Ανοιχτό άφησε το ενδεχόμενο ο πρόεδρος της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος Ευρυπίδης Στυλιανίδης κατά την εισήγησή του στην Ολομέλεια, η κυβερνητική πλειοψηφία να κάνει δεκτή την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ -την οποία στηρίζει και το ΚΙΝΑΛ- για τη συνταγματική κατοχύρωση της λαϊκής νομοθετικής πρωτοβουλίας.
Με τους δύο γενικούς εισηγητές της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ Κώστα Τζαβάρα και Γιώργου Κατρούγκαλου άνοιξε η συζήτηση επί της αρχής για την Αναθεώρηση του Συντάγματος στην Ολομέλεια.
Και οι δύο συμφώνησαν ότι πρέπει οι καταληκτικές συνταγματικές προτάσεις να έχουν ευρεία συναίνεση, να γίνει πραγματική αληθινή προσπάθεια από όλους χωρίς ιδεολογικές αγκυλώσεις, ενώ αναγνώρισαν ότι θα μπορούσε να είναι πιο γενναίο και πιο θαρραλέο το νέο Σύνταγμα.
Παράλληλα αναφέρθηκαν στις προτάσεις τους για τα κρίσιμα ζητήματα που αφορούν την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, την ψήφο των αποδήμων και στην ποινική ευθύνη των υπουργών, τονίζοντας την ανάγκη εξεύρεσης κοινού τόπου.
«Σκοπός είναι να συγκεράσουμε τις διαφορετικές συγκρουόμενες αντιλήψεις. Δεν θα γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ ΝΔ ούτε η ΝΔ ΣΥΡΙΖΑ. Όμως πρέπει να έχουν συνείδηση και τα δύο κόμματα ότι δεν μπορεί να αγνοεί το ένα το άλλο. Υπηρετήσαμε την αντίληψη ότι η δημοκρατία είναι έκφραση ενός πολιτικού συσχετισμού και ο συμβιβασμός είναι το ιδεώδες», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Τζαβάρας.
Ο κ. Τζαβάρας μίλησε για 7 μεγάλες τομές που πέτυχαν όλα τα κόμματα σε αυτή την Αναθεώρηση και καλύπτουν όπως είπε, όλο το φάσμα και το πλαίσιο του Συντάγματος.
«Πρωτίστως είναι άρθρα για το κοινωνικό κράτος δικαίου, όπως το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα αλλά και το δικαίωμα της μειοψηφίας να προκαλεί δύο Εξεταστικής Επιτροπές ανά κοινοβουλευτική περίοδο», σημείωσε.
Πολύ μεγάλη τομή χαρακτήρισε το άρθρο 86 για τα υπουργικά εγκλήματα, τονίζοντας ότι τώρα δεν υπάρχει κανένα χρονικό εμπόδιο στην άσκηση του δικαιώματος της Βουλής για την τιμωρία τους για πλημμελήματα ή κακουργήματα κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
Έμφαση έδωσε στο άρθρο 32 για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, σημειώνοντας ότι η αποσύνδεση της διάλυσης της Βουλής σε περίπτωση αποτυχίας εκλογής του μετά από τρεις διαδοχικές ψηφοφορίες και αυξημένη πλειοψηφία, είναι μεγάλη προσφορά στη Δημοκρατία.
Μεγάλη επαναστατική τομή χαρακτήρισε επίσης τη διάταξη του άρθρου 54 με τη προσθήκη για τη ψήφο των ομογενών. «Για πρώτη φορά μετά από 45 χρόνια, όλα τα κόμματα δείξαμε ότι έχουμε μεγάλη έγνοια για τη διευκόλυνση της ψήφου τους και πρέπει πράγματι να μπουν περιορισμοί», σημείωσε.
Σημαντικές επίσης χαρακτήρισε τις συνταγματικές ρυθμίσεις για την εξομοίωση των δικαστών των Ενόπλων Δυνάμεων με τους τακτικούς δικαστές όπως και τη μειωμένη πλειοψηφία για την εκλογή των μελών των Ανεξάρτητων Αρχών.
«Έπρεπε να είμαστε πιο γενναίοι και υποχωρητικοί. Όμως είναι βέβαιο ότι αν επιμέναμε θα είχαμε πετύχει καλύτερες επιλογές όπως την αναθεώρηση του άρθρου 16 για μη κρατικά μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια», ανέφερε ο κ. Τζαβάρας καταλογίζοντας ευθύνες στον ΣΥΡΙΖΑ διότι όπως είπε, η άρνησή του δεν επέτρεψε στην Ελλάδα να κάνει ένα βήμα προόδου.
