«Αντώνης Σαμαράς – σε αναζήτηση στήριξης» είναι ο τίτλος άρθρου της οικονομικής εφημερίδας «Handelsblatt» σχετικά με τη σημερινή συνάντηση του πρωθυπουργού με την καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ, στο Βερολίνο. Στο άρθρο γίνεται λόγος για «δύσκολες διαπραγματεύσεις» πριν από τις οποίες πραγματοποιείται η συνάντηση, αναφερόμενο στην προσεχή άφιξη της τρόικας στην Αθήνα.
«Ο κ. Σαμαράς ελπίζει να μπορέσει να επιστρέψει στην Αθήνα με θετικά μηνύματα. Διότι το ταξίδι του πραγματοποιείται πριν από πολύ δύσκολες διαπραγματεύσεις. Την ερχόμενη εβδομάδα αναμένεται στην Αθήνα η τρόικα. Οι εκπρόσωποι των δανειστών προειδοποιούν για ελλείψεις στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων, όπως την ελαστικοποίηση των απολύσεων, περαιτέρω απολύσεις στο Δημόσιο και μεταβολές στο συνδικαλιστικό δίκαιο. Επιπλέον, τα σχέδια της κυβέρνησης για φοροαπαλλαγές συναντούν τον σκεπτικισμό της τρόικας. Γι’ αυτό και ο κ. Σαμαράς επιθυμεί να εξηγήσει στην καγκελάριο πόσο στενά είναι τα περιθώρια νέων περικοπών, μετά και από τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές» αναφέρεται στο δημοσίευμα.
Η εφημερίδα επισημαίνει ότι αν και στην Αθήνα γνωρίζουν ότι η κ. Μέρκελ ούτε καθορίζει ούτε θα ήθελε να καθορίσει τη στάση της τρόικας, εκτιμάται ότι μπορεί να ασκήσει κάποια επιρροή. «Την υποστήριξη της καγκελαρίου αναμένει ο κ. Σαμαράς και στο ζήτημα της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, όπως είχε προβλεφθεί τον Νοέμβριο του 2012 από το Eurogroup» συνεχίζει ο συντάκτης και παραθέτει δήλωση του υπουργού Οικονομικών Γκίκα Χαρδούβελη στην ίδια εφημερίδα σχετικά με την επιθυμία του για μεγαλύτερο χρόνο αποπληρωμής του χρέους και χαμηλότερο επιτόκιο.
«Η Ελλάδα επιθυμεί να ολοκληρώσει το συντομότερο δυνατό τις διαπραγματεύσεις με την τρόικα και τη διαπραγμάτευση για το χρέος. Αυτές οι κινήσεις θα καταδείκνυαν ότι η Ελλάδα μπορεί να σταθεί στα πόδια της και ότι η περίοδος της τρόικας τελείωσε. Σε αυτήν την περίπτωση ο κ. Σαμαράς θα μπορούσε να επιτύχει κέρδη στο εσωτερικό πολιτικό πεδίο. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση όμως υπάρχει η ανησυχία ότι ο μεταρρυθμιστικός οίστρος της Ελλάδας μπορεί να εξασθενήσει. Γι’ αυτό και οι ευρωπαίοι εταίροι παίζουν με το χρόνο» εκτιμά ο συντάκτης και προσθέτει ότι το γεγονός «ότι οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης επιθυμούν να μεταθέσουν χρονικά στο μέλλον τις διαπραγματεύσεις για το χρέος, σχετίζεται και με την πολιτική αβεβαιότητα στην Αθήνα», καθώς στις τελευταίες δημοσκοπήσεις ο ΣΥΡΙΖΑ προηγείται κατά 4-6% και ο κ. Τσίπρας ζητά τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών.
«Ο κ. Σαμαράς θα διαβεβαιώσει μεν τη κυρία Μέρκελ ότι δεν προγραμματίζει κάτι τέτοιο, αλλά δεν είναι και κάτι που εξαρτάται απολύτως από τον ίδιο, με δεδομένο ότι τον Φεβρουάριο επίκειται η προεδρική εκλογή».
