Η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, κατά την ομιλία της στην Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Ισότητας, Νεολαίας και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, τόνισε πως τα θεσμικά ζητήματα που αφορούν την ισονομία της γυναίκας δεν θα πρέπει να αποτελεί κομματική αντιπαλότητα.
Όπως μεταδίδει το ΑΠΕ – ΜΠΕ η κ. Μενδώνη σημείωσε ότι αν και έχουν περάσει 150 χρόνια από τις σουφραζέτες της Έμελιν Πάνκχερστ «η διεκδίκηση της ισότητας παραμένει διαρκής, έντονη και αναγκαία» καθώς «η ισότιμη θέση των γυναικών, οι ίσες ευκαιρίες σε κάθε τομέα της ζωής και της εργασίας, δεν είναι απλώς ένα αίτημα το οποίο ζητά ικανοποίηση.
Πρόκειται για τη λειτουργία της Δημοκρατίας που επιβάλλει την ισότιμη αντιμετώπιση των πολιτών. Ο τρόπος που το κράτος, η πολιτεία, η κοινωνία, αντιμετωπίζουν τις γυναίκες, καθορίζει τόσο την ποιότητα όσο και το επίπεδο του δημοκρατικού πολιτεύματος».
Όπως είπε η υπουργός, τα βήματα που έχουν γίνει δεν είναι αρκετά και δεν εναρμονίζονται με την πρόοδο της Ελλάδας, αφού «στους περισσότερους τομείς, οι ανισότητες μεταξύ γυναικών και ανδρών είναι όχι μόνον εμφανείς αλλά και αρκετά μεγάλες» καταδεικνύοντας ότι «η Ελλάδα είναι ο κακός μαθητής της Ευρώπης».
Αναφερόμενη στις τελευταίες έρευνες, είπε ότι παρά τα θετικά βήματα, η χώρα μας παραμένει ακόμη στην τελευταία θέση και πρόσθεσε ότι σύμφωνα με τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου για την Ισότητα των Φύλων (EIGE), που δημοσίευσε πρόσφατα, ο Δείκτης Ισότητας των Φύλων για το 2019, (που περιλαμβάνει έξι παράγοντες, την εργασία, τα χρήματα, τη γνώση, το χρόνο, την εξουσία και την υγεία), η Ελλάδα, ανάμεσα στις 28 χώρες της ΕΕ, συγκεντρώνει 51,2 μονάδες, την στιγμή που ο μέσος όρος για την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι στις 67,4 μονάδες.
Όπως είπε η κ. Μενδώνη, τα κράτη-μέλη αξιολογούνται βάσει βαθμολογικής κλίμακας που κυμαίνεται από το 1 (απόλυτη ανισότητα) έως το 100 (πλήρης ισότητα) και «σύμφωνα με τα στοιχεία, μέσα σε 12 χρόνια (2005-2017), η Ελλάδα κατάφερε να βελτιώσει τις επιδόσεις της μόνο κατά 4,4 μονάδες» με τον τομέα του Πολιτισμού να μην αποτελεί εξαίρεση.
Μιλώντας για συγκεκριμένους τομείς της τέχνης, η υπουργός Πολιτισμού σημείωσε ότι στον χώρο του κινηματογράφου, «μόλις μία στις πέντε κινηματογραφικές ταινίες στην Ευρώπη σκηνοθετείται από γυναίκα» και «μόνο 16% των επιδοτούμενων κινηματογραφικών ταινιών στην Ευρώπη καταλήγει σε σκηνοθέτιδες».
Στον χώρο της μουσικής βιομηχανίας, παρατηρείται το ίδιο φαινόμενο: στις 100 πιο ισχυρές προσωπικότητες της μουσικής μόνο 15 είναι γυναίκες, ενώ στον χώρο των εικαστικών, σχεδόν σε όλα τα μουσεία, η πλειοψηφία των έργων είναι δημιούργημα ανδρών καλλιτεχνών, γεγονός που οφείλεται, όπως είπε, στο ότι «για δεκαετίες, οι γυναίκες είχαν περισσότερο τον ρόλο της “μούσας”, παρά της δημιουργού».
Εξάλλου, απογοητευτικά είναι τα στοιχεία και ως προς τη γυναικεία απασχόληση στον πολιτιστικό τομέα: Στο 27% ανέρχεται το καθεστώς μερικής απασχόλησης για τις γυναίκες και στο 17,5 % για τους άνδρες.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία στα οποία αναφέρθηκε η υπουργός, οι γυναίκες απασχολούνται κυρίως στους παρακάτω τομείς:
- 60% στην εκπαίδευση
- 60% στην επαγγελματική κατάρτιση
- 54% στον χώρο των εκδόσεων και του τύπου
- 26% στον οπτικοακουστικό τομέα
- 33% στον δημιουργικό τομέα
Επίσης, τομείς όπου απασχολείται, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μεγάλος αριθμός γυναικών είναι και τα μουσεία, οι γκαλερί τέχνης και οι βιβλιοθήκες.
Όπως πρόσθεσε η κ. Μενδώνη, όλες οι έρευνες σχετικά με τη θέση της γυναίκας στον χώρο του Πολιτισμού «αποδεικνύουν ότι οι γυναίκες “καταναλώνουν” περισσότερο πολιτισμό» και η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα, καθώς «οι γυναίκες είναι αυτές που επιλέγουν και επισκέπτονται συχνότερα πολιτιστικούς χώρους. Είναι πρώτες σε επίσκεψη τόσο σε κινηματογράφους, όσο σε θέατρα και συναυλιακούς χώρους.
Επίσης, οι γυναίκες διαβάζουν περισσότερο και συστηματικότερα από τους άνδρες. Τα στοιχεία που υπάρχουν αποδεικνύουν ότι ο τομέας που προτιμούν είναι η λογοτεχνία. Αντιθέτως, οι άνδρες, όταν διαβάζουν, επιλέγουν να διαβάζουν εφημερίδες» σημείωσε.
Καταλήγοντας την ομιλία της, η κ. Μενδώνη τόνισε ότι «πρέπει από το κράτος να αναπτυχθούν πολιτικές που θα προωθήσουν τη δυναμική και ενεργή εκπροσώπηση των γυναικών σε όλους τους πολιτιστικούς τομείς» προσθέτοντας ότι «κανείς, σήμερα, δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι πρέπει να παρθούν άμεσα πολιτικές και θεσμικές αποφάσεις για την εναρμόνιση επαγγελματικής και ιδιωτικής / οικογενειακής ζωής. Αυτό το βήμα θα επιτρέψει να αλλάξουν τα δεδομένα για τις γυναίκες».