«Δεν θα είχε μειωθεί καμία ιδεολογική του πεποίθηση ή αξία του αν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε προσχωρήσει σε αυτή τη θέση. Το ίδιο έγινε με το άρθρο 24 ώστε να ορθώσουμε ένα συνταγματικό ανάχωμα σε μεγάλες μελλοντικές ζημιές από την κλιματική αλλαγή. Δείξατε αδιαφορία και δεν θα έπρεπε», ανέφερε ο κ. Τζαβάρας.
«Αυτή η συζήτηση πρέπει να αντισταθεί σε σειρά προκαταλήψεων που έχουν διαμορφωθεί στη κοινωνία σχετικά με τη φθορά των θεσμών που όρθωσαν ένα τείχος δυσπιστίας. Πετύχαμε πολλά σημαντικά. Πράγματι ήταν προϊόν συμβιβασμού, υπήρξε πολύ δημοκρατική ευθύνη από όλα τα κόμματα και έγιναν προσπάθειες που καταξιώνουν τον κοινοβουλευτικό λόγο», επισήμανε ο κ. Τζαβάρας και κατέληξε:
«Πρέπει όλες οι κοινοβουλευτικές ομάδες να δώσουν ένα ισορροπημένο νέο Σύνταγμα. Οι πιθανότητες και οι δυνατότητες που ανοίγονται δεν είναι ασήμαντες σε αυτή τη διαδικασία. Δημοκρατία σημαίνει διαρκής διαπραγμάτευση που δεν παύει να είναι διαπραγμάτευση έντιμων πολιτικών».
«Το Σύνταγμα πρέπει να το αντιμετωπίσουμε με τη θεσμική και πολιτική σοβαρότητα που πρέπει»
Από την πλευρά του, ο γενικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργος Κατρούγκαλος, μίλησε για ανάδειξη βαθιών ιδεολογικών διαφορών μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ και κατηγόρησε την κυβερνητική πλειοψηφία για προσπάθεια εργαλειοποίησης του Συντάγματος και ιδεολογική υποχώρηση από τις θέσεις που είχε το 2014.
«Η αντίληψη του τακτικισμού και της ακραίας πολιτικής υποκρισίας, ξεκίνησε με την πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη να ψηφίσουν στη προτείνουσα Βουλή διατάξεις ώστε με απλή πλειοψηφία να ρυθμίσει η επόμενη Βουλή με 151», ανέφερε και προσέθεσε:
«Κανείς στο παρελθόν δεν είχε τη φαεινή αυτή ιδέα γιατί το άρθρο 110 του Συντάγματος που θέλει συναινέσεις όχι μόνο για το ποιες διατάξεις αλλά και πώς θα αναθεωρηθούν. Δεν μπορεί να αλλοιώσει την κατεύθυνση που έχουν, για αυτό η πρόταση του κ. Μητσοτάκη ήταν πολιτικά παραπλανητική αλλά και αντισυνταγματική».
Και ο κ. Κατρούγκαλος συνέχισε: «Με την ίδια αντίληψη παιγνίου κινήθηκε και στο θέμα της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας. Υπερψηφίσατε τη διάταξη του ΣΥΡΙΖΑ που ρητά δηλώσατε ότι δεν συμφωνείτε, ως κόλπο για να υποστηρίξετε εντελώς διαφορετική πρόταση σε αυτή τη Βουλή. Αυτό δεν είναι δείγμα θεσμικής σοβαρότητας, και μάλιστα να εκλέγεται ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας με απλή, σχετική πλειοψηφία . Καταλήγει να τον καθιστά άθροισμα της εκάστοτε κυβερνητικής πλειοψηφίας».
«Ελπίζω ότι δεν θα γίνουν παρόμοια παιχνίδια στην ψηφοφορία. Διαρρεύσατε ότι θα ψηφίσετε εκείνες τις διατάξεις που έτυχαν θετικής επεξεργασίας στην Επιτροπή Αναθεώρησης. Θα ήταν ευθέως αντισυνταγματικό γιατί μόνο η Ολομέλεια μπορεί να ψηφίσει τις προτάσεις της προτείνουσας Βουλής», επισήμανε ο γενικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ.
Μίλησε επίσης για σημαντική οπισθοδρόμηση της ΝΔ για τον διαχωρισμό Κράτους-Εκκλησίας ενώ την επέκρινε έντονα ότι αρνήθηκε, «παρά τον σημαντικό κίνδυνο για τη τιμή του πολιτικού κόσμου, να είναι ξεκάθαρο ότι η δωροληψία ανήκει στο φυσικό δικαστή».
