χώρα μας, στη συνέχεια, η κατάσταση της Ελλάδας μονοπώλησε τις ερωτήσεις που δέχτηκαν.
Αρχικά, μία Γαλλίδα δημοσιογράφος ρώτησε τη γνώμη των δύο ηγετών για τη λίστα με τις μεταρρυθμίσεις που απέστειλε η Αθήνα, αλλά και την αντίδρασή τους για τις σχέσεις Αθήνας – Μόσχας.
Πρώτη απάντησε η Γερμανίδα Καγκελάριος, η οποία τόνισε ότι πιστεύει ότι έγινε μια αρχή με τις συνομιλίες με τους θεσμούς τις τελευταίες ημέρες στις Βρυξέλλες.
«Δεν έχουμε φθάσει στο τέλος και γι’ αυτό πιστεύω ότι πρέπει να συνεχίσουμε τη διαδικασία και ταυτόχρονα να καταστήσουμε σαφές ότι το θέμα είναι να τηρηθούν οι δεσμεύσεις», είπε η Άγκελα Μέρκελ προσθέτοντας ότι «δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο».
Από την πλευρά του, ο Φρανσουά Ολάντ τόνισε ότι πιστεύει ότι το μέλλον της Ελλάδας είναι στην Ευρώπη και ότι η Αθήνα το ξέρει αυτό. Και πρόσθεσε ότι «επειδή (η Ελλάδα) θέλει να μείνει στην ευρωζώνη συνεχίζει αυτή τη διαδικασία και θέλει να βρεθεί λύση».
Ενώ απαντώντας στην ερώτηση για τη Ρωσία, είπε ότι «ευρωπαϊκά κράτη μπορούν να πάνε στη Μόσχα χωρίς αυτό να δημιουργεί πρόβλημα στην Ευρώπη».
Σε επόμενη ερώτηση για τη χώρα μας και αν διαφαίνεται άμεσα συμφωνία ώστε να δοεθί η δόση, η Άγκελα Μέρκελ απέφυγε να δώσει χρονοδιαγράμματα.
«Στο Εurogroup της 20ης Φεβρουαρίου ειπώθηκε ότι μέχρι τα τέλη Απριλίου πρέπει να υποβληθούν οι ελληνικές προτάσεις. Όσο συντομότερα κάνει η Ελλάδα προτάσεις, τόσο συντομότερα μπορεί να επιτευχθεί μια συμφωνία».
Την ίδια πρόταση επανέλαβε και ο Φρανσουά Ολάντ, «το ταχύτερο το καλύτερο», είπε. Και πρόσθεσε ότι έχει χαθεί πολύς χρόνος, ενώ έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου ότι ο κίνδυνος για την Ελλάδα, είναι κίνδυνος για την Ευρωζώνη.
«Πρέπει να υπάρξουν όλες οι μεταρρυθμίσεις που παρουσιάστηκαν και να συναντηθούν στη συνέχεια οι θεσμοί, που θα επιτρέψουν την αποδέσμευση των πόρων», τόνισε.