Αμέτρητες ανθρώπινες ιστορίες κρύβονται πίσω από τους συγκλονιστικούς αριθμούς της ανθρωπιστικής κρίσης στη Συρία, με τους 1,5 εκατομμύριο πρόσφυγες, μόνο στις γειτονικές χώρες.
Λιγότερο ή περισσότερο δραματικές, όλες έχουν πρωταγωνιστές που η ζωή τους άλλαξε από τη μια μέρα στην άλλη, που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους, τα σπίτια τους, τους δικούς τους ανθρώπους, να πορευθούν προς το άγνωστο για να ζήσουν, έχοντας την ελπίδα και τον πόθο, πως κάποτε θα ξαναγυρίσουν στη Συρία.
Η 24χρονη Μαράουα μίλησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για το δικό της ταξίδι μακριά από τη Συρία και τον πόλεμο. Η ίδια και ο συνομήλικος σύζυγός της, Αχμέτ, (τα ονόματα δεν είναι πραγματικά, προκειμένου να προστατευθεί η ταυτότητά τους), είναι από τους πρώτους που έγιναν δεκτοί τον περασμένο Μάρτιο, στο Κέντρο Πρώτης Υποδοχής παράνομων μεταναστών στο Φυλάκιο του Έβρου, λίγο καιρό δηλαδή, πριν τεθεί σε πλήρη λειτουργία, τον Ιούνιο. Εκεί, ήταν οι πρώτες στιγμές που βίωσαν κάποιο αίσθημα ασφάλειας, όπως διηγούνται, μετά από ένα 7ήμερο ταξίδι, με δυσκολίες και κινδύνους.
Κατάγονται από την πόλη αλ Χασακά της Συρίας. Η Μαράουα έχει σπουδάσει οικονομικά και ο Αχμέτ εργαζόταν ως λογιστής, ώσπου τον κάλεσαν να υπηρετήσει στο συριακό στρατό. Σε μια περίοδο εμφυλίου, όπου μέσα σε δύο χρόνια, περισσότεροι από 70 χιλιάδες άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους, η εξέλιξη αυτή στάθηκε η αιτία για να πάρει μαζί με τη σύζυγό του το δρόμο της προσφυγιάς.
Όπως εξηγεί η Μαράουα, στην πόλη τους, δεν είχαν βιώσει αιματηρές συγκρούσεις και νεκρούς. Όμως, πολλοί κάτοικοί της, την έχουν εγκαταλείψει, καθώς είναι έντονο το αίσθημα της ανασφάλειας.
Υπάρχει μια κατάσταση αναρχίας. Όπως περιγράφει, «άνθρωποι», για τους οποίους δεν έδωσε περισσότερα στοιχεία, προβαίνουν σε απαγωγές πολιτών και στη συνέχεια, εκβιάζουν προκειμένου να πάρουν χρήματα από τους συγγενείς τους για να μην τους σκοτώσουν. Μεταξύ των θυμάτων είναι μικρά παιδιά, ενώ σε δεινή θέση είναι και η κοινότητα των χριστιανών, στην οποία ανήκει το ζευγάρι. Σύμφωνα με τη Μαράουα, χριστιανοί πέφτουν συχνά θύματα απαγωγής, καθώς είναι συνήθως πιο ευκατάστατοι από τους συμπατριώτες τους.
Στις 14 Μαρτίου, η Μαράουα και ο Αχμέτ εγκατέλειψαν την πατρίδα τους μαζί με κάποιους φίλους τους Ιρακινούς που διέμεναν στη Συρία και πέρασαν με τα πόδια στην Τουρκία. Εκεί, τους περίμεναν δικοί τους άνθρωποι, κινήθηκαν με αυτοκίνητο και τους βοήθησαν προκειμένου να ετοιμαστούν για να περάσουν στην Ελλάδα με απώτερο στόχο μια άλλη ευρωπαϊκή χώρα.
Όπως τονίζει η Μαράουα, τις μεγαλύτερες δυσκολίες, τις συνάντησαν στην προσπάθεια να φτάσουν σε ελληνικό έδαφος. Η «συμφωνία» που είχε κάνει το ζευγάρι με τους «διευκολυντές», οι οποίοι, όπως λέει η Μαράουα, μιλούσαν αραβικά και ζουν στην Ελλάδα, δεν τηρήθηκε. «Μπήκαμε σε μια πλαστική βάρκα, πέντε άτομα, εγώ, ο Αχμέτ και οι τρεις Ιρακινοί φίλοι μας, για να περάσουμε από τον Έβρο. Μετά από μία ώρα φτάσαμε σε ξηρά.
Οι «διευκολυντές» δεν εμφανίστηκαν ποτέ γι’ αυτό άλλωστε δεν πήραν χρήματα. Οι άνεμοι ήταν ισχυροί. Εγκλωβιστήκαμε σε μια νησίδα στο ποτάμι. Ήταν ξημερώματα. Οι ημερομηνίες είναι μπερδεμένες, αλλά λίγη σημασία έχει. Τα νερά μας είχαν περικυκλώσει. Προσπαθούσαμε να μη βραχούμε. Το κρύο ήταν ανυπόφορο».
