Συστάσεις για άμεση διευθέτηση του ελληνικού προβλήματος απηύθυναν από κοινού η γερμανίδα καγκελάριος, Άνγκελα Μέρκελ και ο γάλλος πρωθυπουργός, Ζαν Μαρκ Ερό, σε κοινή συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν στο Βερολίνο. Ο Ερό βρέθηκε πρώτη φορά στη γερμανική πρωτεύουσα από τότε που ανέλαβε καθήκοντα πρωθυπουργού.
Σύμφωνα με την κ. Μέρκελ είναι επιτακτική η ανάγκη για ταχεία ολοκλήρωση και δημοσιοποίηση της έκθεσης της τρόικας για την πορεία της ελληνικής οικονομίας μέχρι τις 20 Νοεμβρίου, υπογραμμίζοντας ότι θα ήταν σημαντικό «οι υπουργοί Οικονομικών να λάβουν μια απόφαση για την Ελλάδα την επόμενη Τρίτη στο Eurogroup». Η γερμανίδα καγκελάριος σημείωσε, επίσης, ότι δεν συζητήθηκε το ζήτημα του «κουρέματος» χρέους.
Η κ. Μέρκελ εξέφρασε την αισιοδοξία της ότι η ανάπτυξη θα επιστρέψει σύντομα στην ευρωζώνη, επισημαίνοντας ότι «η θέση μας περί αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους) δεν έχει αλλάξει, ούτε και πρέπει να αλλάξει».
Αναφερόμενη στο σημερινό επεισόδιο που συνέβη κατά την διάρκεια συνάντησης της Ελληνογερμανικής Συνέλευσης στην Θεσσαλονίκη, η κ. Μέρκελ ανέφερε ότι «η βία δεν αποτελεί μέσο αντιπαράθεσης», διευκρίνισε, ωστόσο, ότι είναι αυτονόητο ότι πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα ειρηνικής διαμαρτυρίας.
Από την πλευρά του ο Γάλλος πρωθυπουργός σημείωσε ότι «το σημαντικό είναι να κάνουμε τα πάντα, ώστε να κρατήσουμε την Ελλάδα στην Ευρωζώνη». «Πλησιάζει η ώρα των αποφάσεων σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, και η Γαλλία, όπως και η Γερμανία, ελπίζουν αυτές οι αποφάσεις να έρθουν το συντομότερο», υπογράμμισε ο κ. Ερό.
Η καγκελάριος Μέρκελ δήλωσε πεπεισμένη ότι η Γαλλία έχει δεσμευτεί σε ένα σχέδιο για την ανάκαμψη της οικονομίας της, σημείωσε ο Ερό, προκειμένου να καταστήσει τη Γαλλία, μια ισχυρή Γαλλία».
Ο Ζαν Μαρκ Ερό διαβεβαίωσε, εξάλλου, ότι δεν έχει καμία αμφιβολία ότι η γερμανική κυβέρνηση δεν διαδίδει τη φημολογία του Τύπου, σύμφωνα με την οποία υπάρχει ανησυχία στη Γερμανία σχετικά με τις οικονομικές προοπτικές της Γαλλίας.
Οι δύο ηγέτες υπογράμμισαν τη δέσμευση της Γαλλίας και της Γερμανίας να συνεργαστούν στενά όσον αφορά τις συνομιλίες για τον προϋπολογισμό της Ε.Ε., επισημαίνοντας ότι πρέπει να βρεθούν τρόποι βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας την Ευρώπη.