«Αρνηθήκατε με τον ίδιο τρόπο που προχωρήσατε στο ξέπλυμα του λευκού κολάρου και την πλήρη κατάργηση των ποινικών ευθυνών των τραπεζών. Απορρίψατε όλες τις προτάσεις μας για ίση αμοιβή ίση εργασία, προστασία της εργασίας, να είναι δημόσιο αγαθό το νερό. Απορρίψατε κάθε σκέψη εισαγωγής δημοψηφισμάτων», τόνισε και προσέθεσε:
«Εμείς θα προσπαθήσουμε να βρούμε τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή και θα επιδιώξουμε, θα επιμείνουμε για την εισαγωγή ερμηνευτικής δήλωσης στο άρθρο για τη ποινική ευθύνη υπουργών και στη δέσμευση της κυβέρνησης για νέα διατύπωση για τη ψήφο των αποδήμων.
Το Σύνταγμα πρέπει να το αντιμετωπίσουμε με τη θεσμική και πολιτική σοβαρότητα που πρέπει. Έστω και τη τελευταία στιγμή θα το περιμένουμε από την κυβερνητική πλειοψηφία και όλα τα κόμματα».
Και ο κ Κατρούγκαλος κατέληξε:
«Η εκλογική επικράτηση της ΝΔ σημαίνει ότι ένα τμήμα των προτάσεων μας δεν θα υιοθετηθεί που αφορούν την υγεία, τη κοινωνική προστασία. Θα ψηφιστούν εκείνες που η ΝΔ δεν άντεχε να μην τις στηρίξει. Δεν σημαίνει όμως ότι είναι χωρίς αντίκρισμα η διαδικασία αναθεώρησης η οποία αποδεικνύει τις ιδεολογικές πολιτικές μας διαφορές».
«H παρούσα αναθεώρηση, εκ του αποτελέσματος, προκύπτει πως δεν αφορά καθόλου τους πολίτες»
«H παρούσα αναθεώρηση, εκ του αποτελέσματος, προκύπτει πως δεν αφορά καθόλου τους πολίτες», ανέφερε κατά τη συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος, ο εισηγητής του Κινήματος Αλλαγής, Ανδρέας Λοβέρδος.
«Αν δεν συσχετιζόταν η αναθεώρηση με την ψήφο των εκτός Ελλάδας ευρισκομένων Ελλήνων, τότε κανείς δεν θα έδινε έστω και λίγο από το χρόνο του για να ασχοληθεί με την Αναθεωρητική Βουλή. Και δικαίως, αφού πέραν του άρθρου 86, σχεδόν όλες οι άλλες διατάξεις που θα αναθεωρηθούν, αφορούν θέματα που δημιούργησε η δυστροπία, ο δικολαβισμός των πολιτικών ηγεσιών και η μεταξύ τους πόλωση», είπε ο κ. Λοβέρδος και δεν δίστασε να υπογραμμίσει πως «αυτή η αναθεώρηση, έτσι όπως κατέληξε, με τον παραμερισμό των θεμάτων που αφορούν τον άνθρωπο με όλες τις ιδιότητές του, ως πολίτη, ως διοικουμένου, ως κοινωνικώς αδύναμου, ως φορέα δικαιωμάτων, ως μέλους της κοινής οικονομίας, θα μπορούσε και να αποφευχθεί».
Ως χαρακτηριστική περίπτωση της αδυναμίας να αντιμετωπίσει ουσιαστικά ζητήματα για τον πολίτη η παρούσα αναθεώρηση, ο κ. Λοβέρδος, επισήμανε την απουσία μέριμνας για τη γραφειοκρατία και το άρθρο άρθρο 16. «Εν σωτηρίω έτει 2019 αναθεώρηση που δεν θίγει τη γραφειοκρατία στη διοίκηση και τη δικαιοσύνη, ή που δεν “ακουμπά” το άρθρο 16, δεν έχει νόημα. Αρκεί να σκεφτούμε, πως η επομένη θα γίνει έπειτα από εννέα χρόνια! Πολύς χρόνος χαμένος για τις Ελληνίδες και τους Έλληνες! Τελικά το πολιτικό σύστημα της χώρας μας έχει ταλέντο κι έφεση στη σπατάλη του χρόνου των πολιτών», είπε ο Ανδρέας Λοβέρδος.
