Ο χθεσινός «σαρωτικός ανασχηματισμός» χαρακτηρίζεται από ανταποκρίσεις και δημοσιεύματα σε αμερικανικά ΜΜΕ, ως προσπάθεια να δοθεί «νέα ώθηση» στην ελληνική κυβέρνηση συνασπισμού, μετά τις επιδόσεις των δύο κυβερνώντων κομμάτων στις πρόσφατες ευρωεκλογές.
Στις περισσότερες ανταποκρίσεις, δίνεται έμφαση στην αντικατάσταση του Γιάννη Στουρνάρα από τον Γκίκα Χαρδούβελη για την «ευαίσθητη θέση» του υπουργού Οικονομικών, «μια επιλογή που σηματοδοτεί τη συνέχιση των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών της κυβέρνησης», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στη «Wall Street Journal».
Στη συνέχεια, σημειώνεται ότι «ο κ. Χαρδούβελης, ένας έμπειρος τεχνοκράτης και με μακρά εμπειρία στην κυβέρνηση, θα αναλάβει να προωθήσει σειρά δύσκολων μεταρρυθμίσεων, στους επόμενους μήνες, προκειμένου να τονωθεί η ρημαγμένη από την ύφεση ελληνική οικονομία, ενώ επιπλέον θα διαπραγματευτεί περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους για τη χώρα με τους θεσμικούς δανειστές της Ελλάδας (την ΕΕ, το ΔΝΤ και την ΕΚΤ), αργότερα μέσα στο έτος» μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
«Θετική» είναι στα δημοσιεύματα, η αποτίμηση της θητείας του απερχόμενου υπουργού Οικονομικών κ. Στουρνάρα, στον οποίο αποδίδεται η «εφαρμογή δύσκολων μεταρρυθμίσεων», αλλά και το πρώτο πρωτογενές πλεόνασμα του ελληνικού προϋπολογισμού, κατά την τελευταία δεκαετία. Αναφέρεται δε ότι ο κ. Στουρνάρας αναμένεται να αναλάβει τα ηνία της Τράπεζας της Ελλάδας, όταν ολοκληρώσει τη θητεία του ο νυν διευθυντής της, προς το τέλος Ιουνίου.
Όσον αφορά τον ανασχηματισμό, στα δημοσιεύματα επισημαίνεται ακόμη η «ενισχυμένη συμμετοχή» του ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, «ως αποτέλεσμα των καλύτερων των αναμενόμενων ποσοστών του κόμματος στις ευρωεκλογές και στις εκλογές της τοπικής αυτοδιοίκησης».
Η «New York Times» αναφέρει ότι ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, Αντώνης Σαμαράς, αντικατέστησε τον υπουργό Οικονομικών του, ως μέρος ενός «σαρωτικού κυβερνητικού ανασχηματισμού».
Όπως επισημαίνεται, ο νέος υπουργός Οικονομικών, Γκίκας Χαρδούβελης, είναι «ένας σεβαστός καθηγητής πανεπιστημίου και πρώην σύμβουλος της κυβέρνησης» και θα προσπαθήσει να υλοποιήσει ένα «δύσκολο πρόγραμμα» οικονομικής μεταρρύθμισης που «έχει επιβληθεί» από τους διεθνείς πιστωτές της χώρας, σε αντάλλαγμα τη συνέχιση των «δανείων διάσωσης».
Μεταξύ άλλων, αναφέρεται επίσης ότι ο κ. Στουρνάρας αναμένεται να αναλάβει επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της χώρας, μετά την επιστροφή της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές ομολόγων τον Απρίλιο και ανοίγοντας το δρόμο για συνομιλίες το φθινόπωρο σχετικά με την ελάφρυνση του χρέους. Επίσης, σημειώνεται ότι ο κ. Στουρνάρας «έχει αναλώσει» το πολιτικό του κεφάλαιο, στα δύο τελευταία χρόνια, ηγούμενος της προσπάθειας για λιτότητα που επέφερε το «πετσόκομμα των εισοδημάτων» και την «αύξηση του ποσοστού ανεργίας».
