Στην εκτίμηση ότι υπάρχουν αυτήν τη στιγμή οι πολιτικές προϋποθέσεις για μια ευρεία κοινοβουλευτική πλειοψηφία, «στην πιθανότατη περίπτωση που ολοκληρωθούν με επιτυχία οι διαδικασίες της συνταγματικής αναθεώρησης στην γείτονα και θα έρθει η συμφωνία των Πρεσπών για κύρωση στην ελληνική Βουλή», εξέφρασε με ραδιοφωνικές του δηλώσεις ο Δημήτρης Τζανακόπουλος.
Σχολιάζοντας τη στάση του Ποταμιού, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε μέσω του ραδιοφωνικού σταθμού Real FM ότι από την πρώτη στιγμή των διαπραγματεύσεων, «το Ποτάμι είχε τοποθετηθεί με σαφήνεια, καθαρότητα και ειλικρίνεια υπέρ της συμφωνίας». Συγκεκριμένα, «ο κ. Θεοδωράκης είχε δηλώσει τότε ότι δεν πρόκειται να γίνει “κατσαρίδα” της πολιτικής», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Για να υπενθυμίσει στη συνέχεια ότι ο επικεφαλής του Ποταμιού είχε τονίσει ότι «δεν πρόκειται να θυσιάσει αρχές, αξίες, αλλά και το συμφέρον της χώρας στο βωμό των πολιτικών σκοπιμοτήτων. Αυτή τη στάση την τήρησε και αυτή την στάση θεωρώ ότι τηρεί το Ποτάμι ακόμα και σήμερα». Όπως σημείωσε, πράγματι υπήρξε μία «παραφιλολογία περί αμφιταλάντευσης», η οποία διασκεδάστηκε, ιδιαίτερα μετά τις δηλώσεις και του ίδιου του κ. Θεοδωράκη, ο οποίος είπε ότι θεωρεί τη συμφωνία θετική αλλά και δηλώσεις στελεχών του κόμματος.
Αναφορικά με τις δηλώσεις του Ζόραν Ζάεφ, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος εξέφρασε την εκτίμηση ότι ο πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ «δίνει μία δύσκολη μάχη, σε ένα κλίμα που έχει επιβαρυνθεί με καχυποψίες, με έντονα αντιδραστικά αντανακλαστικά, με εθνικισμούς, με σοβινιστικές αντιλήψεις», που κυριάρχησαν τα προηγούμενα χρόνια. Πρόσθεσε δε, ότι και στη χώρα μας αναπτύχθηκαν τέτοιου είδους ιδεολογίες και αντιλήψεις σε σχέση με τους γείτονές μας.
Όπως τόνισε, υπό την έντονη πολιτική πίεση, «ο κ. Ζάεφ, με ένα άστοχο τρόπο, προσπάθησε να διασκεδάσει αυτές τις εντυπώσεις», προσθέτοντας πως όποιος διαβάσει τη Συμφωνία των Πρεσπών και δει το περιεχόμενο των συνταγματικών αναθεωρήσεων στη γειτονική χώρα, «θα κατανοήσει, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι δεν αφήνεται ανοικτό κανένα περιθώριο, τουλάχιστον νομικά, αλλά και πολιτικά, για αλυτρωτισμούς στη γειτονική μας χώρα».
«Δεν πρέπει να αφήσουμε τις καχυποψίες και τις εθνικιστικού χαρακτήρα αντιδράσεις, να μας οδηγήσουν στο να χάσουμε μία τεράστια πολιτική, διπλωματική, ιστορική ευκαιρία, για την επίλυση ενός ζητήματος που ταλαιπωρεί και εμάς και τους γείτονές μας, αλλά και τα Βαλκάνια στο σύνολό τους, εδώ και περίπου 30 χρόνια», επισήμανε ο κ. Τζανακόπουλος.
«Αναμένουμε την πρόταση μομφής από τη ΝΔ»
Αναφορικά με τη στάση της Νέας Δημοκρατίας και τις δηλώσεις στελεχών της για κατάθεση πρότασης μομφής, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σχολίασε: «Την αναμένουμε την πρόταση μομφής» και πρόσθεσε ότι «μπορεί η ΝΔ, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει το Σύνταγμα και ο Κανονισμός της Βουλής να καταθέσει πρόταση μομφής και το ελληνικό Κοινοβούλιο θα δώσει την απάντησή του».
Σε ό,τι αφορά τη στάση του κυβερνητικού εταίρου, ο υπουργός επανέλαβε ότι ο Πάνος Καμμένος, όπως είχε δηλώσει στο Υπουργικό Συμβούλιο, δεν υπάρχει καμία περίπτωση, ποτέ, να συμπλεύσει με τη Νέα Δημοκρατία, τον κ. Μητσοτάκη, αλλά και τα ακροδεξιά παραρτήματα της ΝΔ, στην προσπάθεια να ανατραπεί η παρούσα κυβέρνηση.
«Επομένως δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας», πρόσθεσε, συμπληρώνοντας ότι «οι εκλογές θα γίνουν στην ώρα τους», τονίζοντας ότι αυτό θα σηματοδοτήσει το πέρασμα σε μία νέα εποχή, πέραν της μνημονιακής επιτροπείας και των πολιτικών αναταράξεων που επέφεραν τα μνημόνια και θα εμπεδωθεί η εμπιστοσύνη στην οικονομία και στο ελληνικό πολιτικό σύστημα.
Σχολιάζοντας τις δημοσκοπήσεις, είπε ότι κάποιες δεν χρησιμοποιούνται ως εργαλεία ανάλυσης της πολιτικής πραγματικότητας, αλλά «λειτουργούν ως επικοινωνιακά εργαλεία στα εκδοτικά και κομματικά επιτελεία, ιδιαίτερα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά και του φιλικού σε εκείνη Τύπου» και επικαλέστηκε συγκεκριμένα παραδείγματα εκλογικών αναμετρήσεων, στις οποίες οι δημοσκόποι απέτυχαν. Ωστόσο, πρόσθεσε ότι «ακόμα και αυτές οι δημοσκοπήσεις δείχνουν τη διαφορά μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ να κλείνει, ίσως σε μία προσπάθεια που κάνουν οι δημοσκόποι να μην εξευτελίσουν πλήρως το επάγγελμά τους, ενόψει του εκλογικού έτους 2019».
Τέλος, σημείωσε ότι την απάντηση θα δώσουν η πολιτική και η οικονομία, με την έξοδο από τα μνημόνια, το δημοσιονομικά επεκτατικό προϋπολογισμό, τα μέτρα ελάφρυνσης και κοινωνικής στήριξης, την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, το σχεδιασμό της αύξησης του κατώτατου μισθού, το κοινωνικό μέρισμα του 2018, την αποτροπή της περικοπής των συντάξεων, που διαμορφώνουν «σαφείς διαχωριστικές γραμμές μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ».