Ανακοίνωση με την οποία ανακοινώνει ότι καταψηφίζει και την κυβέρνηση και τη Συμφωνία των Πρεσπών, την οποία «την ήθελαν και την επέβαλλαν με κάθε τρόπο οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ, η ΕΕ», εξέδωσε το Γραφείο Τύπου της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ.
Παράλληλα, ο Περισσός καλεί τον ελληνικό λαό «να κάνει την πραγματική “διαφορά” με ένα πιο δυνατό ΚΚΕ», καθώς είναι «το μόνο σταθερό κόμμα» του Κοινοβουλίου αυτά τα τέσσερα χρόνια.
Αναλυτικά η ανακοίνωση του ΚΚΕ:
«Το παζάρι των προηγούμενων ημερών ανάμεσα σε Τσίπρα – Καμμένο κατέληξε στην αναζήτηση ψήφου εμπιστοσύνης στη Βουλή. Πρόκειται για μια εξέλιξη που βολεύει και τους δύο, καθώς δίνει τη δυνατότητα αφ’ ενός στον κ. Τσίπρα να διασώσει την κυβέρνησή του, με τις ψήφους βουλευτών των ΑΝΕΛ και αφ’ ετέρου στον κ. Καμμένο να διατηρήσει την Κοινοβουλευτική του Ομάδα, εμφανιζόμενος ότι αντιστέκεται σε μια πολιτική στην οποία έβαλε πλάτη όλο το προηγούμενο διάστημα.
Άλλωστε, η Συμφωνία των Πρεσπών, που αποτέλεσε τον καταλύτη των πολιτικών εξελίξεων, είναι μια βασική πλευρά των συνολικότερων αμερικανοΝΑΤΟικών σχεδιασμών στην περιοχή, τους οποίους τόσο ο κ. Τσίπρας όσο και ο κ. Καμμένος υπηρέτησαν με πολύ μεγάλη συνέπεια, φτάνοντας στο σημείο να μετατρέψουν την Ελλάδα σε μια απέραντη στρατιωτική αμερικανοΝΑΤΟική βάση.
Το ΚΚΕ καταψηφίζει την κυβέρνηση και ανεξάρτητα από τις όποιες εξελίξεις στη Βουλή και τους πιθανούς συνοδοιπόρους του κ. Τσίπρα, το κρίσιμο ζήτημα είναι να την καταψηφίσει ο ίδιος ο λαός, γιατί θα συνεχίσει την ίδια βάρβαρη αντιλαϊκή και επικίνδυνη πολιτική ως συνέχεια των προηγούμενων κυβερνήσεων.
Πρόκειται για μια κυβέρνηση που έχει αναλάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις απέναντι στις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ, τη Γερμανία, απέναντι στο εγχώριο και ευρωπαϊκό κατεστημένο. Αυτές τις δεσμεύσεις -τις αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις και τη στήριξη των ευρωατλαντικών σχεδιασμών- θέλει να ολοκληρώσει μέχρι τις εκλογές, για αυτό το λόγο και όλοι οι παραπάνω είναι οι πρώτοι που δίνουν “ψήφο εμπιστοσύνης” στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, όπως έκανε πριν ο Τραμπ, πρόσφατα και η καγκελάριος Μέρκελ.
Όσο κι αν η κυβέρνηση βαφτίζει ως δήθεν “προοδευτική” τη Συμφωνία των Πρεσπών, η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική.
Τη Συμφωνία των Πρεσπών την ήθελαν και την επέβαλλαν με κάθε τρόπο οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ, η ΕΕ, για να προωθήσουν την ευρωατλαντική ολοκλήρωση των Δυτικών Βαλκανίων και να αποδυναμώσουν την επιρροή άλλων κέντρων, όπως η Ρωσία κλπ.
Αυτές οι δυνάμεις και οι δολοφονικοί ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί, που αιματοκύλισαν τα Βαλκάνια και όξυναν τις εθνικιστικές διαιρέσεις, επαναχαράσσοντας τα σύνορα με το αίμα των λαών, δεν μπορούν να είναι εγγυητές της ειρήνης και της ασφάλειας. Ούτε πολύ περισσότερο μπορεί να είναι προστάτες των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, όπως δείχνει και η ιστορία των ελληνοτουρκικών διαφορών. Γι’ αυτόν το λόγο και στη Συμφωνία των Πρεσπών διατηρούνται ακόμη και τα σπέρματα του αλυτρωτισμού, προκειμένου να αποτελούν μια διαρκή “εστία” αποσταθεροποίησης ανάλογα με το τι επιτάσσουν κάθε φορά τα συμφέροντα των ισχυρών.
Γι’ αυτούς λόγους το ΚΚΕ καταψηφίζει τη Συμφωνία Τσίπρα – Ζάεφ, υπερασπίζεται την αλληλεγγύη και κοινή πάλη των λαών ενάντια στους σχεδιασμούς των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.
