Σε εξέλιξη βρίσκεται στην Ολομέλεια της Βουλής η συζήτηση επί της προτάσεως δυσπιστίας κατά του Χρήστου Σταϊκούρα, την οποία υπέβαλε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, και 85 βουλευτές της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κόμματος. Ο υπουργός Οικονομικών χαρακτήρισε άκαιρη, άστοχη και υποκριτική την κίνηση αυτή, τονίζοντας ότι η αξιωματική αντιπολίτευση βρίσκεται σε αδυναμία άρθρωσης εναλλακτικής πρότασης για τα κρίσιμα θέματα του τόπου.
Ανοίγοντας την ομιλία του, που έγινε δεκτή με παρατεταμένα χειροκροτήματα από την πτέρυγα της συμπολίτευσης και παρουσία του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, ο κ. Σταϊκούρας μνημόνευσε τον Λυσία (στο προοίμιο του λόγου του «Υπέρ του Αδυνάτου») ο οποίος έγραφε: «Κύριοι βουλευτές, δεν απέχω πολύ από το να χρωστώ ευγνωμοσύνη στον κατήγορο, επειδή μου ετοίμασε αυτή εδώ τη δίκη. Γιατί, ενώ πρωτύτερα δεν είχα αφορμή, με βάση την οποία να λογοδοτήσω για τη ζωή μου, τώρα δα εξαιτίας του έχω πάρει».
Όπως είπε ο υπουργός, η πρόταση της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι άκαιρη, διότι κατατίθεται, την ίδια χρονική στιγμή που ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση της ΝΔ «δίνουμε μια πολύπλευρη μάχη, με σοβαρότητα και υπευθυνότητα, για να αντιμετωπίσουμε την υγειονομική κρίση και τις τουρκικές προκλήσεις» [..] «την ίδια χρονική στιγμή που ολοκληρωνόταν η ιστορική για τη δημοκρατία δίκη, με την καταδίκη της Χρυσής Αυγής».
Για ακόμη μία φορά, η αξιωματική αντιπολίτευση αποδεικνύει, «ευρισκόμενη σε συνθήκες γενικευμένης αμηχανίας και αδυναμίας άρθρωσης εναλλακτικής πρότασης για τα κρίσιμα θέματα που αντιμετωπίζει η πατρίδα και οι πολίτες της, ότι επιδιώκει να κερδοσκοπήσει πολιτικά, πάνω στις αγωνίες της κοινωνίας», τόνισε στη συνέχεια, σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Σύμφωνα με τον κ. Σταϊκούρα η πρόταση δυσπιστίας είναι άστοχη καθώς το υπουργείο Οικονομικών πέρασε 14 νομοσχέδια, με στόχο την επίτευξη υψηλής και διατηρήσιμης ανάπτυξης, τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, υλοποίησε ένα νέο μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής, με στόχο «τη μείωση του – διογκούμενου κατά την περίοδο ΣΥΡΙΖΑ – φορολογικού βάρους νοικοκυριών και επιχειρήσεων, για όλους τους πολίτες, κυρίως όμως για τα ασθενέστερα εισοδηματικά στρώματα», ενώ «ακόμη και μέσα στην υγειονομική κρίση […] προχώρησε σε πρόσθετες και σημαντικές, μη μόνιμες μειώσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών».
«Προσδοκούμε», υπογράμμισε, «όταν κλείσει η παρένθεση της υγειονομικής κρίσης, και ανάλογα και με τις δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας και τις προτεραιότητες της κυβέρνησης, σε κάποιους από αυτούς τους φόρους και τις ασφαλιστικές εισφορές, ή σε κάποιους άλλους, να μονιμοποιηθούν οι μειώσεις τους. Συνεπώς, πάει πολύ να μας κουνάνε το δάχτυλο αυτοί που επέβαλαν πλήθος νέων φόρων στα ελληνικά νοικοκυριά, τα προηγούμενα χρόνια».
Αναφερόμενος σε ορισμένους δείκτες τις ελληνικής οικονομίας το τελευταίο διάστημα, είπε ότι η ορθότητα της πολιτικής της ΝΔ αναγνωρίζεται από την πραγματική οικονομία, τους εταίρους, τους επενδυτές και τις αγορές/ Όπως σημείωσε: «Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει ενισχύσει τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας, ύψους 36,9 δισ. ευρώ, με 16 δισ. ευρώ, μέσα από 7 εξαιρετικά επιτυχημένες εκδόσεις μακροχρόνιου χρέους στις διεθνείς αγορές, με αποκορύφωμα την προχθεσινή έκδοση, 15ετούς ομολόγου, με το χαμηλότερο -ιστορικά- κόστος δανεισμού της χώρας μας».
Σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη, η οικονομία σημείωσε μεγέθυνση 1,9% το 2019, μεγαλύτερη από το 2018, υψηλότερη, για πρώτη φορά από το 2009, από τη μέση επίδοση των οικονομιών των χωρών της ευρωζώνης, είπε ο κ. Σταϊκούρας.
Τέλος, επισήμανε ότι η πρόταση δυσπιστίας είναι υποκριτική, διότι ο ΣΥΡΙΖΑ «επέστρεψε την οικονομία στην ύφεση το 2015, επέβαλε και διατήρησε – επί 4ετίας – κεφαλαιακούς περιορισμούς, οδήγησε τους φορολογούμενους σε τεράστιες απώλειες κεφαλαίων, με την αχρείαστη, 3η ανακεφαλαιοποίηση, ενώ νομοθέτησε τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς και κατήργησε, οριζόντια, την προστασία της 1ης κατοικίας.
«Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο κ. Τσίπρας, που ενώ υποστήριζαν ότι “όσο υπάρχουν, πλειστηριασμοί δεν θα γίνουν στην Ελλάδα”, νομοθέτησαν τον Μάιο του 2017, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, προχώρησαν, από το Νοέμβριο του 2017, και μέσα σε 1,5 χρόνο, σε 25.672 πλειστηριασμούς, παίρνοντας μάλιστα και επαίνους από τους θεσμούς για την υπέρβαση των στόχων στην υλοποίηση των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Σταϊκούρας.