Εν τω μεταξύ, σε άρθρο του στο ειδησεογραφικό πρακτορείο «Bloomberg», ο καθηγητής Κλάους Ζίμερμαν, ιδρυτής του Ινστιτούτου για τη Μελέτη της Εργασίας (ΙΖΑ), δίνει «έμφαση στην καινοτομία», ως σχέδιο, προκειμένου η Ελλάδα, όπως σημειώνει, να ανταποκριθεί στη μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει σήμερα, δηλαδή την «επανίδρυσή της ως χώρα παραγωγική και ανταγωνιστική».
Συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων, αναφέρει ως διαπιστώσεις ότι η Ελλάδα:
α) καταλαμβάνει τη χαμηλότερη θέση μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης όσον αφορά τον δείκτη Επιδόσεων στην Καινοτομία,
β) δαπανά ετησίως σε έρευνα και ανάπτυξη περίπου το 0,67% του ΑΕΠ της έναντι ποσοστών 2,5% με 3% που δαπανούν άλλες χώρες της ευρωζώνης και
γ) βρίσκεται στην 72η θέση (μεταξύ 189 χωρών) όσον αφορά το δείκτη ευκολίας της επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Επίσης, ο αρθρογράφος εκφράζει την άποψη ότι «το τρέχον περιβάλλον της κρίσης, είναι η κατάλληλη ευκαιρία για τη χώρα να απαλλαγεί από εμπόδια του παρελθόντος και να εκμεταλλευτεί τα κρυφά ατού της, που είναι:
– Τα πρότυπα ερευνητικά της κέντρα, όπως ο Δημόκριτος στην Αθήνα, το FORTH στην Κρήτη και το CERTH στη Θεσσαλονίκη.
– Ο τεράστιος αριθμός κορυφαίων Ελλήνων ερευνητών που εργάζονται εκτός της χώρας (επισημαίνει ότι η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα της ευρωζώνης που «εξάγει» περισσότερους επιστήμονες σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και στις ΗΠΑ από όσους καταφέρνει να κρατήσει στο εσωτερικό της).
– Ο ικανοποιητικός αριθμός μικρών, αλλά καινοτόμων επιχειρήσεων σε όλη την Ελλάδα, οι οποίες έχουν αναπτύξει νέες ιδέες πχ στις τηλεπικοινωνίες ή στην ενέργεια.
– Το ελκυστικό κλίμα και η γενικότερη ποιότητα ζωής στη χώρα, τα οποία θα έπρεπε να καταστήσουν την Ελλάδα μαγνήτη για ταλέντα απ’ όλο τον κόσμο».
Ο καθηγητής Ζίμερμαν υπογραμμίζει ότι προκειμένου το πολιτικό σύστημα να δημιουργήσει ένα όραμα για καινοτομία στη χώρα και «να ξεκλειδώσει κρυμμένα ατού της», εκτιμά ότι θα πρέπει να γίνουν τα εξής πέντε βήματα:
1. Να ενισχυθούν οι προσπάθειες για τη μείωση της γραφειοκρατίας
2. Να γίνουν επενδύσεις στα εφαρμοσμένα πρότυπα ερευνητικά κέντρα, τα οποία θα πρέπει να οργανωθούν κατά γεωγραφικές ενότητες
3. Να δημιουργηθούν δίκτυα συνεργασίας μεταξύ της έρευνας και των επιχειρήσεων
4. Να δημιουργηθούν πολιτικά αυτόνομοι ερευνητικοί οργανισμοί που θα παρέχουν χρηματοδοτήσεις μόνο με βάση την αξία και την ποιότητα της έρευνας
5. Να επεκταθούν αυτά τα δίκτυα στις ελληνικές επιχειρήσεις και στα ερευνητικά εγχειρήματα της ισχυρής ελληνικής διασποράς.
Τέλος, κλείνει με την παρατήρηση ότι «το κατά πόσο η Ελλάδα θα μπορέσει να μεταμορφωθεί σε πραγματικό κόμβο καινοτομίας, θα εξαρτηθεί πέρα από τις επενδύσεις, στην υπέρβαση των διαπλεκόμενων συμφερόντων και στην αναγνώριση από την ελληνική κοινωνία της ανάγκης αλλαγών, προκειμένου η χώρα να έχει ένα καλύτερο μέλλον».