«Στρατηγική ψυχραιμία και στρατηγική θεώρηση των πραγμάτων» συνέστησε αναφορικά με την κρίση στην Ουκρανία και τις ευρω-ρωσικές σχέσεις, ο υπουργός Εξωτερικών και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Ευάγγελος Βενιζέλος, απαντώντας σε τοποθετήσεις συνέδρων της 4ης Διακοινοβουλευτικής Διάσκεψης για την Κοινή Ευρωπαϊκή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Άμυνας και Ασφάλειας, που διεξάγεται στο Καβούρι της Αττικής με αφορμή την ελληνική Προεδρία.
‘Αρτι αφιχθείς από τις Βρυξέλες, ο κ. Βενιζέλος εστίασε κυρίως στα ζητήματα της «νότιας γειτονίας» της Ευρωπαϊκής Ένωσης – την «ολοκληρωμένη θαλάσσια πολιτική» που περιλαμβάνει και τη διευθέτηση των ζητημάτων της οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών, τη διαιωνιζόμενη σύγκρουση στη Συρία με την ανθρωπιστική κρίση που τη συνοδεύει, την αστάθεια στην Αίγυπτο και τη Λιβύη, την αραβοϊσραηλινή διένεξη, τον κίνδυνο επιπτώσεων στο Ιράκ και το Λίβανο, ή στην επιβίωση των χριστιανικών κοινοτήτων στη Μέση Ανατολή, και την «ανοικτή πληγή του Κυπριακού» συνεπεία της τουρκικής εισβολής και κατοχής.
Ειδική μνεία επεφύλαξε ο κ. Βενιζέλος στην προοπτική καταστροφής του χημικού οπλοστασίου της Συρίας στη Μεσόγειο, καταγράφοντας την αντίθεση της ελληνικής Προεδρίας στην προοπτική αυτή. «Είμαστε βέβαιοι πως ο ΟΗΕ θα σεβαστεί τη συνθήκη για μη απόρριψή τους στη θάλασσα. Ως τώρα οι εγγυήσεις και οι διαβεβαιώσεις που έχουμε λάβει είναι ισχυρές, αλλά θα παρακολουθούμε το θέμα από κοντά. Δεν θέλουμε να συμβεί η καταστροφή του χημικού οπλοστασίου στην κλειστή θάλασσα της Μεσογείου αλλά στον ανοικτό ωκεανό – και αν συμβεί στη Μεσόγειο να γίνει με όλες τις δυνατές εγγυήσεις» δήλωσε ο κ. Βενιζέλος.
«Παρότι το επίκαιρο ζήτημα για την Ε.Ε. είναι αυτή τη στιγμή η ανατολική γειτονία και οι σχέσεις ΝΑΤΟ-Ρωσίας, εμείς στην Ελλάδα εστιάζουμε στην προοπτική της νότιας γειτονίας, γιατί η Ελλάδα είναι σε θέση να αντιληφθεί καλύτερα τις ανησυχίες, τις προτεραιότητες και τις προσδοκίες αυτών των λαών» ανέφερε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης.
Ο κ. Βενιζέλος τόνισε την ανάγκη διατήρησης της αναλογίας 2 προς 1 στη χρηματοδότηση της «νότιας γειτονίας» σε σχέση με την ανατολική αντίστοιχη, όπως επίσης και την ανάγκη να αντληθούν διδάγματα από τη διαχείριση της ουκρανικής κρίσης, προκειμένου να αποφευχθεί η επανάληψη των λαθών που σημειώθηκαν σε ό,τι αφορά την Ουκρανία, σε ενδεχόμενες νέες κρίσεις νοτίως της Ευρώπης. Σε κάθε περίπτωση, σημείωσε, «η παρουσία της Ελλάδας αποτελεί εγγύηση σταθερότητας για όλη την περιοχή, παρά το γεγονός ότι διερχόμαστε τη γνωστή σε όλους σας, σκληρή κρίση που επέβαλε πολλές θυσίες και προκάλεσε πολλές και έντονες κοινωνικές αντιδράσεις. Η Ελλάδα παραμένει στις 30 πιο ανεπτυγμένες χώρες του κόσμου, άρα τα προβλήματά μας δεν είναι συγκρίσιμα με εκείνα των χωρών της περιοχής».
Με την πλειοψηφία των τρίλεπτων τοποθετήσεων εκ μέρους του ακροατηρίου του να προέρχεται από χώρες της Βαλτικής και της Ανατολικής Ευρώπης, με αίτημα για σκληρότερη αντιμετώπιση της Ρωσίας και οικοδόμηση μιας κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής άμυνας και ασφάλειας («στη χώρα μου λέμε, πως όταν η αρκούδα χτυπά την πόρτα του γείτονά σου, θα πρέπει να προετοιμάζεσαι γιατί θα είσαι ο επόμενος» παρατήρησε χαρακτηριστικά ο Πολωνός κοινοβουλευτικός, Αντρζέι Γκαλαζέφσκι), ο κ. Βενιζέλος συνέστησε «ψυχραιμία».