Ποια ήταν όμως η στάση του Κινήματος Αλλαγής στην διαδικασία Αναθεώρησης του Συντάγματος; «Εμείς», συνέχισε ο εισηγητής του ΚΙΝΑΛ, «προτείναμε στην προηγούμενη Βουλή, να αναθεωρηθούν διατάξεις που αφορούν καίρια για τον πολίτη θέματα, δηλαδή τον περιορισμό της γραφειοκρατίας στη διοίκηση και στη δικαιοσύνη, ώστε να πάψει ο πολίτης να καταδυναστεύεται από αυτήν. Οι προτάσεις μας, όμως αγνοήθηκαν από την πλειοψηφία της προηγούμενης Βουλής. Κι έτσι είμαστε υποχρεωμένοι να προχωρήσουμε με βάση τις προτάσεις που συγκέντρωσαν πάνω από 151 ψήφους. Θα πορευτούμε, λοιπόν, έτσι. Θέλουμε, όμως, να είναι σαφές σε αυτούς τους ελάχιστους πολίτες που μας παρακολουθούν, πως εμείς έχουμε κάνει το χρέος μας», ανέφερε ο εισηγητής του Κινήματος Αλλαγής.
«Παίρνετε τα μέτρα σας για τη σταθερότητα του σάπιου πολιτικού συστήματος»
«H συνταγματική αναθεώρηση, από την προηγούμενη ήδη Βουλή, έχει βασικό στόχο να εμπεδωθούν οι όροι της κυβερνητικής και πολιτικής σταθερότητας, προκειμένου να εξασφαλίζεται η απρόσκοπτη εφαρμογή της κυρίαρχης αντιλαϊκής πολιτικής. Στόχος ήταν να θωρακιστεί το αστικό πολιτικό σύστημα, να γίνει πιο ανθεκτικό στους τριγμούς, να θωρακιστεί, κυρίως, απέναντι στον λαϊκό παράγοντα, αλλά και να θωρακιστεί στις εσωτερικές του αντιθέσεις», ανέφερε, κατά τη συζήτηση της αναθεώρησης του Συντάγματος, ο εισηγητής του ΚΚΕ, Γιάννης Γκιόκας.
«Θέλετε ένα Σύνταγμα να θωρακίζει το σύστημα, να εξασφαλίζει την πολιτική και κυβερνητική σταθερότητα, γιατί ξέρετε πως όσα ζήσαμε με την κρίση, δεν ανήκουν οριστικά και αμετάκλητα στο παρελθόν», είπε ο Γιάννης Γκιόκας και προσέθεσε: «Αυτή την περίοδο κυοφορούνται κολοσσιαίων διαστάσεων εξελίξεις, σε παγκόσμιο επίπεδο, και παρά το δήθεν καλό οικονομικό κλίμα, οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για μια επικείμενη κρίση και ίσως γρηγορότερα από ό,τι αυτή αναμενόταν –και συνεπώς η Ελλάδα δεν πρόκειται να μείνει ανεπηρέαστη. Οπότε παίρνετε τα μέτρα σας και σε συνταγματικό και σε νομοθετικό επίπεδο για τη σταθερότητα του σάπιου πολιτικού συστήματος».
Ο εισηγητής του ΚΚΕ υπογράμμισε ότι υπήρξε σύγκλιση ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και Κινήματος Αλλαγής σε πολλές αντιλαϊκές πολιτικές. Ιδίως για την αποσύνδεση της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από τη διάλυση της Βουλής και την προκήρυξη των εκλογών, είπε ότι «ουσιαστικά ήταν μια κοινή πρόταση», παρά τις επιμέρους διαφορές.
«Θέλετε ένα πιο αυταρχικό Σύνταγμα που θα θωρακίζει πιο αποτελεσματικά την εξουσία του κεφαλαίου και ο αυταρχισμός έχει πολλά πρόσωπα και εκδοχές», είπε ο Γιάννης Γκιόκας και κατήγγειλε ότι δεύτερος στόχος ήταν να δημιουργηθεί ένα άλλοθι (σ.σ.: κυρίως από τον ΣΥΡΙΖΑ) στην πολιτική που εφαρμόστηκε.
«Ο ΣΥΡΙΖΑ κατέθεσε προτάσεις, στο πλαίσιο της αναθεώρησης του Συντάγματος, σε αντίθετη κατεύθυνση από τα κυβερνητικά του πεπραγμένα. Για παράδειγμα, κατέθεσε προτάσεις για την προστασία των συλλογικών συμβάσεων και της απεργίας, όταν στις συλλογικές συμβάσεις, ως κυβέρνηση, διατήρησε όλους σχεδόν τους βασικούς άξονες που τις υπονομεύουν, με πιο βασικό, τον καθορισμό του κατώτατου μισθού από τον εκάστοτε υπουργό Εργασίας. Στη δε απεργία, φέρατε πρώτοι το νόμο για το χτύπημα της απεργίας, το 50+1, που σήμερα επεκτείνει η ΝΔ», είπε ο βουλευτής του ΚΚΕ.