Και η συνέχεια είναι σαν χολιγουντιανή ταινία δράσης… Η Μαράουα θυμήθηκε από ξένες ταινίες που είχε παρακολουθήσει, τον διεθνή αριθμό υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης, τον 911, και τον κάλεσε από το κινητό της. «Μου απάντησε μία γυναίκα που δεν καταλάβαινα τι γλώσσα μιλούσε. Της είπα: αγγλικά, αγγλικά. Στο τηλέφωνο ήρθε μια άλλη συνάδελφός της. Της εξήγησα ότι είμαστε περικυκλωμένοι από νερά. Δεν μπορούσα να της πω σε ποια περιοχή ήμασταν, όμως της είπα, ότι έβλεπα ένα στρατιωτικό φυλάκιο με ελληνική σημαία».
Η επικοινωνία συνεχίστηκε μέχρι αργά το απόγευμα, οπότε τους εντόπισαν και τους διέσωσαν οι Έλληνες αστυνομικοί, σύμφωνα με τη Μαράουα. Δεν μπορεί να ξεχάσει αυτή τη γυναίκα που την βοήθησε να σωθεί η ζωή τους. «Θέλω να την βρω να την ευχαριστήσω. Είχαμε επικοινωνία συνεχώς, μέχρι να μας εντοπίσουν».
Άλλο ένα πρόσωπο που δεν πρόκειται να ξεχάσει η Μαράουα και ο σύζυγός της είναι ο Χρήστος Χριστακούδης, επικεφαλής του Κέντρου Πρώτης Υποδοχής στο Φυλάκιο του Έβρου, όπου μεταφέρθηκαν, αφού πρώτα πέρασαν μία νύχτα, όπως λέει, στο αστυνομικό τμήμα των Φερών. «Στο Φυλάκιο (Κέντρο Πρώτης Υποδοχής) μας βοήθησαν πολύ».
Έγιναν όλες οι απαραίτητες διαδικασίες, ταυτοποίησης και περίθαλψης, και η ζωή για τη Μαράουα συνεχίστηκε σαν σενάριο ταινίας, όσον αφορά στις εκπλήξεις. Στις ιατρικές εξετάσεις που υποβλήθηκαν στο Κέντρο Πρώτης Υποδοχής και στη συνέχεια στο νοσοκομείο, όπου παραπέμφθηκαν, ανακάλυψε ότι είναι έγκυος. «Ο σύζυγός μου, θέλει να ονομάσουμε το μωρό Χρήστο αν είναι αγόρι, ή Χριστίνα αν είναι κοριτσάκι. Συμπάθησε πολύ τον Χρήστο. Ήταν πολύ φιλικός.
Ενδιαφέρθηκε πολύ γι’ εμάς. Ενδιαφερόταν για όλους στο Φυλάκιο. Μας βοήθησε. Άκουσα ιστορίες από άλλους ανθρώπους για αστυνομικούς που δεν τους αντιμετώπισαν καλά. Όμως, στο κέντρο υποδοχής στο Φυλάκιο οι εργαζόμενοι ήταν όλοι πολύ φιλικοί», επαναλαμβάνει η Μαράουα.
Μετά από τις απαραίτητες συνεννοήσεις με την αστυνομική διεύθυνση της περιοχής, αφέθηκε ελεύθερη. Αυτή τη στιγμή, φιλοξενείται με τον σύζυγό της σε σπίτι συγγενών τους στην Αθήνα. Σύμφωνα με την ίδια, τα διαβατήριά τους τα έχουν αφήσει σε φίλους τους στην Τουρκία, οι οποίοι δεν μπορούν να τους τα στείλουν.
Δεν επιτρέπει η τουρκική αστυνομία, όπως υποστηρίζει. Ανησυχεί μήπως, η πρόσφατη απόφαση για αναστολή της απέλασης των Σύρων υπηκόων, που βρίσκονται παράνομα στην Ελλάδα, λόγω της κατάστασης στη χώρα τους, δεν περιλαμβάνει το σύζυγό της. Στενοχωριέται που κρατούνται ακόμη οι Ιρακινοί φίλοι της, σημειώνοντας ότι και αυτοί παρά το γεγονός ότι δεν είναι Σύροι, εγκατέλειψαν τη Συρία για να σωθούν.
Η ίδια συνεχίζει να μη νιώθει πολύ ασφαλής, άλλωστε είναι πλέον υπεύθυνη για ακόμη μία ζωή. «Δεν έχω κάνει όλες τις ιατρικές εξετάσεις. Δεν καταλαβαίνω πολλά λόγω της γλώσσας. Δεν έχω επικοινωνία με τους γονείς μου και τα αδέλφια μου, που έχουν εγκαταλείψει και αυτοί την πόλη μας».
Το ταξίδι για τη Μαράουα δεν σταματάει στην Ελλάδα, εκφράζει την επιθυμία να φτάσει σε χώρα της κεντρικής Ευρώπης και ελπίζει γρήγορα να επιστρέψει στη Συρία. «Δεν ήθελα να αφήσω τη χώρα μου. Θέλω η ιστορία μου να μη συμβεί σε άλλους».