Την ανάγκη η ελληνική οικονομία να μεταβεί σε ένα νέο μοντέλο ανταγωνιστικότητας και εξωστρέφειας το οποίο θα περιλαμβάνει και την εκπαίδευση, επεσήμανε ο Κωστής Χατζηδάκης μιλώντας στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών. Ο αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας επεσήμανε πως η εκπαίδευση αποτελεί ένα παράδειγμα ενός τομέα με ανεκμετάλλευτα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα για τη χώρα επισημαίνοντας την πολιτιστική κληρονομιά, σε συνδυασμό με το υψηλών προδιαγραφών διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό μας. Πλεονεκτήματα στα οποία, όπως είπε, έρχονται, βεβαίως, να προστεθούν παράγοντες όπως η γεωγραφική μας θέση και το κλίμα μας. Και η εκμετάλλευση αυτών των πλεονεκτημάτων θα δημιουργήσει πολλαπλασιαστικά οφέλη για την οικονομία και την κοινωνία μας.
«Σκεφτείτε τι σημαίνει για έναν νέο από οποιαδήποτε γωνιά του κόσμου να έρθει να σπουδάσει αντικείμενα όπως φιλοσοφία, ιστορία, μαθηματικά, ιατρική, στον τόπο στον οποίο αυτά άνθισαν 2,5 χιλιάδες χρόνια πριν», είπε τονίζοντας όμως πως δυστυχώς στην Ελλάδα εν έτει 2019 η συζήτηση περιστρέφεται ακόμα γύρω από το αν θα πρέπει να έχουμε ιδιωτικά πανεπιστήμια! Ο κ. Χατζηδάκης αναφέρθηκε σε έρευνα της UNESCO το 2009, όπου οι μόνες χώρες χωρίς ιδιωτικά πανεπιστήμια ήταν η Ελλάδα, η Βόρεια Κορέα, το Μπουτάν και η Κούβα. «Ε λοιπόν από τότε το Μπουτάν και η Βόρεια Κορέα έφτιαξαν ιδιωτικά πανεπιστήμια, ενώ πανεπιστήμια της Κούβας συνάπτουν συμφωνίες με αμερικάνικα πανεπιστήμια, όπως το Harvard» τόνισε χαρακτηριστικά προσθέτοντας πως «είναι πραγματικά κρίμα να αφήνουμε τις ιδεοληψίες μας να μας κρατάνε δεκαετίες πίσω από όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Είναι πραγματικά κρίμα να εξορίζουμε τα παιδιά μας στο εξωτερικό για να σπουδάσουν, τη στιγμή που θα μπορούσαμε να προσελκύουμε χιλιάδες φοιτητές από όλο τον κόσμο».
Ο κ. Χατζηδάκης αναφερόμενος στις δυνατότητες που μπορούμε να αξιοποιήσουμε για να βοηθήσουμε τη χώρα μας να γίνει εκπαιδευτικό κέντρο της νοτιοανατολικής Μεσογείου, έφερε ως παράδειγμα τα summer schools, μικρής διάρκειας προγράμματα (με διάρκεια 1 εβδομάδα έως δύο μήνες) που οργανώνονται από πανεπιστήμια και άλλους ιδιωτικούς φορείς και πραγματοποιούνται κατά τους θερινούς μήνες και τα οποία συνδέονται με μια συγκεκριμένη θεματική και απευθύνονται σε μαθητές, προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές ή και στελέχη επιχειρήσεων.
Ως ένα δεύτερο παράδειγμα ο κ. Χατζηδάκης αναφέρθηκε στην ανάγκη αξιοποίησης των δυνατοτήτων και του παρόντος Συντάγματος έτσι ώστε τα δημόσια πανεπιστήμια να έχουν ξενόγλωσσα τμήματα -προπτυχιακά και μεταπτυχιακά. «Σε συνδυασμό με την καταπολέμηση της ανομίας, αλλά και την εισαγωγή στοιχείων αξιολόγησης και σύνδεσης με την αγορά, μια τέτοια παρέμβαση θα αναβαθμίσει τα δημόσια πανεπιστήμιά μας, καθώς θα βάλει τέλος στο καθεστώς μιζέριας που τους έχει επιβληθεί και θα τους επιτρέψει να γίνουν πανεπιστήμια δημιουργικά και εξωστρεφή. Σήμερα, δυστυχώς, βλέπουμε ότι μία προσπάθεια που είχε γίνει με το Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδος στη Θεσσαλονίκη ακυρώνεται στην πράξη από την κυβέρνηση, καθώς έχει φέρει νόμο που οδηγεί στην υποβάθμισή του. Ενώ είδαμε να μην λαμβάνουν έγκριση Κινέζοι φοιτητές που ζήτησαν να έρθουν να κάνουν μαθήματα στη Φιλοσοφική Σχολή» δήλωσε επισημαίνοντας πως πρόκειται για πρωτοβουλία που έχει χαμηλό κόστος -καθώς οι κτιριακές υποδομές υπάρχουν- ενώ θα δημιουργηθούν σημαντικές πηγές εσόδων για τα πανεπιστημιακά ιδρύματά μας, καθώς και νέες θέσεις εργασίας για τους ακαδημαϊκούς μας ενώ θα δημιουργηθούν και πολλαπλασιαστικά οφέλη για πολλούς κλάδους της οικονομίας μας (από τον τουριστικό και την εστίαση μέχρι τον πολιτισμό).
«Αυτά που περιγράφω δεν προϋποθέτουν να ανακαλύψουμε τον τροχό. Προϋποθέτουν, απλά, να κάνουμε επιτέλους την επανάσταση της κοινής λογικής στη χώρα μας. Να αφήσουμε στην άκρη τον λαϊκισμό και τις ιδεοληψίες, να σταματήσουμε να κρατάμε οι ίδιοι πίσω τον τόπο μας και να ακολουθήσουμε τις πρακτικές που πετυχαίνουν σε όλο τον κόσμο. Η εκπαίδευση μπορεί να γίνει το κλειδί για ένα καλύτερο μέλλον για τους Έλληνες, αλλά και ένα asset με διεθνή εμβέλεια και τεράστια οφέλη για την Ελλάδα. Στο χέρι μας είναι. Αρκεί να το συνειδητοποιήσουμε εμείς οι ίδιοι», κατέληξε ο κ. Χατζηδάκης.