«Αντί για ώριμες τομές, οι αναθεωρητικές προτάσεις κινήθηκαν σε ρηχά νερά»
«Ενώ οι συνθήκες είναι ώριμες και απαιτούν αξιόλογες τομές στον καταστατικό μας χάρτη, και από ουσιαστική και από συμβολική άποψη, οι αναθεωρητικές προτάσεις κινήθηκαν σε μάλλον “ρηχά νερά”», είπε η εισηγήτρια του ΜέΡΑ 25 Αγγελική Αδαμοπούλου, κατά τη συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος.
Η κυρία Αδαμοπούλου έκανε λόγο για χαμένο «στοίχημα», αφού δεν υπήρξε βούληση για μια ριζική, προοδευτική και δημοκρατική αναθεώρηση του Συντάγματος. «Η Αναθεώρηση δεν ικανοποιεί εκείνον που δικαιολογημένα περιμένει να δει κάτι πιο γενναίο αλλά ούτε και το ίδιο το πνεύμα του Συντάγματος» αφού δεν υπήρξαν οι ευρύτερες συναινέσεις, που θέλει το Σύνταγμα, και που αρμόζουν στην κορυφαία αυτή διαδικασία.
«Είναι άλλο πράγμα να είναι κανείς συνεπής στον ιδεολογικό του προσανατολισμό και τις αρχές του, και είναι άλλο να υψώνει τείχη ακαμψίας και άρνησης», ανέφερε η κυρία Αδαμοπούλου και πρόσθεσε ότι η Κ.Ο. του ΜέΡΑ25 έδωσε και δίνει ένα καλό κοινοβουλευτικό παράδειγμα αφού υποστήριξε και υποστηρίζει προτάσεις που ωφελούν τον πολίτη και απορρίπτει εκείνες που τον βλάπτουν. Όπως δε επισήμανε, ενώ το ΜέΡΑ25 στάθηκε δημιουργικά και συναινετικά στη συζήτηση που προηγήθηκε στην Επιτροπή, «δυστυχώς ούτε η ΝΔ ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ το ανταπέδωσαν, όχι στο ΜέΡΑ25, αλλά στην ίδια την κορυφαία αυτή διαδικασία».
«Ο πολύς κόσμος έχει πάψει να πιστεύει και στο κύρος του Συντάγματος και στην ικανότητα των παραδοσιακών κομμάτων να τον εκπλήξουν θετικά. Το Σύνταγμα το βλέπει χρόνια απομονωμένο από ένα κράτος που δεν αναλαμβάνει τις συνταγματικές ευθύνες του και που δυστυχώς το αντιμετωπίζει ως κυρίως πολιτικό κείμενο», υποστήριξε η βουλευτής του ΜέΡΑ25 και τόνισε ότι γι’ αυτό το λόγο οι πολίτες δεν ασχολούνται με την αναθεώρηση του Συντάγματος.
«Έχουμε βαθύτατο χρέος να προνοήσουμε για το μέλλον τα χώρας και των πολιτών, από τώρα, και όχι να περιμένουμε την επόμενη αναθεώρηση. Γι’ αυτό βλέπουμε με πνεύμα συναίνεσης τη διαδικασία, θέλουμε να δούμε όσο το δυνατό περισσότερες και πληρέστερες εγγυήσεις για τα ατομικά και κυρίως για τα κοινωνικά δικαιώματα, για την ποιότητα του πολιτεύματος και των πολιτών. Οι προτάσεις μας κινούνται στο πνεύμα μιας προοδευτικής και δημοκρατικής αναθεώρησης, με ενίσχυση του κοινωνικού κράτους δικαίου, με περισσότερη και άμεση συμμετοχή των πολιτών στις πρωτοβουλίες, με ολική ανατροπή του απαράδεκτου καθεστώτος ασυλίας βουλευτών και υπουργών, με πλήρη διαχωρισμό κράτους και εκκλησίας, με αποσύνδεση της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από τη διάλυση της Βουλής και τις πρόωρες εκλογές, με ψήφο στον απόδημο πληθυσμό, με περισσότερα κοινωνικά δικαιώματα, με απλή αναλογική και με καλύτερη πιο άμεση ευρωπαϊκή δημοκρατία», τόνισε η εισηγήτρια του ΜέΡΑ25.