Ο κύβος ερρίφθη, οι εκλογές της 7ης Ιουλίου είναι πλέον μία πραγματικότητα και τα επιτελεία των κομμάτων έχουν ξεκινήσει την κούρσα ταχύτητας, που θα τα φέρει σε προνομιακή θέση τη Δευτέρα μετά την κάλπη.
Όπως εξελίχθηκε η πολιτική κατάσταση τους τελευταίους μήνες βέβαια, μάλλον η προεκλογική περίοδος είχε ξεκινήσει πολύ πριν τη στιγμή που ο Αλέξης Τσίπρας «διέβη» την είσοδο του Προεδρικού Μεγάρου για να ζητήσει από τον Προκόπη Παυλόπουλο τη διάλυση της Βουλής και την προκήρυξη πρόωρων εκλογών.
Το κυβερνών κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, ιδίως μετά το αρνητικότατο – και ίσως απρόσμενο – αποτέλεσμα των ευρωρεκλογών της 26ης Μαΐου, βρίσκεται στη δυσάρεστη θέση να κυνηγάει τη διαφορά, αφού έμεινε πίσω από τη Νέα Δημοκρατία με 9,5 περίπου μονάδες. Το ενδεχόμενο μίας δεύτερης εκλογικής ήττας μέσα σε 1,5 μήνα είναι πλέον πολύ πιθανό για το κόμμα της Κουμουνδούρου, γεγονός που θα δημιουργήσει αλυσιδωτές αντιδράσεις στο εσωτερικό του.
Το κυνήγι της έδρας
Σύμφωνα με τις στατιστικές σε κάθε εκλογική αναμέτρηση περίπου το 30% του βουλευτικού δυναμικού ενός κόμματος αλλάζει και ανανεώνεται. Συνεπώς σε κάθε νέα Βουλή εισέρχονται νέα πρόσωπα που αντικαθιστούν το «παλαιό» και απαντούν στη διάθεση του κόσμου για αλλαγή και ίσως τιμωρία όσων δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες των πολιτών.
Σε ένα ενδεχόμενο ήττας με ποσοστό κοντά σε αυτό των ευρωεκλογών, ο ΣΥΡΙΖΑ αντιμετωπίζει τα εξής:
- Υπάρχει περίπτωση το κυβερνών μέχρι σήμερα κόμμα να εκλέξει 70 με 75 βουλευτές. Υπενθυμίζεται πως ο ΣΥΡΙΖΑ είχε εκλέξει 145 βουλευτές τον Σεπτέμβριο του 2015 και η ΝΔ ως δεύτερο κόμμα 75.
- Αν προσθέσουμε και το 30% των παλαιών βουλευτών που μπορεί να αντικατασταθούν από νέους, τότε μπορεί στον ΣΥΡΙΖΑ από τους 144 που είχε στην απερχόμενη Βουλή, περισσότεροι από τους μισούς να μην επανεκλεγούν στην επόμενη. Συγκεκριμένα – για να μιλήσουμε με αριθμούς – από τους τωρινούς βουλευτές ενδέχεται να εκλεγούν στη νέα Βουλή περί τους 50.
Ένα παζλ για δυνατούς λύτες
Αν ληφθεί λοιπόν υπ’ όψη αυτό το «εφιαλτικό» για τον ΣΥΡΙΖΑ σενάριο, μπορεί κάποιος να καταλάβει τον βαθμό δυσκολίας της συγκρότησης ψηφοδελτίων αλλά και τους εσωτερικούς ανταγωνισμούς που προκαλούνται. Και συνεπώς τη «φαγωμάρα» μεταξύ επίδοξων βουλευτών και τις αντίρροπες δυνάμεις που επικρατούν στα ενδότερα του κόμματος.
Αν μάλιστα προστεθεί και το γεγονός ότι πρόσωπα που δεν είχαν συμμετάσχει ή είχαν αποτύχει στις προηγούμενες εκλογές και είτε αναδείχθηκαν μέσα από υπουργική θητεία ή από κάποιον άλλον κομματικό ή επικοινωνιακό παράγοντα θα «συσσωρευτούν» στις λίστες, τότε γίνεται ξεκάθαρο ότι πολλά στελέχη από αυτά που ονομάζουμε πρωτοκλασάτα ή προβεβλημένα διατρέχουν τον κίνδυνο να δουν το επόμενο κοινοβούλιο μόνο από έξω.
