Ειδικά μέτρα «κοινωνικής και ήπιας αστυνόμευσης» στο κέντρο της Αθήνας, επιστροφή των δημοτικών αστυνομικών στους ΟΤΑ, αλλά με διαφορετικό όνομα, ίδρυση Τμήματος Εγκληματολογίας και Αντεγκληματικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, για την εκπαίδευση και επιμόρφωση αστυνομικών, επανέλεγχο των αδειών οπλοφορίας, καθώς και μια σειρά άλλα μέτρα, ανακοίνωσε ο αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Γιάννης Πανούσης, σε συνέχεια προηγούμενων δηλώσεών του, σχετικά με τις αρχές και τους στόχους της αντεγκληματικής πολιτικής της κυβέρνησης.
Ο Γιάννης Πανούσης υπογραμμίζει ότι, μετά από ευρεία σύσκεψη, προγραμματίσθηκαν τα ειδικά άμεσα μέτρα στο κέντρο της Αθήνας, προκειμένου να αποφευχθεί η επανάληψη εικόνων (και προβλημάτων) του παρελθόντος, με τη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών παραβατικότητας, ανομίας και εγκληματικότητας.
Συγκεκριμένα, αποφασίστηκαν εντατικές αστυνομικές δραστηριότητες, με τη διάθεση πεζών και εποχούμενων περιπολιών, καθώς και σύσταση ομάδων για ειδικές δράσεις, όπως η καταπολέμηση του παραεμπορίου, των ναρκωτικών, της επαιτείας, των εκδιδομένων γυναικών κλπ, οι οποίες θα υποστηρίζονται από τις ειδικές επιχειρησιακές μονάδες της Ελληνικής Αστυνομίας (ΔΙΑΣ, ΟΠΚΕ κλπ). Στο πλαίσιο της καλύτερης αστυνόμευσης, συντάχθηκε τροπολογία, κατόπιν συνεννοήσεως με τον αναπληρωτή υπουργό Γιώργο Κατρούγκαλο και με τη συμφωνία της ΚΕΔΕ και του δημάρχου Αθηναίων Γ. Καμίνη, με βάση την οποία οι δημοτικοί αστυνομικοί επιστρέφουν στους ΟΤΑ όπου και ανήκουν.
Πρότασή του κ. Πανούση είναι να μην ονομάζονται «δημοτικοί αστυνομικοί», αλλά με αλλαγή της σχετικής νομοθεσίας να χαρακτηρίζονται ως Υπηρεσία Κοινοτικής Διαμεσολάβησης, ώστε να μη συγχέονται με την ΕΛΑΣ.
Ταυτόχρονα, από τον αναπληρωτή υπουργό Προστασίας του Πολίτη απεστάλη στον πρύτανη του Παντείου Πανεπιστημίου καθηγητή Γρηγόρη Τσάλτα, πρόταση για την ίδρυση Τμήματος Εγκληματολογίας και Αντεγκληματικής Πολιτικής προκειμένου να καταρτίζονται εξειδικευμένα στελέχη, αλλά και να επιμορφώνονται -σε μεταπτυχιακό επίπεδο- οι ενεργοί αστυνομικοί.
Παράλληλα, δόθηκε εντολή από τον κ. Πανούση, να ελεγχθούν όλες οι άδειες οπλοφορίας που έχουν χορηγηθεί και να υπάρξει σχετική νομοθετική τροπολογία, ώστε κατά τακτά χρονικά διαστήματα να αξιολογείται η ψυχική και πνευματική κατάσταση των δικαιούχων, καθώς και αν συντρέχουν οι όροι για τη χορήγηση.
Σε ό,τι αφορά τους φρουρούμενους από αστυνομικούς, των οποίων μειώθηκε η φύλαξη, ο κ. Πανούσης επισημαίνει ότι μπορούν να προστρέξουν στον Ν. 3938/11 (άρθρο 22) και να ενισχύσουν τη φρούρησή τους, σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας. Σημειώνεται ότι ο συγκεκριμένος νόμος προβλέπει πως όποιος επιθυμεί διαφορετική φύλαξη, καθώς και τη χορήγηση υπηρεσιών και μέσων από την Αστυνομία, για χρηματαποστολές, συνοδείες, κλπ μπορεί να του χορηγηθούν με ανταλλάγματα.
«Δυστυχώς οι ανάγκες παρουσίας των ένστολων στον δρόμο και στην αντιμετώπιση του εγκλήματος, δεν αφήνει άλλα περιθώρια διατήρησης ή ενίσχυσης. Η εντολή αυτή προέρχεται από τον ίδιο τον πρωθυπουργό και εφαρμόστηκε ομοιόμορφα και στους πολιτικούς, εκτός των εξαιρέσεων όπου τριμελής επιτροπή εκτίμησε ιδιαίτερους κινδύνους» αναφέρει ο αναπληρωτής υπουργός στη δήλωσή του.
Ο κ. Πανούσης, τέλος, κάνει αναφορά στις ακυρώσεις των κλήσεων της Τροχαίας και άλλα ρουσφέτια στέλνοντας μήνυμα προς όλους στην ΕΛΑΣ: «Το Γραφείο του υπουργού δεν ασχολείται με “διευκολύνσεις”. Θα ήταν συνεπώς το λιγότερο παράτυπο και υπηρεσιακά ελεγχόμενο να προβαίνουν σε τέτοιες ενέργειες άλλα όργανα της Αστυνομίας».
Καταλήγοντας ο κ. Πανούσης αναφέρει: «η υπεροπλία της Αστυνομίας απέναντι στην εγκληματικότητα δεν είναι μόνον ο νόμος, αλλά και το «καλό παράδειγμα συμπεριφοράς» προς τον κάθε άνθρωπο, Έλληνα και ξένο, τον οποίο ο αστυνομικός υπηρετεί και προστατεύει. Ας μη ξεχνάμε ότι η Αστυνομία είναι πρώτα απ’ όλα ο προστάτης του φτωχού και του αδύναμου».