«H ελληνική κυβέρνηση ενήργησε γρήγορα στη Μόρια, δείχνοντας το ανθρωπιστικό πρόσωπο της Ευρώπης», τόνισε ο επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) στο Ευρωκοινοβούλιο, Μάνφρεντ Βέμπερ, μέσω συνέντευξης που παραχώρησε στο δημόσιο γερμανικό ραδιόφωνο (Deutschlandfunk).
«Τα αίτια της συγκεκριμένης περίπτωσης στην Ελλάδα πρέπει να ερευνηθούν. Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι πρόσφυγες/μετανάστες που είχαν προσβληθεί από τον κορονοϊό και δεν ήθελαν να σεβαστούν τους κανόνες για την καραντίνα ξεκίνησαν αυτήν την πυρκαγιά. Αυτό πρέπει να ερευνηθεί τώρα. Θα ήθελα επίσης να εκφράσω τον σεβασμό μου στις προσπάθειες της ελληνικής Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, των Αρχών, διότι δόξα τω Θεώ δεν υπήρχαν θύματα, και για το γεγονός ότι μετά η πυροσβεστική υπηρεσία έδρασε επίσης και ότι τώρα τα παιδιά έχουν ήδη απομακρυνθεί από το νησί», σημείωσε.
Και πρόσθεσε: «Είναι μια άλλη σοβαρή διαδικασία και ελπίζω, όταν η Επιτροπή παρουσιάσει επιτέλους τα αναθεωρημένα νομικά κείμενα για το θέμα της μετανάστευσης, ότι θα επιτύχουμε κατά την γερμανική προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, να λύσουμε πραγματικά τον γόρδιο δεσμό. Χρειαζόμαστε μια λύση. Όλοι γνωρίζουν ότι αυτά τα τρομερά περιστατικά, δυστυχώς, θα συνεχίζουν να επαναλαμβάνονται και γι΄αυτό χρειαζόμαστε τώρα μια ευρωπαϊκή λύση. Η ευκαιρία είναι εδώ και γι ‘αυτό πρέπει να ενεργήσουμε τώρα με τόλμη».
«Θα ήταν επιθυμητό ένα μήνυμα από μέρους των ευρωπαϊκών κρατών να υποστηρίξουν την Ελλάδα, θα ήταν καλό αν είχαμε μια βραχυπρόθεσμη λύση. Τώρα φτάνουν στο νησί τα πλοία , τα ελληνικά πλοία, στα οποία μπορούν να γίνουν δεκτοί πρόσφυγες, ώστε να έχουν τουλάχιστον στέγη πάνω από το κεφάλι τους. Από αυτήν την άποψη, χρειαζόμαστε τώρα βραχυπρόθεσμες λύσεις, ευρωπαϊκές λύσεις», είπε στη συνέχεια ο κ. Βέμπερ.
Και σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, συμπλήρωσε: «Αλλά, το θεμελιώδες ερώτημα παραμένει: θα καταφέρουμε να λύσουμε τον γόρδιο δεσμό; Και θα ήθελα να επισημάνω ότι υπάρχουν επίσης πολλοί οι οποίοι βρίσκονταν στον καταυλισμό των προσφύγων και των οποίων το αίτημα γι άσυλο θα απορριφθεί».
Στη συνέχεια, ο επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΕΛΚ στο Ευρωκοινοβούλιο, είπε: «Έχουμε ποσοστό απόρριψης 60% μεταξύ των προσφύγων που χτυπούν την πόρτα των εξωτερικών μας συνόρων. Γι’ αυτό είναι ένα θέμα η αλληλεγγύη όταν δεχόμαστε πρόσφυγες. Χρειαζόμαστε λύσεις γι’ αυτό στην Ευρώπη. Αλλά, το εξίσου σημαντικό ερώτημα είναι πώς μπορούμε να επαναπροωθήσουμε εκείνους των οποίων η αίτηση έχει απορριφθεί, για παράδειγμα στο Αφγανιστάν ή στις αφρικανικές χώρες».
«Αυτά είναι ήδη δύο σημαντικά θέματα στη συζήτηση σχετικά με την πολιτική για τους πρόσφυγες η οποία επίκειται. Οι Ευρωπαίοι είναι διατεθειμένοι να βοηθήσουν τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη, αλλά οι πολίτες θέλουν επίσης μια εγγύηση ότι όσοι δεν μπορούν να ζητήσουν βοήθεια θα επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Εάν μπορούμε να διαχειριστούμε αυτήν την άσκηση ισορροπίας, τότε θα επιτύχουμε πραγματικά μια σημαντική αλλαγή στην ευρωπαϊκή πολιτική για τους πρόσφυγες», υπογράμμισε.
Καταληκτικά δήλωσε ότι «στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κανένα κράτος δεν μπορεί να αποφύγει την (σχετική) συζήτηση με την έννοια ότι, η πολιτική για τους πρόσφυγες δεν είναι δική του δουλειά. Ο καθένας πρέπει να συνεισφέρει. Το Βερολίνο δεν πρέπει να δώσει την εντύπωση ότι είναι διατεθειμένο να λύσει ξανά όλα τα προβλήματα. Χρειαζόμαστε τώρα συνεργασία και συντροφικότητα. Εάν αυτό καταστεί τώρα δυνατό, να κερδίσουμε άλλα κράτη για να βοηθήσουμε την Ελλάδα, τότε μπορεί επίσης και η Γερμανία να συμμετάσχει».