«Στις 7 Ιουλίου οι πολίτες έκαναν την επιλογή τους, η οποία ήταν σαφής, καθαρή και απολύτως σεβαστή από όλους μας. Η ΝΔ αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση της χώρας και ο ΣΥΡΙΖΑ τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η εναλλαγή στη διακυβέρνηση, εξάλλου, είναι βασικό στοιχείο στη λειτουργία της Δημοκρατίας και η επιλογή της αδιαμφισβήτητο δικαίωμα του κυρίαρχου ελληνικού λαού. Σήμερα, ο ΣΥΡΙΖΑ παραδίδει στη ΝΔ μία χώρα εντελώς διαφορετική από εκείνη που παρέλαβε, πριν από 4,5 χρόνια», δήλωσε η απερχόμενη υπουργός Εργασίας, Έφη Αχτσιόγλου, κατά την τελετή παράδοσης-παραλαβής στο υπουργείο Εργασίας.
Συγκεκριμένα, η κ. Αχτσιόγλου τόνισε, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων: «Παραδίδουμε μία χώρα εκτός μνημονίων, που έχει βγει οριστικά από το καθεστώς της επιτροπείας, έχει αφήσει αμετάκλητα πίσω της την απειλή της χρεοκοπίας, έχει περάσει σταθερά σε δυναμική αναπτυξιακή πορεία με εννέα συνεχόμενα τρίμηνα ανάπτυξης, με υγιή δημόσια οικονομικά, έχει ρυθμίσει μακροπρόθεσμα το δημόσιο χρέος της, έχει ξαναβγεί στις αγορές με επιτόκια που είχε να δει πολλά χρόνια, πριν από την κρίση. Παραδίδουμε μία χώρα που, αντί για άδεια ταμεία, έχει ένα σημαντικό απόθεμα 35 δισ. ευρώ, το οποίο της δίνει ασφάλεια και σιγουριά για την επόμενη μέρα».
Αναφορικά με τον τομέα της εργασίας, η κ. Αχτσιόγλου δήλωσε: «Παραλάβαμε μία αγορά εργασίας με την ανεργία στο 26%. Παραδίδουμε μία αγορά εργασίας που επουλώνει τις πληγές της κρίσης, έχοντας μειώσει την ανεργία κατά 8 μονάδες και έχοντας δημιουργήσει πάνω από 400.000 νέες θέσεις εργασίας, με το 70% της αύξησης των θέσεων να είναι πλήρους απασχόλησης. Επίσης, στο εξάμηνο φέτος, το ισοζύγιο των προσλήψεων-αποχωρήσεων στον ιδιωτικό τομέα είναι θετικό κατά 296.000 θέσεις. Παραλάβαμε μία αγορά εργασίας στην οποία οι βασικές αρχές των συλλογικών διαπραγματεύσεων είχαν ανασταλεί. Επαναφέραμε τις βασικές αρχές των συλλογικών διαπραγματεύσεων – την αρχή της επεκτασιμότητας των κλαδικών συμβάσεων και την αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης. Από τον Αύγουστο του 2018, έχουμε επεκτείνει τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας σε 15 κλάδους, με αυξήσεις μισθών για περισσότερους από 220.000 εργαζόμενους. Παραλάβαμε μία αγορά εργασίας στην οποία ο κατώτατος μισθός είχε περικοπεί κατά 22% και ήταν στα 586 ευρώ, ενώ για τους νέους κάτω των 25 ετών είχε περικοπεί κατά 32% και ήταν στα 510 ευρώ. Αυξήσαμε τον κατώτατο μισθό κατά 11% και κατά 27% για τους νέους, καταργώντας τον υποκατώτατο μισθό και ορίζοντας ως ενιαίο κατώτατο μισθό τα 650 ευρώ. Μειώσαμε πάνω από 10 μονάδες την αδήλωτη εργασία. Παραλάβαμε την αγορά εργασίας με διάχυτα φαινόμενα παραβατικότητας και απλήρωτης εργασίας. Προχωρήσαμε σε θεσμικές παρεμβάσεις, για να ενισχύσουμε την προστασία και τα δικαιώματα των εργαζομένων».
Επίσης, μεταξύ άλλων, τόνισε: «Επανασχεδιάσαμε τα προγράμματα ένταξης στην εργασία προς όφελος των ανέργων. Συνολικά, από το 2015 έως σήμερα, υλοποιήθηκαν προγράμματα εργασίας συνολικού προϋπολογισμού 2,4 δισ. ευρώ, στα οποία εργάστηκαν πάνω από 240.000 άνεργοι. Τέλος, αυξήσαμε το επίδομα ανεργίας στα 400 ευρώ».
Όσον αφορά στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης, η κ. Αχτσιόγλου, μεταξύ άλλων, τόνισε: «Παραδίδουμε ένα ασφαλιστικό σύστημα με πλεόνασμα. Ένα ασφαλιστικό σύστημα στο οποίο οι περικοπές των συντάξεων είναι παρελθόν, ενώ, από 1.1.2019, ξεκίνησαν οι αυξήσεις για 620.000 χαμηλοσυνταξιούχους. Ένα ασφαλιστικό σύστημα στο οποίο η 13η σύνταξη επανήλθε έστω και τμηματική, ολόκληρης για τις χαμηλές συντάξεις και ποσοστιαίας για τις υπόλοιπες. Επίσης, παραδίδουμε μειωμένες κατά 70% τις εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης που παραλάβαμε».
Σχετικά με τον τομέα της κοινωνικής αλληλεγγύης, η κ. Αχτσιόγλου σημείωσε: «Παραλάβαμε τον προϋπολογισμό της πρόνοιας στα 780 εκατ. ευρώ και τον παραδίδουμε περίπου στα 3,5 δισ. ευρώ. Το πιο κρίσιμο είναι ότι οικοδομήσαμε ένα ψηφιακό και διαφανές σύστημα χορήγησης όλων των επιδομάτων από έναν κεντρικό φορέα, τον Οργανισμό Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΟΠΕΚΑ) και τα 242 Κέντρα Κοινότητας. Τέλος, θεσπίσαμε ένα νέο πλαίσιο που επιταχύνει και καθιστά απολύτως διαφανείς τις διαδικασίας για την αναδοχή και την υιοθεσία, ώστε σε λίγο καιρό κανένα παιδί να μην βρίσκεται σε ίδρυμα. Ήδη, σε λιγότερο από τρεις μήνες λειτουργίας της ηλεκτρονικής πλατφόρμας, έχουμε πάνω από 800 αιτήσεις. Αυτό σημαίνει πως πολύ σύντομα πάνω από 800 παιδιά που σήμερα ζουν σε ιδρύματα, θα βρεθούν στην αγκαλιά μίας οικογένειας».