Για μία νέα αρχή στις ελληνογερμανικές σχέσεις, που θα αφήνει πίσω όσα δηλητηριάζουν τις διμερείς σχέσεις, χωρίς να κρύβει «κάτω από το χαλί» τις διαφορές που έρχονται από το μακρινό παρελθόν, οι οποίες πρέπει να επιλυθούν με βάση το διεθνές δίκαιο, μίλησε ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, στη συνάντησή του με τον Πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Φρανκ Βάλτερ Σταινμαιερ, στο Μέγαρο Μαξίμου.
Ο κ. Τσίπρας ανέφερε ότι η Ελλάδα μπορεί να ατενίζει με μεγαλύτερη αισιοδοξία τον μέλλον της, μετά την έξοδο από τα μνημόνια, αλλά παρατήρησε πως δεν έχει την ίδια αισιοδοξία για το μέλλον του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, το οποίο απειλείται από τη ραγδαία άνοδο της ακροδεξιάς. Χαρακτήρισε «μοντέλο συνεννόησης» τη Συμφωνία των Πρεσπών και διαβεβαίωσε τον Γερμανό Πρόεδρο ότι η Ελλάδα, όπως και στο παρελθόν, σε αυτές τις κρίσιμες ώρες για την Ευρώπη, θα σταθεί στη σωστή πλευρά της Ιστορίας.
Θερμός φίλος της Ελλάδας και του ελληνικού λαού ο κ. Στάινμαϊερ
Ο Έλληνας πρωθυπουργός υποδέχθηκε τον Πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας έξω από το Μέγαρο Μαξίμου και στη συνέχεια προχώρησαν στο εσωτερικό του. Κατά τη διάρκεια του διαλόγου που είχαν ενώπιον των τηλεοπτικών συνεργείων, ο κ. Τσίπρας δήλωσε ευτυχής που τον υποδέχεται για πρώτη φορά με την ιδιότητα του Προέδρου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, αλλά και με τη σταθερή ιδιότητα του θερμού φίλου της Ελλάδας και του ελληνικού λαού.
«Έρχεστε σε μία διαφορετική στιγμή για την Ελλάδα, καθώς μπορούμε πια να ατενίζουμε με μεγαλύτερη αισιοδοξία το μέλλον, έχοντας αφήσει πίσω τα δύσκολα χρόνια της λιτότητας, της σκληρής λιτότητας μετά από οκτώ χρόνια, έχοντας ολοκληρώσει επιτυχώς το τρίτο πρόγραμμα στήριξης και βεβαίως έχοντας θετικότερες προοπτικές για το μέλλον» σημείωσε ο πρωθυπουργός. Εξέφρασε, όμως, τη λύπη του, γιατί, όπως είπε, «δεν μπορώ να μιλήσω με την ίδια αισιοδοξία και για το μέλλον της Ευρώπης, καθώς το κοινό μας οικοδόμημα, το κοινό μας σπίτι, απειλείται από τη ραγδαία άνοδο της ακροδεξιάς και του αντιευρωπαϊσμού», ενώ δήλωσε «ευτυχής και περήφανος που η Ελλάδα παίζει σταθερά έναν ρόλο θετικό απέναντι σε αυτές τις δυνάμεις που απειλούν τις κοινές μας αξίες».
«Αν για κάτι είμαι πιο περήφανος για τη χώρα μου, είναι όχι μόνο γιατί καταφέραμε να εξέλθουμε της κρίσης προστατεύοντας τους πιο ευάλωτους, κυρίως, διότι καταφέραμε να διαχειριστούμε με όρους ανθρωπισμού και με σεβασμό στο διεθνές δίκαιο, παρά τις δυσκολίες, την πρωτοφανή προσφυγική κρίση και ταυτόχρονα γιατί ανοίγουμε δρόμους συνεργασίας και φιλίας μεταξύ των λαών σε μία δύσκολη περιοχή, προσθέτοντας θετικό πρόσημο στις προσπάθειες για ειρήνη και σταθερότητα στη νοτιοανατολική Μεσόγειο» τόνισε ο πρωθυπουργός.
Μοντέλο συνεννόησης η Συμφωνία των Πρεσπών
Σχετικά με τον ρόλο της Ελλάδας στην περιοχή των Βαλκανίων, ο κ. Τσίπρας αναφέρθηκε στη Συμφωνία των Πρεσπών. Μίλησε για ένα πολύ γενναίο, θαρραλέο βήμα που έγινε και επισήμανε: «Πιστεύω ότι η Συμφωνία των Πρεσπών είναι ένα μοντέλο συνεννόησης ανάμεσα σε δύο λαούς που θέλουν να ζήσουν ειρηνικά, χωρίς να υποτιμούν ο ένας την ιστορία και την ταυτότητα του άλλου. Ένα θαρραλέο βήμα που νομίζω ότι συμβάλλει στη σταθερότητα στα Βαλκάνια και κατ’ επέκταση στην ευρύτερη περιοχή».
«Πιστεύω, λοιπόν, ότι σε αυτό το ιδιαίτερο μομέντουμ που επισκέπτεστε επισήμως την Ελλάδα μπορεί η επίσκεψή σας να αποτελέσει και μία αφορμή για μία νέα αρχή στις ελληνογερμανικές σχέσεις», υπογράμμισε ο Έλληνας πρωθυπουργός απευθυνόμενος στον Γερμανό Πρόεδρο και πρόσθεσε: «Να αφήσουμε πίσω μας τις δύσκολες στιγμές που περάσαμε τα προηγούμενα οκτώ χρόνια, να αφήσουμε πίσω μας τα εκατέρωθεν στερεότυπα που δηλητηριάζουν τις σχέσεις μας και να σχεδιάσουμε ένα μέλλον μίας ισότιμης συνεργασίας που αξίζει στους λαούς μας. Αυτό, βεβαίως, δεν σημαίνει ότι πρέπει να ξεχάσουμε ή να κρύψουμε “κάτω από το χαλί” όποιες διαφορές έρχονται από το μακρινό παρελθόν. Αυτό σημαίνει ότι όποιες διαφορές έχουμε, να ορίσουμε από κοινού και με αλληλοσεβασμό και αλληλοεκτίμηση το πεδίο επίλυσής τους, με βάση πάντοτε το διεθνές δίκαιο, το οποίο όλοι σεβόμαστε. Και αυτό ταυτόχρονα σημαίνει ότι πρέπει να δουλέψουμε σκληρά, να περιορίσουμε τις ακραίες φωνές και να σχεδιάσουμε ένα μέλλον με μία συνεργασία που θα δίνει ελπίδα και προοπτική στους λαούς μας, αλλά και θα στηρίζει το κοινό μας σπίτι, το κοινό ευρωπαϊκό οικοδόμημα».