Η υποτίμηση του Κυριάκου Μητσοτάκη είχε γίνει κάτι σαν εθνικό σπορ στην Ελλάδα…όμως, μετά την σαρωτική του νίκη στις εκλογές της Κυριακής, φαίνεται ότι ο κ. Μητσοτάκης, ο ηγέτης του κεντροδεξιού κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, μπορεί να είναι αυτός που γελάει τελευταίος, γράφει η Matina Stevis-Gridneff στους New York Times υπό τον τίτλο «Η Ελλάδα αρεσκόταν να υποτιμά τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Τώρα είναι πρωθυπουργός».
Η άνοδός του στην πρωθυπουργία της Ελλάδας είναι αποτέλεσμα της επιμονής του και των δραστικών αλλαγών που συντελέσθηκαν στο πολιτικό σύστημα της χώρας μέσα σε μία δεκαετία ακραίας οικονομικής δυσπραγίας και της αναμόρφωσης των πολιτικών συμμαχιών που προκάλεσε.
Αποτελεί επίσης μία εντυπωσιακή επανεμφάνιση για ένα mainstream πολιτικό κόμμα σε μία στιγμή που τα ευρωπαϊκά κεντροδεξιά κόμματα αγωνίζονται να κερδίσουν εκλογές και να σχηματίσουν κυβερνήσεις χωρίς κυβερνητικούς εταίρους.
Ο 51χρονος Μητσοτάκης θα πρέπει τώρα να πείσει ένα μεγάλο τμήμα του ελληνικού πληθυσμού ότι είναι ικανός να φέρει εις πέρας την αποστολή να οδηγήσει την εξαντλημένη χώρα σε καλύτερους καιρούς. Θα χρειασθεί να πείσει εκείνους που θεωρούν ότι στερείται τη ικανότητας να αντιμετωπίσει τα πολύπλοκα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα της Ελλάδας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης λέει ότι το επώνυμό του τον βοήθησε μεν την πρώτη φορά που εξελέγη μέλος του ελληνικού κοινοβουλίου, αλλά, έκτοτε, αντίθετα, έγινε όλο και μεγαλύτερο βάρος. «Δεν νομίζω ότι άνθρωποι με ψηφίζουν επειδή προέρχομαι από πολιτική οικογένεια…θεωρώ ότι οι άνθρωποι με ψηφίζουν παρά το γεγονός ότι προέρχομαι από πολιτική οικογένεια», δήλωσε σε πρόσφατη συνέντευξη.
Θα χρειασθεί επιδέξια ηγετική ικανότητα για να διατηρηθεί η πειθαρχία μετά την σαρωτική νίκη και κάποιες από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει ο κ. Μητσοτάκης θα προέρχονται από το ίδιο του το κόμμα, όπου παγιωμένες φατρίες εξακολουθούν να υπερασπίζονται παλαιά κεκτημένα.
«Υπάρχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα στο να σε υποτιμούν οι άνθρωποι. Δεν με νοιάζει. Εχω μία δουλειά να φέρω εις πέρας και μεγάλη εμπιστοσύνη στις ικανότητές μου».