Τον ανταγωνισμό Ελλάδας-Γερμανίας βάζει στο στόχαστρο του ο Στέφεν Φίντλερ στη Wall Street Journal. «Ο τόνος της πολιτικής συζήτησης στην Ευρώπη για τη διάσωση της Ελλάδας, έχει γίνει πικρός, ιδιαίτερα μεταξύ Γερμανών και Ελλήνων» αναφέρει, προσθέτοντας ότι «ένας σημαντικός λόγος είναι οι αφηγήσεις που οι δύο λαοί λένε για την πρόσφατη ιστορία τους».
Όπως επισημαίνεται, «από τη μία πλευρά, οι Γερμανοί βλέπουν τους εαυτούς τους ως δημιουργούς του μεταπολεμικού οικονομικού θαύματος, που βασίστηκε στη σκληρή δουλειά, την αυτοθυσία και την αυτοπεποίθηση και όταν αυτό άρχισε να ξεθωριάζει τη δεκαετία του ΄90, έκαναν σκληρές μεταρρυθμίσεις, για τις οποίες επιβραβεύονται σήμερα. Στον αντίποδα, μέσα από την εικόνα που έχουν για τον εαυτό τους, βλέπουν την Ελλάδα ως τη χώρα που διάλεξε τον αντίθετο δρόμο από αυτούς, μια σπάταλη, υπερχρεωμένη και ανεύθυνη χώρα».
«Από την άλλη πλευρά, οι Έλληνες βλέπουν τους εαυτούς τους ως θύματα ξένων επεμβάσεων. Όπως αναφέρει ο Κέβιν Φέδερστοουν, καθηγητής Ελληνικών Σπουδών στο London School of Economics, “υπάρχει μια διαρκής ιστορία ενός αισθήματος θυματοποίησης, από τις απαρχές του σύγχρονου ελληνικού κράτους μέχρι σήμερα”» αναφέρεται στο άρθρο.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, «αυτή η αίσθηση των Ελλήνων ως θυμάτων ξένων επεμβάσεων, στη σημερινή οικονομική κρίση, εκφράζεται με την πεποίθηση ότι τα προβλήματα της Ελλάδας δεν προκλήθηκαν από τον υπερβολικό δανεισμό, αλλά από τους όρους του μνημονίου που επιβλήθηκε ώστε να αποπληρωθούν πλήρως οι γερμανικές και οι γαλλικές τράπεζες. Κατά την άποψη του κ. Φέδερστοουν, “η αφήγηση αυτή χειραγωγείται από την κυβέρνηση του αριστερού πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα”».
Στην ανταπόκριση επισημαίνονται τα «αδύνατα σημεία» και των δύο αφηγήσεων για να καταλήξει ότι «οι λαϊκές αφηγήσεις και των δύο πλευρών είναι, συνεπώς, στην καλύτερη περίπτωση μόνο εν μέρει αληθινές ή αγνοούν παράγοντες που τις αντισταθμίζουν. Οι αφηγήσεις αυτές εμποδίζουν τη λύση των προβλημάτων, επειδή, όταν γίνονται πιστευτές διακαώς, απαλλάσσουν την κάθε πλευρά από την ανάληψη της ευθύνης που της αναλογεί. “Υπάρχουν επίσης και πιο μακροχρόνιες συνέπειες”, επισημαίνει ο κ. Φέδερστοουν, “όπως η αλλαγή της άποψης των Ελλήνων για την Ευρώπη”. Οι Έλληνες έβλεπαν την Ευρώπη ως φορέα προόδου, μοντερνισμού και καλύτερης διακυβέρνησης, αλλά τώρα αυτή η ιδεαλιστική άποψη έχει αντικατασταθεί από μια ωφελιμιστική (άποψη). Οι Έλληνες δεν αγαπούν πια την Ευρώπη, φοβούνται τι θα συνέβαινε εάν εγκαταλείψουν το ευρώ».