Μία ημέρα μετά τις έντονες αναταράξεις στη ΔΗΜΑΡ, με την ανεξαρτητοποίηση της βουλευτού Κατερίνας Μάρκου, τη διαγραφή από την ΚΟ του Γρηγόρη Ψαριανού, την παραίτηση από την Κεντρική Επιτροπή των Α. Παπαδόπουλου και Γ. Γεωργάτου, η Μεταρρυθμιστική Τάση της Δημοκρατικής Αριστεράς, που διαφώνησε και άσκησε κριτική στην ηγεσία του κόμματος, κατέθεσε πακέτο προτάσεων για τα νομοσχέδια που συζητούνται ή εκκρεμούν αυτή την περίοδο στη Βουλή και αφορούν προαπαιτούμενα της συμφωνίας με την τρόικα.
Συγκεκριμένα προτείνει στο κόμμα να υιοθετήσει ως βασικές της θέσεις τις εξής:
- Την ολοκληρωτική κατάργηση των φόρων και κρατήσεων υπέρ τρίτων σε όλες τις πράξεις και συναλλαγές των πολιτών με το κράτος.
- Την ενοποίηση των διαδικασιών συλλογής φόρων και ασφαλιστικών εισφορών από το κράτος, με ταυτόχρονη και ενιαία μέριμνα, για την παροχή ρυθμίσεων που θα συμβάλουν στην επιβίωση ελευθέρων επαγγελματιών και επιχειρηματιών.
- Την πλήρη ιατροφαρμακευτική κάλυψη των ανασφάλιστων συμπολιτών μας.
- Την πλήρη απορρόφηση των επικουρικών ταμείων του Δημοσίου από το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης (ΕΤΕΑ).
- Το συμψηφισμό της επιστροφής του ΦΠΑ και των οφειλών προς τα ασφαλιστικά Ταμεία των επιτηδευματιών.
- Τη μείωση των διοικητικών βαρών και την απλοποίηση των διαδικασιών στις συναλλαγές των πολιτών με το Κράτος, με στόχο το χτύπημα της γραφειοκρατίας.
- Τη διαμόρφωση ενός νέου και απλού αντιγραφειοκρατικού πλαισίου αδειοδότησης των επενδυτικών σχεδίων.
- Τη θέσπιση Κώδικα Δεοντολογίας των κυβερνητικών και κρατικών στελεχών για την καταπολέμηση της διαφθοράς.
- Τη μεταρρύθμιση του νομοθετικού πλαισίου χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων, με ενίσχυση της διαφάνειας και στόχο την καταπολέμηση του πολιτικού χρήματος.
Ειδικότερα για τα «δύσκολα» νομοσχέδια της «μικρής ΔΕΗ», που ψηφίστηκε, και τα δάση και τον αιγιαλό, που έρχονται, προτείνει:
«Για τον νέο δασικό νόμο, τον αιγιαλό και την απελευθέρωση εκτάσεων για την επενδυτική τους αξιοποίηση: Θεωρούμε αδιαπραγμάτευτη την προστασία των δασών, τη διασφάλιση της ελεύθερης πρόσβασης των πολιτών στις παραλίες, την προστασία του αιγιαλού από παρεμβάσεις και παράνομες επενδύσεις και την εφαρμογή των κανόνων της βιώσιμης ανάπτυξης και της αειφορίας. Πρόκειται για την διασφάλιση αμιγώς δημοσίων αγαθών, στα οποία θεμελιώνεται δικαίωμα του κάθε πολίτη. Με το νέο νόμο, αναιρείται η συνταγματική αρχή για τη ρητή κρατική υποχρέωση προστασίας του περιβάλλοντος και, παρά το σύνταγμα, ιεραρχείται υψηλότερα η επιχειρηματική δραστηριότητα. Είναι προφανές, ότι η καταστροφή που μπορεί να προκύψει, θα αλλάξει την εικόνα της χώρας.
Για το θέμα την “μικρής ΔΕΗ”, τονίζουμε, ότι από θέση αρχής συμφωνούμε με την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και την εφαρμογή των ευρωπαϊκών κανόνων για την προστασία της ανταγωνιστικότητας και του δημοσίου συμφέροντος στην αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας, προς όφελος του καταναλωτή. Η σημερινή ΔΕΗ, ακινητοποιημένη από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό του πελατειακού κράτους, εισπράκτορας φόρων και τελών, πρέπει να αλλάξει ριζικά το προφίλ της, για να συνεχίσει να προσφέρει. Το ηλεκτρικό ρεύμα, προϊόν βαριάς βιομηχανικής επεξεργασίας αυξημένου κόστους, δεν είναι δημόσιο αγαθό. Πρέπει να είναι όμως αγαθό, του οποίου την παροχή σε ολόκληρη τη χώρα και την ελάχιστη κατανάλωση για τους αδύναμους πολίτες, θα εξασφαλίζει η κοινωνική μέριμνα. Όσον αφορά το συγκεκριμένο νομοσχέδιο (νόμο πλέον από χθες), πρέπει να πούμε, ότι ουδόλως υπηρετεί τους στόχους που διακηρύσσει. Εκπονήθηκε σε συνθήκες απουσίας εθνικής στρατηγικής τόσο για την ενέργεια όσο και για την απελευθέρωση της αγοράς της. Από την αποτίμηση της αξίας του προς πώληση κομματιού της επιχείρησης μέχρι την πώλησή του, τις δεσμεύσεις για αποκαταστάσεις και περιβαλλοντική διαχείριση, τα εργασιακά δικαιώματα και τα δικαιώματα των καταναλωτών, τις σχέσεις και επιπτώσεις με τις τοπικές κοινωνίες, δεν προκύπτει σοβαρή μέριμνα για το παραμικρό. Η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας, όταν επιχειρείται με την εκποίηση του 30% μιας επιχείρησης με δημόσιο χαρακτήρα, με ενσωματωμένα στην αξία της προνόμια και μεταχείριση, που οφείλονταν ακριβώς στη σχέση της με το Δημόσιο, όφειλε τουλάχιστον να γίνει με διαδικασίες διαφάνειας και κατάρτισης μελετών βιωσιμότητας, τόσο των νέων μονάδων που θα μεταβιβαστούν, όσο και της απομένουσας ΔΕΗ. Είναι περισσότερο από προφανές, ότι η συνολική απάντηση στα θέματα αυτά δεν χωρά σε δημοψηφίσματα».