Παρφουμαρισμένος, με μεταξωτό μαντήλι και γαλλικό αξάν, ο Μιχάλης Λιάπης, ήταν σύμφωνα με το σχετικό ρεπορτάζ της εφημερίδας «ΘΕΜΑ», η προσωποποίηση του μπον βιβάν. Ο πρώην υπουργός, που κατά τη θητεία του στο ΥΠΠΟ διακρίθηκε για τη γαλλική αβρότητα, τα χειροφιλήματα και τα σόκιν ανέκδοτα, αντιμετωπίζει σήμερα την κατακραυγή ολόκληρης της κοινωνίας για τα άνομα καμώματά του, που ουδόλως συμπάσχει με το «δράμα» του.
Αν κάποιος σκηνοθέτης ανέβαζε σε θεατρική εκδοχή το «δράμα»του Μισέλ, δε θα χρειαζόταν να προσθέσει τίποτα περισσότερο απ’ όσα διαδραματίστηκαν το βράδυ της περασμένης Παρασκευής στο αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος»: ένας άνθρωπος που είχε μάθει να περιβάλλεται αποκλειστικά από κόλακες- άντε και από διάφορους «κηπουρούς» – βρέθηκε τώρα να αντιμετωπίζει την ασφυκτική μέγγενη των δημοσιογράφων και όλων όσοι δε συνέπασχαν με την προσωπική του decadence.
Γι’ αυτό και παρερμήνευσαν τα όσα είπε για το «δράμα» που βίωσε ακόμη και στους γυαλιστερούς τοίχους το πεντάστερου στην Κουάλα Λουμπούρ, την ώρα που έπινε την ατιθάσευτη σαμπάνια του, την ώρα που αντίκριζε με τρόμο τον εσωτερικό γκρεμό- ως άλλος ήρωας του Σορεντίνο από την «Τέλεια Ομορφιά».
Κανείς, όμως, δεν κατάλαβε ποτέ τον Μισέλ. Δεν ασπάστηκε τα ιδανικά του περί κοσμοπολιτισμού που δεν υπακούν σε κρατικούς κανόνες και δε δεσμεύονται από νόμους και εξουσίες. Ανέκαθεν άλλωστε, από τότε ππου έγραφε βιβλία με τίτλο «Για ένα νέο ήθος», διακήρυττε ότι οραματίζεται μια άλλη πολιτεία, διαφορετική από αυτήν που επικαλούνται αναγκαστικά οι υπόλοιποι πολιτικοί.
Ο κοινοβουλευτικός βίος δεν ήταν ικανός να χωρέσει τις σπουδαίες φιλοδοξίες που τράφηκαν ήδη από τα χρόνια του Κολλεγίου και από τον ελευθεριακό αέρα των Παρισίων όπου βρέθηκε να διαμένει με τον θείο του Κωνσταντίνο Καραμανλή στα χρόνια της εξορίας.
Μια ματιά στα έργα και στις ημέρες του Μιχάλη Λιάπη αρκεί για να καταλάβει κανείς ότι ο γόνος της περιώνυμης πολιτικής οικογένειας δεν αντιλαμβανόταν όπως οι προκάτοχοί του την εικόνα ενός υπουργού: έσπαγε τα βαρετά πρωτόκολλα χαιρετώντας με τρόπο ελληνικό τον ομόλογό του υπουργό Μεταφορών της Κίνας, υποδεχόταν με χειροφίλημα τις διαπιστευμένες δημοσιογράφους και δεν αρνιόταν να διηγηθεί ενσταντανέ από τα περίφημα ποδοσφαιρικά του κατορθώματα, σε μια προσπάθεια να κατέλθει, όσο μπορεί εγγύτερα, στο επίπεδο του απλού λαού- ήτοι, του δημοσιογράφου.
Δεν ξεχνούσε ποτέ το παρφουμάρισμα, που σε συνδυασμό με το αψεγάδιαστο μεταξωτό μαντήλι του και το γαλλικό αξάν- πάντα τόνιζε με περισσότερη ένταση το ου- έφερναν στον νου νοσταλγικές εικόνες από κλασικές ελληνικές ταινίες- λέγε με Δημήτρη Καλλιβωκά.