Κατατέθηκε τελικά, σήμερα στη Βουλή, η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής στη Βουλή, που θα διερευνήσει τις πολιτικές και ενδεχόμενα ποινικές ευθύνες για την προσφυγή της Ελλάδας στο ΔΝΤ και την υποβολή της Ελλάδας στο καθεστώς των Μνημονίων και της επιτήρησης – μία κατάληξη, που κατά τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν προαποφασισμένη.
Κατ’ αρχήν η Εξεταστική Επιτροπή, θα πρέπει κατά τον ΣΥΡΙΖΑ να εξετάσει, «γιατί, παρά τους θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης που σημείωνε η ελληνική οικονομία από το 1994, όταν συμφωνήθηκε η συμμετοχή της Ελλάδας στο νέο σχεδιαζόμενο νόμισμα έως το 2007, πριν απ’ το ξέσπασμα της διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης, το δημόσιο χρέος, όχι μόνο δεν μειώθηκε ως ποσοστό του AEΠ αλλά παρουσίαζε αυξητικές τάσεις». Στο πλαίσιο δε, της ίδιας έρευνας, «θα πρέπει να διευκρινιστούν πρωτίστως οι λόγοι για τους οποίους οι διάφορες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας, ακολούθησαν μια πολιτική περιορισμού των φορολογικών εσόδων του δημοσίου, με στοχευμένες φοροαπαλλαγές και φοροελαφρύνσεις των επιχειρηματικών κεφαλαίων και των υψηλών εισοδημάτων, επέτρεψαν την εκτεταμένη φοροδιαφυγή των αντίστοιχων κοινωνικών μερίδων και δεν αντιμετώπισαν αποτελεσματικά την εισφοροδιαφυγή και την ανασφάλιστη εργασία».
Ταυτόχρονα με την εξέταση της πολιτικής φοροαπαλλαγών και της αποδυνάμωσης των φοροελεγκτικών μηχανισμών, η Εξεταστική Επιτροπή κατά τον ΣΥΡΙΖΑ, θα πρέπει να εστιαστεί και σε παραμέτρους αύξησης του δημοσίου χρέους, όπως το εξοπλιστικό πρόγραμμα που τέθηκε σε εφαρμογή μετά το 1996 (ύψους 60 δις), η ανάληψη των Ολυμπιακών Αγώνων και η «σταθερή πρακτική της υπερτιμολόγησης προμηθειών και δημοσίων έργων» – όπως επίσης να αποδοθούν οι ευθύνες «για τη συντήρηση του κρατικοδίαιτου πολιτικού συστήματος» και να διερευνηθεί η σχέση του ελληνικού Δημοσίου με την Goldman Sacks.
Σε ό,τι αφορά την περίοδο πριν την υπαγωγή της Ελλάδας στο Μνημόνιο, ο ΣΥΡΙΖΑ αναδεικνύει ως σημεία εξέτασης, τις δηλώσεις των κ.κ. Στρος Καν και Ρουμελιώτη από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τις καταγγελίες κατά του προέδρου της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, Ανδρέα Γεωργίου, για τεχνητή αύξηση του ελλείμματος στα 14,7%, αλλά και τις ευθύνες της Τράπεζας της Ελλάδος και του διοικητή της, Γ. Προβόπουλου, για την μη θωράκιση των ελληνικών ομολόγων τον Οκτώβριο του 2009 και για την επιλογή αλλαγής της διαδικασίας διακανονισμού των συναλλαγών επί ελληνικών ομολόγων, «που ενέτειναν τις πιέσεις προς αυτά». Επισκοπώντας δε, τις δηλώσεις των Γ. Παπανδρέου και Γ. Παπακωνσταντίνου κατά την αρχή της κρίσης δανεισμού, ο ΣΥΡΙΖΑ καταλήγει στο συμπέρασμα, πως «η προσφυγή στο ΔΝΤ και η συνακόλουθη υπαγωγή στο Μνημόνιο, ήταν ένα προαποφασισμένο σχέδιο με στόχο την εσωτερική υποτίμηση».
«Πρέπει να αναζητηθούν οι πολιτικές και ενδεχομένως ποινικές ευθύνες τόσο του τότε Πρωθυπουργού κυρίου Λουκά Παπαδήμου όσο και του τότε υπουργού Οικονομικών κ. Ευάγγελου Βενιζέλου, αλλά και κάθε άλλου ενεχομένου και συμπράξαντος προσώπου για τη συνέχιση της αδιέξοδης πολιτικής του Μνημονίου 1 και την αποδοχή των συγκεκριμένων όρων του κουρέματος των ελληνικών ομολόγων, που δεν περιλάμβανε βεβαίως αυτά που κατείχε η ΕΚΤ, τη στιγμή που γνώριζαν, σύμφωνα με τις δηλώσεις του κυρίου Ρουμελιώτη, ότι το πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας είναι καταδικασμένο σε αποτυχία (…) Ο ελληνικός λαός, που θυσιάζεται τα τελευταία τρία χρόνια στο όνομα της δημοσιονομικής εξυγίανσης, δικαιούται αν μη τι άλλο να γνωρίζει με κάθε λεπτομέρεια, ποιος και σε ποιο βαθμό φέρει την ευθύνη για τη δραματική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η κοινωνία και η χώρα» αναφέρει μεταξύ άλλων στην πρότασή του ο ΣΥΡΙΖΑ.