Με βασικά θέματα την Κοινή Πολιτική της ΕΕ στον τομέα της Ασφάλειας και της Άμυνας, αλλά και την αντιμετώπιση του φαινομένου της παράνομης μετανάστευσης συνήλθε σήμερα στις Βρυξέλλες το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στη μεικτή σύνθεσή του σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών και υπουργών Άμυνας.
Ο αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών Ευάγγελος Βενιζέλος μετά το τέλος των εργασιών του Συμβουλίου δήλωσε, μεταξύ άλλων:
«Η διαχείριση των μεταναστευτικών ροών στη Μεσόγειο ήταν ένα από τα κεντρικά θέματα του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων. Οι μεταναστευτικές ροές είναι ανθρωπιστικό πρόβλημα αλλά και ζήτημα ασφάλειας για όλη την Ευρώπη, ιδίως για τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου.
Κατά συνέπεια, έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία να υπάρξει μία ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για τη Λιβύη. Η Λιβύη, δυστυχώς, βρίσκεται σε κατάσταση κρίσης, ένα βήμα πριν τη θεσμική διάλυση και την εδαφική αποσύνθεση. Άρα, πρέπει να σκεφτούμε πιο δραστικές και πιο γενναίες λύσεις για να επιτηρήσουμε τα μεσογειακά παράλια στην απέναντι πλευρά από τις ευρωπαϊκές χώρες, για να έχουμε ουσιαστικό αποτέλεσμα».
«Ανταλλάξαμε απόψεις για τα μεγάλα ανοιχτά θέματα, όπως η κατάσταση στη Συρία και, βεβαίως, συζητήσαμε, μαζί με τους υπουργούς Άμυνας, τις προοπτικές της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας. Ένα βασικό σημείο είναι η Ευρωπαϊκή Αμυντική Βιομηχανία, άρα και η ελληνική που πρέπει, πάσει θυσία, να τη διατηρήσουμε ως συστατικό της αμυντικής μας πολιτικής» τόνισε ο κ. Βενιζέλος.
Από πλευράς του ο υπουργός Άμυνας Δημήτρης Αβραμόπουλος σε δήλωσή του μετά το τέλος των εργασιών του Συμβουλίου ανέφερε τα εξής:
«Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση της Κοινής Πολιτικής στον τομέα της Άμυνας και της Ασφάλειας έρχεται να δώσει ουσιαστικό περιεχόμενο στις κοινές μας επιδιώξεις. Κυρίως στην Κοινοτική Αλληλεγγύη, που τόσο δοκιμάστηκε από τη δημοσιονομική κρίση και την καμπή στη νομισματική ένωση.
Απέναντι στους κοινούς κινδύνους, η Ευρώπη διαμορφώνει τις δικές της πολιτικές, το δικό της, “τείχος προστασίας”».
Σύμφωνα με τον υπουργό Εθνικής Άμυνας «η ευρωπαϊκή οικογένεια ανασυντάσσεται και αντιδρά. Η πορεία της Ευρώπης μπαίνει σε μια καινούργια φάση. Πρέπει να οδηγήσει, το ταχύτερο δυνατόν, στην πολιτική ενοποίησή της που είναι η προϋπόθεση για την πλήρη και ουσιαστική ολοκλήρωσή της».