Αυτούς τους σχεδιασμούς δεν τους αμφισβητεί ούτε η ΝΔ, ούτε εκείνοι που ψαρεύουν στα θολά νερά του εθνικισμού και του φασισμού, παίζοντας το παιχνίδι των ιμπεριαλιστών, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην ΠΓΔΜ», αναφέρεται αρχικά στη σχετική ανακοίνωση.
Και προστίθεται: «Η κυβερνητική προπαγάνδα περί “θετικών μέτρων”, που μένουν να υλοποιηθούν στο υπόλοιπο της κυβερνητικής θητείας, εννοώντας τα “ψίχουλα της φιλανθρωπίας”, είναι στάχτη στα μάτια του λαού. Ακόμη και αυτά δεν θα δίνονταν αν δεν υπήρχαν οι αγώνες του εργατικού – λαϊκού κινήματος, με την καθοριστική συμβολή του ΚΚΕ. Τα μέτρα αυτά, όμως, όχι μόνο δεν κλείνουν τις πληγές των μνημονίων, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση, αλλά ούτε καν ανακόπτουν το περαιτέρω άνοιγμα αυτών των πληγών. Δεν είναι παρά η επιστροφή ενός ελάχιστου μέρους από την τεράστια ληστεία σε βάρος του, που συνεχίζεται και κλιμακώνεται. Αυτό, άλλωστε, δείχνουν η διατήρηση των μνημονιακών νόμων, τα ματωμένα πλεονάσματα, η ασφυκτική επιτροπεία, η αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών και κατασχέσεων, η ένταση της φοροληστείας, η γενίκευση της μερικής απασχόλησης, ο περιορισμός της προστασίας της πρώτης κατοικίας και η επιτάχυνση των πλειστηριασμών, τα νέα προνόμια προς το μεγάλο κεφάλαιο κλπ. Γι’ αυτό ακριβώς τα λέμε ψίχουλα, γιατί εξανεμίζονται πριν ακόμη δοθούν.
Αυτήν την πολιτική υπηρετούν με συνέπεια τόσο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ όσο και η ΝΔ και τα άλλα κόμματα. Ο κοινός τους παρονομαστής είναι η προσήλωσή τους στο στόχο της καπιταλιστικής κερδοφορίας που απαιτεί τη θυσία των εργατικών – λαϊκών δικαιωμάτων. Αυτή τη στρατηγική τους σύγκλιση προσπαθούν να κρύψουν, στήνοντας ξεπερασμένα κάλπικα δίπολα και διλήμματα, όπως “πρόοδος – συντήρηση”, αφού το δήθεν “προοδευτικό” μέτωπο του κ. Τσίπρα συμπεριλαμβάνει πρόσωπα που, τα προηγούμενα χρόνια, διακρίθηκαν ως κορυφαίοι υπουργοί και παράγοντες κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, με πλούσιο αντιλαϊκό έργο. Ενώ κάποιοι άλλοι ήταν στελέχη του δικού του κόμματος (ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ), περιπλανήθηκαν σε ΠΑΣΟΚ, ΠΟΤΑΜΙ, ΔΗΜΑΡ για να καταλήξουν πάλι στον ΣΥΡΙΖΑ του αμοραλισμού, του τυχοδιωκτισμού και της μνημονιακής πολιτικής.
Οι τελευταίες εξελίξεις, με τις μεταγραφές βουλευτών από το ένα κόμμα στο άλλο και την αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού, αποδεικνύουν, πέρα από τον τυχοδιωκτισμό ορισμένων, ότι οι διαφορές ανάμεσα στα κόμματα είναι τόσο μικρές, οι συγκλίσεις τους τόσο μεγάλες, που η μεταπήδηση από το ένα κόμμα στο άλλο είναι πλέον πολύ εύκολη.
Αν δει κανείς τη σύνθεση της Βουλής, των 300 βουλευτών, αυτά τα 4 χρόνια, θα διαπιστώσει ότι το μόνο σταθερό κόμμα είναι το ΚΚΕ. Και αυτό είναι ένα ακόμη κριτήριο για το λαό που πρέπει να το πάρει υπόψη του και στις επόμενες εκλογές.
Το πραγματικό δίλημμα, από τη σκοπιά του ελληνικού λαού και των συμφερόντων του, είναι ένα: Θα συνεχίσουμε στον ίδιο δρόμο, που αποδεδειγμένα φέρνει νέα δεινά και καταστροφές ή θα αντεπιτεθούμε μαζικά και δυναμικά παντού, ώστε να αλλάξει ριζικά επιτέλους αυτό το σάπιο εκμεταλλευτικό σύστημα.
Ο ελληνικός λαός να μην αναζητά τις επιμέρους διαφορές ανάμεσα σε κόμματα ίδιας κοπής, αλλά να κάνειτην πραγματική “διαφορά”, με ένα πιο δυνατό ΚΚΕ. Για να δυναμώσει η διεκδίκηση, η ελπίδα, ο στόχος της ριζικής ανατροπής».