Σημαντικό ρόλο σε αυτό παίζει φυσικά και ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κόμμα ουσιαστικά μεταλλασσόμενο. Ένα κόμμα που ξεκίνησε την κυβερνητική του θητεία από τις παρυφές της ριζοσπαστικής και προοδευτικής αριστεράς, για να την ολοκληρώσει ως ένα κόμμα της σοσιαλδημοκρατίας, που διαγκωνίζεται με το ΚΙΝΑΛ (πρώην ΠΑΣΟΚ) και το Ποτάμι – ή ό,τι απέμεινε από αυτό – για τον προνομιακό χώρο της Κεντροαριστεράς.
Οι «καυτές» περιφέρειες
Στην παρούσα φάση οι λίστες του ΣΥΡΙΖΑ σε όλη την Ελλάδα δεν είναι ολοκληρωμένες και έχουν ακόμη κενά που αναμένουν συμπλήρωση, με πολλά σενάρια να έχουν κάνει την εμφάνισή τους στο πολιτικό «κουτσομπολιό».
Υπάρχουν όμως κάποια σημεία στον χάρτη που είναι λίγο πιο «κόκκινα» από άλλα και περιφέρειες στις οποίες θα δοθεί μάχη για μία έδρα και που μπορεί προβεβλημένα στελέχη να μην καταφέρουν να βρίσκονται στη Βουλή μετά τις 7 Ιουλίου.
Στην Α’ Αθήνας η φημολογούμενη κάθοδος του Δημήτρη Τζανακόπουλου και του Νάσου Ηλιόπουλου δημιουργούν «πονοκέφαλο» στα βαριά ονόματα της περιφέρειας. Μερικά από αυτά: ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης, Νίκος Φίλης, και ο υπουργός Επικρατείας Χριστόφορος Βερναρδάκης.
Η «πασοκογενής» Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου δημιουργεί νέα δεδομένα στον βόρειο τομέα της Αθήνας, ενώ στον νότιο τομέα η ενδεχόμενη μετακίνηση του Αλέξη Χαρίτση από τη Μεσσηνία και ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ Θανάσης Θεοχαρόπουλος ανεβάζουν το επίπεδο του ανταγωνισμού.
Η πιθανή συμμετοχή της Κατερίνας Νοτοπούλου, που ήταν υποψήφια δήμαρχος Θεσσαλονίκης, και της υφυπουργού Μακεδονίας Θράκης Ελευθερίας Χατζηγεωργίου στην Α΄ Θεσσαλονίκης δυσκολεύουν το πεδίο για τους «παραδοσιακούς» βουλευτές της Α’ περιφέρειας της πόλης.
Η «μάχη» της Κρήτης
Εκεί όμως που τα πράγματα θα είναι ιδιαιτέρως ενδιαφέροντα είναι φυσικά στις περιφέρειες της Κρήτης.
Σκληρή αναμένεται να είναι η σύγκρουση ανάμεσα στους υπουργούς Παύλο Πολάκη και Γιώργο Σταθάκη στα Χανιά, αφού ο ΣΥΡΙΖΑ με τη β΄κατανομή είχε κερδίσει και τις τέσσερις έδρες του νομού το 2015, κάτι είναι εξαιρετικά αμφίβολο να επαναληφθεί.
Στο Ηράκλειο ο Γιάννης Μιχελογιαννάκης θα βρει στο ίδιο ψηφοδέλτιο με τον πρώην βουλευτή του Ποταμιού Σπύρο Δανέλλη, που και αυτός αναμένεται να δώσει την πρώτη του μάχη ως υποψήφιος του ΣΥΡΙΖΑ.
Σε κάθε περίπτωση, η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί δημιουργεί μεγάλη αγωνία στους υποψήφιους βουλευτές της απερχόμενης κυβέρνησης και σκληρό ανταγωνισμό για ένα καλό πλασάρισμα σε μια λίστα περιφέρειας.