Το δημοσίευμα καταλήγει με αναφορά στις εξαγγελίες του κ. Τσίπρα για «νέες θέσεις στον Δημόσιο Τομέα, μειώσεις στην φορολογία και κοινωνικές παροχές, οι οποίες κατά το υπουργείο Οικονομικών θα κοστίσουν 27,2 δισεκατομμύρια ευρώ και στην επιθυμία του για διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του ελληνικού χρέους» και με την εκτίμηση ότι οι δανειστές της Ελλάδας τείνουν να μεταθέτουν την διαπραγμάτευση για το χρέος μετά τις προεδρικές εκλογές. «Γιατί αν έρθει στην εξουσία ο κ. Τσίπρας, τα χαρτιά θα πρέπει να ξαναμοιραστούν» επισημαίνεται.
Στην ίδια εφημερίδα δημοσιεύεται και άρθρο γνώμης του διευθυντή του αυστριακού Ινστιτούτου για την Οικονομική Έρευνα (WIFO) Καρλ ‘Αιγκινγκερ, με τίτλο «Αυτή είναι η λάθος κατεύθυνση» και εκτενή αναφορά στις ελληνικές επιτυχίες του τελευταίου διαστήματος, κυρίως στον τομέα της δημοσιονομικής εξυγίανσης, την αύξηση της ανταγωνιστικότητας, το πρωτογενές πλεόνασμα, την έξοδο στις αγορές και την επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
«Για όλα αυτά η Ελλάδα αξίζει αναγνώρισης. Τώρα όμως ο πρωθυπουργός Α. Σαμαράς, έχοντας κατά νου το πολιτικό μέλλον της κυβέρνησής του, ζητεί από τους εταίρους του στην ΕΕ μεγαλύτερα περιθώρια ελιγμών, κυρίως στην φορολογική πολιτική. Ακόμα όμως και οικονομολόγοι με κοινωνικές ευαισθησίες, οι οποίοι θα συναινούσαν σε μία προσπάθεια αντιμετώπισης των χαμένων εισοδημάτων των Ελλήνων πολιτών, αντιμετωπίζουν με μεγάλη δυσθυμία τα σχέδια του κ. Σαμαρά. Η στρατηγική του κινείται σε λάθος κατεύθυνση. Αν ο κ. Σαμαράς επιτύχει αυτό που επιθυμεί, θα επικρατήσει η “παλιά Ελλάδα” αντί να τεθούν οι βάσεις της νέας» εκτιμά ο οικονομολόγος.
Και προσθέτει: «Σε γενικές γραμμές θα πρέπει οι κορυφαίοι Έλληνες πολιτικοί να αναρωτηθούν πού θα βρίσκεται η χώρα τους το 2030. Σε χώρες χτυπημένες από την κρίση είναι απολύτως απαραίτητο να αναπτυχθεί μία μακροπρόθεσμη πολιτική στρατηγική, η οποία θα εφαρμοστεί και κατά τρόπο αξιόπιστο… Καταρχήν θα πρέπει οι Έλληνες πολιτικοί να λάβουν μία βασική απόφαση: θέλουν να αποκαταστήσουν τα προνόμια και τις δομές προ κρίσης; Ή μήπως να βασιστούν στη νέα γενιά και τις νέες επιχειρήσεις; Η απάντηση θα έπρεπε να είναι αυτονόητη: σε πρώτη γραμμή πρέπει να βρίσκεται η νέα γενιά, της οποίας η εμπιστοσύνη στο μέλλον της Ελλάδας θα πρέπει να τονωθεί. Οι νέοι δεν χρειάζονται μόνο δουλειές, αλλά πρέπει να πιστέψουν ότι η χώρα μπορεί να αναπτύξει μία μελλοντική οικονομική δομή. Μόλις επικρατήσει η βεβαιότητα για αυτά, η Ελλάδα πραγματικά θα έχει ξεπεράσει τα προβλήματά της».
(φωτογραφία αρχείου)