«Η Ε.Ε. επεδίωξε την υπογραφή της συμφωνίας σύνδεσης με την Ουκρανία επί ημερών Γιανουκόβιτς. Ζήτησε την υπογραφή της από ένα ουκρανικό κοινοβούλιο ελεγχόμενο απ’ το κόμμα του Γιανουκόβιτς και ποτέ δεν είχαμε συζητήσει σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και Συμβουλίου Ευρωπαϊκών Υποθέσεων από το Βίλνιους και μετά, τις πιθανές αντιδράσεις της Ρωσίας ή άλλα σενάρια στο εσωτερικό της Ουκρανίας σε σχέση με τις μειονότητες και τις υπαρκτές αναπτυξιακές διαφορές. Βρεθήκαμε αντιμέτωποι με τις εξελίξεις στην πλατεία Μεϊντάν, δεν αποδεχθήκαμε την πρόταση της Ρωσίας για μια τριμερή συζήτηση, φθάσαμε στη συμφωνία της 21ης Φεβρουαρίου με πρωτοβουλία των υπουργών Εξωτερικών του τριγώνου της Βαϊμάρης – και αυτή η συμφωνία επιτάχυνε τις εξελίξεις, και φτάσαμε να αντιμετωπίζουμε ένα παράνομο δημοψήφισμα, που όμως είναι γεγονός με την παρουσία στρατιωτικών δυνάμεων» υπενθύμισε ο κ. Βενιζέλος.
Στο παραπάνω πλαίσιο, και με δεδομένη τη διακριτότητα των σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας, επισήμανε ότι η Ευρώπη καλείται να αποφασίσει εάν ο αναπροσδιορισμός της στρατηγικής της με τη Ρωσία θα γίνει πριν από την ολοκλήρωση της προσπάθειας για μια πολιτική λύση στην κρίση «ή θα καταλήξουμε πριν την ολοκλήρωση της προσπάθειας αυτής στο συμπέρασμα ότι η Ρωσία ξαναγίνεται εχθρός του ΝΑΤΟ».
Μπροστά στο παραπάνω δίλημμα, τόνισε, η Ευρώπη οφείλει να αναλογιστεί πως οι ΗΠΑ δεν έχουν τη δική της ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία και υποβαθμίζουν τη σημασία της κρίσης («ο Πρόεδρος Ομπάμα χαρακτήρισε τη Ρωσία “περιφερειακή” και όχι παγκόσμια δύναμη – και έχει σημασία αυτό» σημείωσε ο κος Βενιζέλος), ότι οι ευρωπαϊκές χώρες ξεχωριστά, δεν επιθυμούν ενιαία ευρωπαϊκή ενεργειακή διαπραγμάτευση με τη Ρωσία – όπως επίσης και ότι μια επιστροφή στον ψυχρό πόλεμο, έστω και σε περιφερειακό επίπεδο, μπορεί να έχει επιπτώσεις και σε άλλα μέτωπα, όπως στο Αφγανιστάν ή στον πόλεμο με την τρομοκρατία.
«Όπως εμείς στα Βαλκάνια θέλουμε απ’ τα βόρεια κράτη να αναγνωρίσουν τις δικές μας αγωνίες και προτεραιότητες, έτσι βεβαίως καταλαβαίνουμε και τις αγωνίες των χωρών της Κεντροανατολικής Ευρώπης. Πρέπει λοιπόν πριν κάνουμε το πρώτο βήμα, να έχουμε σχεδιάσει και τα δύο επόμενα βήματά μας – και αυτό δεν το έχουμε διαπιστώσει ποτέ μέχρι τώρα» σημείωσε ο κ. Βενιζέλος. «Το μεγάλο πρόβλημα στην Ουκρανία δεν είναι μόνον η Ρωσία, αλλά και η οικονομία. Η παρουσία του ΔΝΤ είναι μεγάλο πρόβλημα, και το έχω αντιμετωπίσει και ο ίδιος ως υπουργός Οικονομικών. Αυτό μπορεί να προκαλέσει εσωτερική κρίση νομιμοποίησης, συμμετοχής της κοινωνίας, άρα θα πρέπει να το συνεκτιμήσουμε όσο γίνεται περισσότερο. Είναι ανάγκη να υπάρξει μια διεθνής διάσκεψη για το οικονομικό πρόβλημα στην Ουκρανία» υπογράμμισε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών.